Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2010

5) Παράρτημα 1, 2 και 3


ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ 1
ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ *
Οι φαινομενικά αποδεικτικές παράγραφοι (στην περιγραφή και στην αφήγηση) -Οι λογοτέχνες
Α) Σε αφηγηματικά κείμενα βρίσκουμε μερικές φορές οι συγγραφείς τους να έχουν συντάξει μια παράγραφό σαν να είναι αποδεικτική. Έχει θεματική πρόταση, έχει και αποδεικτικές, αλλά δεν καταλήγει σε συμπέρασμα/ κατακλείδα. Ή, ξαφνικά διακόπτουν την απόδειξη για να προσθέσουν μέσα στην παράγραφο κάτι αφηγηματικό, ή χρησιμοποιούν την παράγραφο για να μας μεταδώσουν κάτι που αισθάνθηκαν οι ίδιοι.. Η θεματική τους πρόταση, σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι ρητορική. Ας δούμε δυο παραδείγματα και τα σχόλια που μπορούμε να κάνουμε για τις παραγράφους τους:

Κείμενο Έλλης Αλεξίου, (η πέρδικα), απόσπασμα από διήγημά της
&1 Θεματική πρόταση: Η πέρδικα ήταν ένα οντάριο, που μέσα του κυριαρχούσε ο φόβος.
&2 Αποδεικτικές 1: Έπεφτε κανένα σκουπίδι από τις ταράτσες, κανένα ξύλο, κανένα κουρέλι τα έχανε. Έτρεχε δεξιά ζερβά σαστισμένο. Όταν άρχιζε ψιχάλα η βροχή, ερχότανε σε απόγνωση.
( Διακοπή της απόδειξης): Ευτυχώς η πηγάδα στον τοίχο χαμηλά έφτιαχνε μια προεξοχή. Την ανακάλυψε και πήγαινε κι απάγκιαζε από κάτω.
Αποδεικτικές 2: Όταν η γριά κρέμαγε τα στρωσίδια της στο παράθυρο για να τα
Αερίσει, η δύσμοιρη πέρδικα βανότανε πάλι να χτυπιέται σαν
βουρλισμένη. Το απότομα άνοιγμα του παραθυριού, τα πολύχρωμα
χιράμια, οι χτύποι της ξεσκονίστρας απάνω τους τρέλαιναν ο ζωντανό.
► Η συγγραφέας «δανείζεται» εδώ, χρησιμοποιεί εδώ, τον τύπο 8 του αποδεικτικού λόγου, όχι για να αποδείξει ότι αυτή η πέρδικα ήταν ένα φοβισμένο οντάριο, αλλά για να μας αφηγηθεί κάτι Εμείς ως αναγνώστες, που ξέρουμε ότι η πέρδικα είναι πάντοτε ένα φοβισμένο οντάριο, δεν ενδιαφερόμαστε να πειστούμε γι’ αυτό, αλλά να «ακούσουμε» τα όσα παραπέρα έχει να μας αφηγηθεί η συγγραφέας. Η θεματική πρόταση είναι ρητορική και η «αποδεικτική παράγραφος» είναι φαινομενικά αποδεικτική, ενώ ουσιαστικά είναι αφηγηματική. Το ότι η παράγραφος είναι φαινομενικά αποδεικτική προκύπτει και από ένα άλλο ουσιαστικό πράγμα: ξαφνικά η συγγραφέας διακόπτει την απόδειξη για να μας πει κάτι που έχει σχέση με την αφήγηση και όχι με την απόδειξη, να μας πει ότι «ευτυχώς η πηγάδα στον τοίχο χαμηλά έφτιαχνε μια προεξοχή. Την ανακάλυψε και πήγαινε κι απάγκιαζε από κάτω». Τέτοιες διακοπές, αφηγηματικής μορφής, δεν βρίσκουμε βέβαια σε έναν πραγματικά αποδεικτικό λόγο. Τις βρίσκουμε μόνον σε αφηγηματικό λόγο που χρησιμοποιεί τον αποδεικτικό τύπο 8 μόνο και μόνο για να αφηγηθεί και όχι να αποδείξει κάτι.

Κείμενο Τατιάνας Γκρίτση- Μιλλιέξ, Η πορεία (απόσπασμα)
&1 Θεματική πρόταση Κι ήτανε κάτι αφάνταστο εκείνη η πορεία μέσα στη μαύρη νύχτα και στην ψιλή βροχή .
Αποδεικτικές Ένα δάσος που κινείται και καίεται από δαδιά, από κεριά, από αφάνες αναμμένες και τα κλάματα κι οι κραυγές των μανάδων που χάνανε τα παιδιά και μέσα σε κείνη τη φωτισμένη κόλαση να τα γυρεύουν, ενώ άλλοι βουλιάζανε μέσα στα ριζοτόπια του Τοματζλού κι άλλοι χάναν το δρόμο και το χέρι των δικών τους. Κι άκουγες σαν τα χαμένα αγρίμια να βγαίνουν ματωμένες από μέσα οι φωνές. Παναγή!! Νικόλα!! από κάτω . . . από δεξιά. . . μ’ ακούς, παιδί μου; Κι ερχότανε η ηχώ, όι . . . όι. . . μανίτσα.
► Κι εδώ η συγγραφέας χρησιμοποιεί τον αποδεικτικό τύπο 8 για να μας αφηγηθεί κάτι (κάτι τραγικό από την Μικρασιατική καταστροφή). Δεν ενδιαφέρεται να μας αποδείξει κάτι, αλλά να μας αφηγηθεί κάτι. Κι εμείς ως αναγνώστες δεν ενδιαφερόμαστε να μας αποδείξει ότι η πορεία ήταν «αφάνταστη» - που βγαίνει βέβαια μέσα από όσα στη συνέχεια αφηγείται η συγγραφέας- αλλά να δούμε τι συνέβηκε κατά τη Μικρασιατική καταστροφή. Στην παράγραφο αυτή, εξάλλου , έχουμε αναμετάδοση συναισθήματος φρίκης και συγκίνησης. Η συγγραφέας, δηλαδή μας μεταφέρει το δικό της συναίσθημα φρίκης και συγκίνησης από την πορεία αυτή και μας κάνει να νιώσουμε κι εμείς το ίδιο: «Κι άκουγες σαν τα χαμένα αγρίμια να βγαίνουν ματωμένες από μέσα οι φωνές. Παναγή!! Νικόλα!! από κάτω . . . από δεξιά. . . μ’ ακούς, παιδί μου; Κι ερχότανε η ηχώ,
όι . . . όι. . . μανίτσα».

Β) στην περιγραφή:
Παράδειγμα :
Κείμενο της Ι. Παπαντωνίου, Περιγραφή της φορεσιάς Νύφη των Μεσογείων (η &5)
&5 Τα κοσμήματα είναι πολλά. Το χρυσό επιμετώπιο κόσμημα και τρία επιστήθια κοσμήματα: το γιορντάνι, δηλαδή δικτυωτό πλέγμα από χρυσές χάντρες που καλύπτει το στήθος, το περιλαίμιο κόσμημα και το κορδόνι, που φοριέται πάνω από το γιορντάνι και αποτελείται από δέκα σειρές αλυσίδες με φλουριά.
► Εδώ η συγγραφέας για να περιγράψει κάτι χρησιμοποιεί τον αριθμητικό αποδεικτικό τύπο. Λέει ότι τα κοσμήματα είναι πολλά και από όσα αναφέρει μετά, βλέπουμε πράγματι ότι είναι πολλά (είναι τέσσερα). Δεν βγάζει συμπέρασμα που να επιβεβαιώνει τη θεματική της πρόταση, δεν λέει δηλαδή στο τέλος της παραγράφου «πράγματι, όπως βλέπουμε τα κοσμήματα είναι πολλά». Και δεν βγάζει συμπέρασμα γιατί ο σκοπός της είναι να μας περιγράψει κάτι και όχι να μας αποδείξει ότι έτσι έχουν τα πράγματα όπως τα λέει. Κι εμείς εξάλλου ως αναγνώστες, δεν ενδιαφερόμαστε για την απόδειξη, αλλά να μάθουμε ποια είναι αυτά τα κοσμήματα.
► Βέβαια, ένας σωστός λογοτέχνης συγγραφέας θα αποδείξει με όσα λέει στην παράγραφό του τη θεματική του πρόταση. Θα την αποδείξει χωρίς να βγάλει συμπέρασμα, γιατί κυρίως θέλει να μας αφηγηθεί ή να μας περιγράψει κάτι, και όχι να μας αποδείξει κάτι.

► ► Γενικά: Ο λόγος είναι ενιαίος. Τον χωρίζουμε σε αφήγηση, σε περιγραφή, σε αποδεικτικό κτλ, για να τον μελετάμε και να ξέρουμε πώς πρέπει να τον συντάσσουμε κάθε φορά. Σαν ενιαίος όμως που είναι, το ένα μέρος του δανείζει στοιχεία στο άλλο για να εκφραστεί, να διατυπωθεί. Έτσι:
Α) Η περιγραφή δανείζει στοιχεία (πχ τα επίθετα) στην αφήγηση και στην απόδειξη.
Β) Η αφήγηση δανείζει στοιχεία στην περιγραφή (πχ τώρα αυτό είναι έτσι, παλαιότερα ήταν αλλιώς) και στην απόδειξη (πχ στην αρχαιότητα η βία ήταν. . στο μεσαίωνα ήταν με τη μορφή της Ιεράς εξέτασης).
Γ) Ο αποδεικτικός λόγος δανείζει κάποιους τύπους του στην περιγραφή και στην αφήγηση, και συγκεκριμένα τον αριθμητικό τύπο και τον τύπο χωρίς κατακλείδα (θεματική πρόταση + αποδεικτικές). Τους δανείζει ακόμα, όπως είδαμε στην πρώτη ενότητα για την ιδιότυπη περιγραφή και την ιδιότυπη αφήγηση, και τον τύπο της ατελούς παραγράφου.

Η ΠΑΡΆΛΛΗΛΗ ΠΑΡΆΓΡΑΦΟΣ
Α) Οι συγγραφείς, και οι πιο αξιόλογοι φυσικά, γράφοντας ένα κείμενο για ένα θέμα, για ένα πρόβλημα, είναι ελεύθεροι να γράψουν και κάτι πέρα από το θέμα αυτό, σχετικό όμως με το θέμα. (Την ελευθερία αυτοί δεν την έχουν οι μαθητές που καλούνται να γράψουν ένα συγκεκριμένο θέμα και δεν πρέπει να παρεκκλίνουν από αυτό, ούτε και πολλοί άλλοι, όπως οι υπάλληλοι κάποιας Υπηρεσίας όταν εισηγούνται κάτι στους ανώτερους τους).
Οι αξιόλογοι συγγραφείς, λοιπόν, ξεφεύγουν καμιά φορά από το κύριο θέμα τους και γράφουν και κάτι άλλο παράλληλο για να μας κατατοπίσουν για κάτι σχετικό που δεν το ξέρουμε, ή που δεν το σκεφτήκαμε. Για να επανέλθουν, επαναλαμβάνουν το θέμα, το πρόβλημα.
Μια τέτοια τους παράγραφο, ή μια σειρά από παραγράφους που περιλαμβάνουν την παρέκκλιση, μπορούμε να την ονομάσουμε «παράλληλη παράγραφο», και για να δούμε τι λένε για το κύριό τους θέμα οι συγγραφείς, πρέπει να την απομονώσουμε
Έτσι, λόγου χάρη, ο Ε. Παπανούτσος στο δοκίμιό του « Η Τέχνη του επιχειρήματος» , γράφει τι είναι επιχείρημα, [ . . ] ότι «η αξία του επιχειρήματος είναι η πειστική του δύναμη . . και μέτρο της αξίας του είναι το κατά πόσο πέτυχε το σκοπό του, έπεισε τους αμφιβάλλοντες ή όχι, και αν τους έπεισε είναι τέλεια ή ατελής η νίκη του;».
> Από εκεί και πέρα γράφει μια σειρά από παράλληλες παραγράφους μιλάει για τις «απορίες» που διακατέχουν τον καθένα μας, και τις απαντήσεις που δίνουνε με τη λογική σ’ αυτές, λέει πως το να απορούμε και το να λύνουμε τις απορίες μας είναι ανθρώπινη ιδιότητα και ότι αυτή είναι η διαφορά μας με τα ζώα.
Μετά για να επανέρθει στο θέμα του γράφει την παράγραφο: «Δεν προχωρώ στην ανάλυση, γιατί θα πήγαινα πολύ μακριά. Περιορίζομαι στο κύριο θέμα μου. Τι είναι εκείνο το προσόν ή το ευτύχημα που κάνει ένα επιχείρημα ισχυρό, δηλαδή πειστικό;».
► Ώστε, διαβάζοντας ένα κείμενο, γραμμένο ακόμα και από έναν πολύ αξιόλογο διανοητή, ενδέχεται να βρούμε ολόκληρες παραγράφους που να περιέχουν πολλά «διάφορα" που μας κατατοπίζουν σε κάτι παράλληλο με το θέμα που διαπραγματεύεται. Ο αξιόλογος βέβαια συγγραφέας, όπως ο Παπανούτσος μετά τις παράλληλες παραγράφους, μετά τα πολλά «διάφορα», επαναλαμβάνει το θέμα του και από εκεί και πέρα ασχολείται μόνο με αυτό.

ΔΙΑΤΎΠΩΣΗ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗ ΡΟΗ ΤΟΥ ΛΌΓΟΥ
Ας παραθέσουμε τώρα απόσπασμα από κείμενο και ας το διαχωρίσουμε στις παραγράφους τους. Ταυτόχρονα θα κάνουμε μερικές παρατηρήσεις, που δεν τις σημειώσαμε σε άλλα κύρια κεφάλαια:
( Συντομογραφίες: όπου Θπ= θεματική πρόταση/ περίοδος, όπου Απ= αποδεικτικές προτάσεις, και όπου Κ= κατακλείδα/ συμπέρασμα)

Απόσπασμα από το δοκίμιο Μορφές της ελευθερίας, του Ε. Παπανούτσου
. . .. (όλοι είμαστε δούλοι μέσα στην ελευθερία μας, στην αυτοτέλειά μας, και ελεύθεροι μέσα στη δουλείας μας, στην υποτέλειά μας), τι νόημα θα δώσουμε στις έννοιες υποτέλεια και ελευθερία από το ένα μέρος, αυτοτέλεια και δουλεία από το άλλο. . .Έτσι, από τα πρώτα κιόλας βήματα το πρόβλημα περιπλέκεται και πολλαπλασιάζονται οι δυσκολίες για τη λύση του. Μια πρώτη απόπειρα να διευθετήσουμε τις ιδέες μας είναι να δεχτούμε
& Θπ: ότι απόλυτη αυτοτέλεια όπως και απόλυτη υποτέλεια στη ζωή του ανθρώπου δεν υπάρχει, ούτε και νοείται.
Απ: ότι (= γιατί ) η ύπαρξή μας (εξωτερική και εσωτερική) πραγματοποιείται μέσα σε ένα ιδιότυπο χώρο που αποτελείται και από τις δυο καταστάσεις, αυτοτέλεια και συνάμα υποτέλεια . .,
Κ : ότι επομένως ούτε πλήρως να ελευθερωθεί ούτε πλήρως να δουλωθεί γίνεται ο άνθρωπος ∙ όλοι είμαστε λίγο ως πολύ ελεύθεροι μέσα στη δουλεία μας και δούλοι μέσα στην ελευθερία μας.
► Σχόλια και παρατηρήσεις: Κάθε συγγραφέας γράφει τον λόγο του σε μια πρόταση με ορισμένες λέξεις και με ορισμένη διατύπωση. Οι λέξεις αυτές τον οδηγούν να διαμορφώσει την παραπέρα διατύπωση ανάλογα ∙ είναι κατά κάποιο τρόπο δέσμιος των λέξεων που χρησιμοποίησε. Έτσι ο Ε. Παπανούτσος, μετά το «να δεχθούμε» χρησιμοποιεί συνέχεια το «ότι», ακόμα και για τις αποδεικτικές. Εκεί το «ότι» χρησιμοποιείται αντί του «γιατί».
===

Η ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΉ ΑΠΌΛΑΥΣΗ
Αν διαβάσουμε το δοκίμιο «Η τέχνη του επιχειρήματος» του Ε. Παπανούτσου, θα βρούμε να αναφέρει τα ακόλουθα σημαντικά, που αφορούν τον αποδεικτικό λόγο. Το απόσπασμα που ακολουθεί παρατίθεται περιληπτικά και με ελεύθερη διατύπωση σε ορισμένα σημεία.
«Το πρώτο και κύριο προσόν σε ένα επιχείρημα είναι το γερό, το στέρεο και άρρηκτο, λογικό δέσιμο των προτάσεών του. . .Η αρχή θα είναι μια αναμφισβήτητα παραδεγμένη, αυτονόητη πρόταση ,θα ακολουθούν καλά δεμένοι μεταξύ τους διαλογισμοί ( σ. σ. οι αποδεικτικές δηλαδή προτάσεις) και το τέλος θα είναι εκείνη ακριβώς η πρόταση που με τους δια λογισμούς μας επιδιώξαμε να τη βεβαιώσουμε ως αληθή, ή να την απορρίψουμε ως ψευδή. . .Αυτόν τον λογικό ειρμό, μπορούμε να τον πούμε γεωμετρικό, γιατί χρησιμοποιείται πολύ στην ευκλείδεια γεωμετρία. Εντελώς διαφορετικός είναι ο ψυχολογικός ειρμός, γιατί αυτός σχηματίζεται τυχαία και με ποικίλλουσες από άτομο σε άτομο υποκειμενικές εμπειρίες.
« Εκτός από το «γεωμετρικό» επιχείρημα, υπάρχει κι ένας άλλος τύπος πολύ συνηθισμένος στην καθημερινή ζωή, που οδηγεί άμεσα στο αποτέλεσμά του με μιαν εύστοχη εικόνα, αλληγορία ή «παραβολή». Δεν τεκμηριώνει τόσο την αλήθεια, όσο κάνει φανερό το ψεύδος ενός ισχυρισμού. Στο είδος αυτό διαπρέπουν οι «θυμόσοφοι».
« Υπάρχει εξάλλου η τεχνική, αλλά και η ηθική του επιχειρήματος, καθώς δεν είναι καθόλου σπάνια και τα ανέντιμα επιχειρήματα. Τα ανέντιμα είναι εκείνα που δόλια, με δεξιοτεχνία και φραστικές ακροβασίες παρουσιάζουν το μικρό σαν μεγάλο και το μεγάλο σαν μικρό (τον ήσσονα λόγον κρείσσονα, και τον κρείσσονα λόγον ήσσονα), την ασθενή θέση ισχυρή και την ισχυρή θέση σαν ασθενή. Κάποια πείρα του ανέντιμου επιχειρήματος έχουμε όλοι από τους δικηγορικούς λόγους, τους πολιτικούς λόγους, ακόμη και από μερικά εκκλησιαστικά κηρύγματα. [. . .] .

► Διαβάζοντας το κείμενο αυτό όλοι μας, εκτός του ότι μαθαίνουμε κάποια σημαντικά πράγματα, αισθανόμαστε και μια γνωσιολογική απόλαυση. Φυσικά, παρόμοια απόλαυση αισθανόμαστε από πληθώρα αποδεικτικών κειμένων, είτε μαθηματικών, είτε της φυσικής, είτε της χημείας, κοσμολογίας, φιλοσοφίας κτλ, κτλ..
Τα αποδεικτικά κείμενα μας δίνουν συνήθως γνωσιολογική απόλαυση, χωρίς να αποκλείεται η περίπτωση να μας δίνουν ορισμένα και αισθητική απόλαυση.
====

Διαφορές αποδεικτικού λόγου με την περιγραφή και την αφήγηση
Από όσα εκτέθηκαν για τον αποδεικτικό λόγο και από όσα αναφέρθηκαν στις αναρτήσεις για την περιγραφή και την αφήγηση, η διαφορά τους είναι εμφανής και πρόδηλη. Ας τονίσουμε όμως τα κυριότερα σημεία, ιδιαίτερα για όσους αναγνώστες μας είναι ακόμα μαθητές.
1.- Στην περιγραφή και στην αφήγηση κυρίαρχη λογική είναι η διαίρεση. Στην περιγραφή διαιρούμε ένα αντικείμενο στα μέρη του και στις παραγράφους μας αναφέρουμε τα μέρη και τα χαρακτηριστικά τους. Στην αφήγηση, διαιρούμε το χρόνο σε χρονικές περιόδους ή χρονικές στιγμές και αναφέρουμε τα κυριότερα γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διάρκειά τους.
Στην απόδειξη κυρίαρχη λογική είναι η συλλογιστική λογική, ή με άλλα λόγια ο συλλογισμός (σε άλλες περιπτώσεις παραγωγικός, σε άλλες επαγωγικός).
Φυσικά, και στην περιγραφή και στην αφήγηση κάνουμε συνέχεια συλλογισμούς, μια και ό,τι λέμε ή γράφουμε είναι πάντοτε το αποτέλεσμα ενός ή περισσότερων συλλογισμών, αλλά δεν αναφέρουμε ολόκληρο το συλλογισμό παρά μόνο το τελικό συμπέρασμά μας.
Αντίθετα, στην αποδεικτική παράγραφο αναφέρουμε όλη τη σειρά του συλλογισμού μας, δηλαδή αποδεικτικές και συμπέρασμα.
2.- Ακόμα και όταν στην περιγραφή και στην αφήγηση οι επιστήμονες αναφέρουν συμπεράσματα, αναφέρουν μόνο τα συμπεράσματά τους χωρίς καθόλου αποδεικτικές.
3.- Επίσης ο αποδεικτικός λόγος έχει ως θεματική πρόταση κάποιο συμπέρασμα, που πρέπει να το αποδείξουμε. Ενώ στην περιγραφή και στην αφήγηση, η θεματική πρόταση είναι κάτι που προκύπτει από διαίρεση, κάτι που δεν το αποδεικνύουμε, άσχετα αν πρέπει να είναι ορθό και όχι λανθασμένο.
Διαφορετική λοιπόν από άποψη ουσίας, είναι η θεματική πρόταση στην αποδεικτική παράγραφο και διαφορετική στην περιγραφή και στην αφήγηση.
4.- Ένα άλλο σημείο στο οποίο διαφέρουν, είναι ότι η αποδεικτική παράγραφος μπορεί να τελειώνει σε κατακλείδα (σε συμπέρασμα), ενώ στην περιγραφική και αφηγηματική παράγραφο δεν θα βρούμε ποτέ κατακλείδα/ συμπέρασμα. Απλώς, σε ένα περιγραφικό ή σε ένα αφηγηματικό κείμενο θεωρούμε ως κατακλείδα την τελευταία του παράγραφο.
====

Ο ΛΟΓΟΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΕΝΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΗ
Ο λόγος στα χέρια ενός λογοτέχνη γίνεται εργαλείο για να μας αφηγηθεί, ταυτόχρονα να μας περιγράψει, να μας προτρέψει σε στοχασμούς ή να μας αποδείξει κάτι και παράλληλα να μας δώσει μια αισθητική απόλαυση. Όλα αυτά, ή τα περισσότερα από αυτά, μαζί σε ένα κείμενο.
Ένα τέτοιο διήγημα είναι «Τα παιδιά με τα κλωνάρια» του Άγγελου Τερζάκη, που αναφέρεται στο σχολικό βιβλίο της Γ Λυκείου, Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Ξεκινάει σαν αφήγηση, θέτει μετά το πρόβλημα του σεβασμού των νέων προς τους ηλικιωμένους, συγκρίνει τον σεβασμό άλλοτε και τώρα, βγάζει τα συμπεράσματά του και τελειώνει με στοχασμό «οι θρασείς θα φύγουν, θα τους αποβάλει μονάχο του το σώμα της αυριανής κοινωνίας . .», ενώ παράλληλα δίνει μια αξιόλογη αισθητική απόλαυση στον αναγνώστη.
Ένα άλλο τέτοιο διήγημα είναι του Μαρσέλ Προυστ (1871- 1922), που περιλαμβάνεται στο έργο του «Σε αναζήτηση του χαμένου καιρού/ Από τη μεριά του Σουάν» ∙ αναφέρεται χωρίς ιδιαίτερο τίτλο στο σχολικό βιβλίο της Γ Λυκείου «Έκφραση- Έκθεση», διήγημα που μπορούμε να το ονομάσουμε «Η ανάμνηση».
Ο Μαρσέλ Προυστ, ένας από τους μεγαλύτερους λογοτέχνες του 20 αιώνα, στο διήγημα αυτό ξεκινάει με αφήγηση, θυμάται κάτι όταν σε μια στιγμή πίνει τσάι και τρώει ένα γλυκό, - και τότε θέτει πρόβλημα για το από πού του προήλθε αυτή η θύμηση,
- ύστερα, λέει σαν θεματική περίοδο,
«Όταν από ένα μακρινό παρελθόν, τίποτα δεν επιζεί, αφού πεθάνουν οι άνθρωποι, αφού καταστραφούν τα άψυχα, μόνες τους πιο φθαρτές, αλλά πιο μακρόβιες, πιο άυλες, πιο επίμονες, πιο πιστές, η όσφρηση και η γεύση ζουν για καιρό ακόμα, σα τις ψυχές, για να θυμούνται, να περιμένουν, να ελπίζουν, πάνω σε όλα αυτά τα ερείπια, να βαστούν χωρίς να λυγίζουν, πάνω στη μικρή σχεδόν άυλη σταγόνα τους, το τεράστιο οικοδόμημα της ανάμνησης».
- και λύνει το πρόβλημα με τις ακόλουθες αποδεικτικές:
«Και μόλις αναγνώρισα τη γεύση (από το γλυκό, πού έτρωγε και όταν ήταν παιδί στο πατρικό του σπίτι στο Κομπραί) αμέσως το παλιό γκρίζο σπίτι. . .ήρθε σα σκηνικό θεάτρου να στηθεί μπροστά μου . .. και μαζί με το σπίτι, την η πόλη (από την οποία είχε φύγει πριν πολλά χρόνια). . . τους δρόμους . ..τα εξοχικά δρομάκια . . .Και σαν παιχνίδι που διασκεδάζει του Ιάπωνες, όταν μουσκεύουν. . .μικρά κομμάτια χαρτί, αξεχώριστα ως τότε, μόλις βραχούν, τεντώνονται, στρίβουν, χρωματίζονται . .. γίνονται λουλούδια, σπίτια. . πρόσωπα που τα αναγνωρίζεις, έτσι και τώρα όλα τα λουλούδια του κήπου μας και του πάρκου του κυρίου Σουάν, και τα νούφαρα . . και οι καλοί άνθρωποι . . και η εκκλησία κι όλο το Κομπραί, . . .βγήκαν από το φλιτζάνι μου με το τσάι».
► Στα χέρια ενός λογοτέχνη, η αυστηρότητα της θεματικής πρότασης/ περιόδου και των αποδεικτικών προτάσεων χάνεται, εξανεμίζεται, και μένει, χωρίς να παραβιάζονται καθόλου οι κανόνες της αποδεικτικής λογικής, σαν κυρίαρχο στοιχείο μόνον η αισθητική απόλαυση, από το χρώμα των λέξεων, τις εικόνες και τις εκφραστικές διατυπώσεις που περιέχει. Και όμως με αυτό του το κείμενο, που είναι αποδεικτικό, ο συγγραφέας μάς αποδεικνύει πώς δημιουργείται η ανάμνηση από τη γεύση και την όσφρηση, ίσως μάλιστα προτού ακόμα η επιστήμη να διατυπώσει την ίδια άποψη.
========================================================================

=========
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

Ι. Οι παραγωγικοί και οι επαγωγικοί συλλογισμοί
Οι συλλογισμοί χωρίζονται σε δυο μεγάλες γενικές κατηγορίες: στους παραγωγικούς και στους επαγωγικούς. Οι παραγωγικοί παρουσιάζουν το συμπέρασμα ως βέβαιο ενώ οι επαγωγικοί ως πιθανό.
Όλοι οι συλλογισμοί είτε παραγωγικοί είτε επαγωγικοί, εμφανίζονται στον πραγματικό λόγο με κάποιον από τους τύπους παραγράφων που είδαμε στην ενότητα "αποδεικτικός λόγος".
===
-ΟΙ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΙ ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΙ
Οι παραγωγικοί συλλογισμοί γίνονται με πράγματα που ξέρουμε, γι’ αυτό δεν προσθέτουν κάποια καινούργια γνώση στον άνθρωπο. Απλά, βεβαιώνουν μια γνώση που ήδη ξέρουμε, και αυτή είναι η σημαντική τους συνεισφορά. (Πχ ξέρουμε όλοι όσοι πηγαίνουμε στο Λύκειο, ότι βία υπήρχε σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας, το συμπέρασμα ότι βία υπήρχε πάντα δεν προσθέτει κάτι καινούργιο στις γνώσεις μας, μας βεβαιώνει όμως ότι έτσι έχουν τα πράγματα).

-ΟΙ ΕΠΑΓΩΓΙΚΟΙ ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΙ
Οι επαγωγικοί συλλογισμοί ξεκινάν από πράγματα που ξέρουμε και υποθέτουν, πιθανολογούν, για κάτι που δεν ξέρουμε. (Πχ: ξέρουμε ότι όπου υπάρχει στη γη νερό υπάρχει και ζωή ∙ αν στον Άρη υπάρχει νερό, υποθέτουμε/ πιθανολογούμε ότι υπάρχει και εκεί ζωή).
Οι ερευνητές επιστήμονες θεωρούν τον επαγωγικό συλλογισμό ως τον συλλογισμό που τους βοηθάει να πηγαίνουν από το γνωστό στο άγνωστο, και αυτόν κυρίως χρησιμοποιούν στις έρευνές τους. Ξεκινώντας από κάτι γνωστό, υποθέτουν και με επαγωγικούς συλλογισμούς βγάζουν συμπέρασμα για κάτι άγνωστο ακόμα . Ύστερα με πειράματα, πολλές φορές πολύ δαπανηρά, προσπαθούν να ελέγξουν αν το συμπέρασμά τους είναι σωστό, αν δηλαδή αληθεύει η θεωρία τους. Αν δεν αληθεύει την απορρίπτουν. Αν αληθεύει προχωρούν στην εφαρμογή της θεωρίας και βλέπουμε όλοι, τότε, τα τρομερά επιτεύγματά τους.
Αν τα συμπεράσματά τους με τα πειράματα επαληθευτούν, τότε οι επαγωγικοί τους συλλογισμοί μετατρέπονται σε παραγωγικούς, μια και υπάρχουν πλέον αποδεικτικές, τεκμήρια δηλαδή, που τους επιβεβαιώνουν. Τους μαθαίνουμε μετά και όλοι εμείς οι υπόλοιποι μέσα από τα μαθήματά μας ή μέσα από εκλαϊκευμένα επιστημονικά περιοδικά, και τους χρησιμοποιούμε στα αποδεικτικά κείμενά μας.
. / .
Για μια καλύτερη επαφή με τους συλλογισμούς αυτούς, ας αναφέρουμε πολύ περιληπτικά έστω τα ονόματά τους όπως τα παραθέτει σε σύγγραμμά του ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Φίλιππος Β. Καργόπουλος, που τονίζει ότι οι επαγωγικοί συλλογισμοί διακρίνονται σε έξι βασικά είδη :
Α) Επαγωγή από δείγμα σε όλο, που χωρίζεται σε επαγωγική γενίκευση και σε στατιστική γενίκευση.
Β) Επαγωγή από όλο σε δείγμα, που χωρίζεται σε άμεσο στατικό συμπερασμό και σε άμεσο ατομικό συμπερασμό.
Γ) Επαγωγή από δείγμα σε δείγμα, που χωρίζεται σε Κανονική πρόβλεψη, σε στατιστική πρόβλεψη και σε ατομική πρόβλεψη (Σ.Σ.εδώ μάλλον υπάγεται η αναλογία, που τη θεωρεί ο συγγραφέας ασθενές είδος επαγωγής, σελ. 107 υου βιβλίου του).
Δ) Υποθετικοπαραγωγική μέθοδος.
Ε) Συμπερασμός προς την καλύτερη εξήγηση ή απαγωγή.
ΣΤ) Αποκλειστική επαγωγή, που χωρίζεται σε κανονική μέθοδο συμφωνίας, σε αντίστροφη μέθοδο συμφωνίας, σε μέθοδο διπλής συμφωνίας, σε μέθοδο της διαφοράς, σε σύνθετη μέθοδο συμφωνίας και διαφοράς, σε μέθοδο των υπολοίπων, και σε μέθοδο των συνακόλουθων μεταβολών.
=======

ΙΙ. Η ΛΟΓΙΚΗ ΣΤΟΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΛΟΓΟ
-Η επιστήμη της Λογικής εξιχνίασε μέχρι σήμερα πολλά και διάφορα ζητήματα (τις έννοιες, τις κρίσεις, τους συλλογισμούς κλπ) και βοήθησε τον άνθρωπο στις γνωστές σε όλους μας μεγαλειώδεις επιτεύξεις του. Δεν ασχολήθηκε όμως έντονα με τον πραγματικό καθημερινό λόγο και δεν μας μιλάει για πολλά και διάφορα ζητήματα που τον αφορούν. Παραδείγματος χάρη τι είναι παράγραφος, πώς συνδέονται οι παράγραφοι μεταξύ τους, τι είναι κείμενο κλπ. Τα ζητήματα αυτά προσπαθούν να τα λύσουν αιώνες τώρα οι γλωσσολόγοι και οι φιλόλογοι, που έχουν άμεση επαφή και σχέση με τον καθημερινό πραγματικό λόγο, με την παράγραφο δηλαδή και το κείμενο, και πρέπει να ενημερώσουν με τις λύσεις που δίνουν στα ερωτήματα αυτά και όλους εμάς του υπόλοιπους, και κυρίως τους μαθητές τους.
Ας δούμε μερικά από αυτά τα ζητήματα και ας προσπαθήσουμε να τα εξιχνιάσουμε.

-Ο ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Η Λογική μας λέει ότι σε έναν ορθό λόγο επικρατούν οι νόμοι της ταυτότητας, της μη αντίφασης, του αποκλειόμενου τρίτου ή μέσου, του επαρκούς λόγου και της αιτιότητας . Στον πραγματικό καθημερινό λόγο επικρατεί και ένας άλλος νόμος, ο νόμος της οικονομίας, που διαφοροποιεί κάπως τα πράγματα από εκείνα που λέει η Λογική. Έτσι, για παράδειγμα, βρίσκουμε πολλές φορές σε ένα κείμενο να αναφέρεται μια ή περισσότερες αποφάνσεις χωρίς ο συγγραφέας του να αποδεικνύει καμιά από αυτές, γιατί θεωρεί ότι ο αναγνώστης που θα διαβάσει το κείμενο γνωρίζει την αλήθεια αυτών των αποφάνσεων και δεν θέλει αποδείξεις (βλέπε την ατελή παράγραφο, τη διπλή με ατελείς παράγραφο και την πολλαπλή με ατελείς παράγραφο). Ή βρίσκουμε σε μια παράγραφο να λαμβάνεται ως θεματική της πρόταση η κατακλείδα της προηγούμενης παραγράφου, χωρίς αυτή η κατακλείδα να επαναλαμβάνεται στη νέα παράγραφο. Γενικά στον πραγματικό καθημερινό λόγο βρίσκουμε και άλλα φαινόμενα, πέρα από όσα μας λέει η Λογική.

-ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΦΗΓΗΣΗ
Εξάλλου η επιστήμη της Λογικής δεν ασχολήθηκε σχεδόν καθόλου με την περιγραφή και την αφήγηση, γι’ αυτό και δεν λύνει πολλά ζητήματα που τις αφορούν, όπως ότι τόσο στην περιγραφή όσο και στην αφήγηση κυρίαρχη λογική είναι η λογική της διαίρεσης, ότι στην περιγραφή διαιρούμε ένα αντικείμενο στα μέρη του και ότι ο τρόπος να περιγράψουμε είναι να αναφέρουμε τα κυριότερα μέρη του αντικειμένου και τα χαρακτηριστικά τους, και ότι ο τρόπος να αφηγηθούμε είναι να διαιρέσουμε το χρόνο και να αναφέρουμε το τι ουσιαστικό συνέβηκε σε κάθε χρονικό διάστημα ή χρονική στιγμή. Ούτε μίλησε η Λογική πώς συμπλέκεται η περιγραφή και η αφήγηση με την απόδειξη, οπότε δημιουργείται αντίστοιχα η ιδιότυπη περιγραφή και η ιδιότυπη αφήγηση.

-ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟ ΛΟΓΟ
-Οι λεπτομέρειες και οι επεξηγήσεις
Αλλά και ζητήματα του «καθημερινού» αποδεικτικού λόγου που προκαλούν ερωτήματα δεν τα έλυσε η επιστήμη της Λογικής. Για παράδειγμα τι είναι μέσα σε ένα συλλογισμό το παράδειγμα, τι είναι η αιτιολόγηση, η σύγκριση και αντίθεση, και γενικά πώς αναπτύσσουμε/ συντάσσουμε/ δομούμε/ κατασκευάζουμε/ οργανώνουμε μια αποδεικτική παράγραφο;
Η θεωρία δομής, ακολουθώντας μια παλιά παράδοση, λέει τη φράση ότι γενικά η παράγραφος αναπτύσσεται/ οργανώνεται/ δομείται «με ορισμό, διαίρεση, παράδειγμα, αιτιολόγηση, με σύγκριση και αντίθεση, με αναλογία, με επιχείρημα, με συλλογισμό, με επεξηγήσεις ή με συνδυασμό αυτών των μεθόδων», πρόσθεσε μάλιστα για να καλύψει όλη τη γκάμα των περιπτώσεων και «με λεπτομέρειες».
Σε όλα αυτά όμως υπάρχει μια ασάφεια όπως και αρκετή ταυτολογία.
Καταρχήν ο όρος «λεπτομέρειες» είναι τελείως γενικός, περιλαμβάνει τα πάντα, άρα ασαφής και χαοτικός. Πρέπει λοιπόν να τον εξειδικεύσουμε. Στο συντακτικό της παραγράφου τον απομακρύναμε από την περιγραφή και την απόδειξη και τον κρατήσαμε μόνον για την αφήγηση, όπου εκεί ως λεπτομέρειες μπορούμε να εννοούμε οτιδήποτε υπάγεται στο ρήμα.
Δεύτερο σημείο που χρειάζεται διευκρίνιση είναι τι ρόλο διαδραματίζουν οι επεξηγήσεις και αν μπορούνε να θεωρούμε ότι υπάρχει «παράγραφος με επεξηγήσεις». Οι επεξηγήσεις δεν έχουν σχέση με τη λογική πορεία που ακολουθούμε σε μια παράγραφο, αλλά μόνον με την κατανόηση από τον αναγνώστη ορισμένων όρων που βάζουμε μέσα στην παράγραφο και που θεωρούμε ότι ενδέχεται να μην τους γνωρίζει. Με άλλα λόγια, οι επεξηγήσεις πάντοτε μπορούν να λείψουν από μια παράγραφο, περιγραφική, αφηγηματική ή αποδεικτική. Απλά τότε ο αναγνώστης της δεν θα την κατανοήσει ίσως ικανοποιητικά. Άρα οι επεξηγήσεις δεν είναι βασικό μέρος μιας παραγράφου. Επεξηγήσεις βέβαια πρέπει να βάζουμε σε μια παράγραφο, όταν χρειάζεται, αλλά αυτό δεν σημαίνει ανάπτυξη της παραγράφου με επεξηγήσεις.

-Οι ταυτολογίες
Το τρίτο και πιο σημαντικό σημείο που πρέπει να διαλευκάνουμε είναι η ταυτολογία που περιέχουν όλα τα υπόλοιπα που αναφέρονται στη φράση, και που αφορούν κυρίως την αποδεικτική παράγραφο, ότι δηλαδή η (αποδεικτική) παράγραφος αναπτύσσεται/ οργανώνεται «με ορισμό, διαίρεση, παράδειγμα, αιτιολόγηση, με σύγκριση και αντίθεση, με αναλογία, με επιχείρημα, με συλλογισμό, ή με συνδυασμό αυτών των μεθόδων».
Όπως θα δείξουμε αμέσως παρακάτω όλα αυτά αποτελούν στοιχεία συλλογισμού ή και ολόκληρο συλλογισμό, οπότε αρκεί να πούμε ότι η (αποδεικτική) παράγραφος αναπτύσσεται με ένα και μόνο τρόπο: με συλλογισμό.

Ο συλλογισμός αποτελείται από δυο στοιχεία, από δύο τμήματα: από προκείμενες και από συμπέρασμα. Έτσι:
Α), η αιτιολόγηση σε ένα συλλογισμό είναι το ένα στοιχείο και το συμπέρασμα που θα βγάλουμε απ’ αυτή το άλλο στοιχείο (ο Σωκράτης ήταν θνητός, γιατί ήταν άνθρωπος).
Β), Το ίδιο συμβαίνει και με το παράδειγμα/ παραδείγματα : είναι το ένα στοιχείο του συλλογισμού, δηλαδή οι προκείμενες, ενώ το συμπέρασμα είναι το δεύτερό του στοιχείο (θα δούμε στο αμέσως παρακάτω κεφάλαιο τι είπε ο Αριστοτέλης για το παράδειγμα)
Γ), Η σύγκριση και αντίθεση μας δίνει το ένα στοιχείο ενός συλλογισμού, τις προκείμενες, και από αυτές βγάζουμε το δεύτερο στοιχείο, δηλαδή το συμπέρασμα.
Δ), Η διαίρεση εξάλλου όταν υπάρχει σε έναν συλλογισμό μας δίνει τις προκείμενες, το ένα του στοιχείο του δηλαδή, με δεύτερο το συμπέρασμα (η ποίηση μπορεί να χωριστεί σε τρία μέρη, σε επική, λυρική και δραματική).
Όσον αφορά τα υπόλοιπα:
Ε), ο ορισμός ή είναι ένας ατελής συλλογισμός (δέντρο αποκαλούμε το φυτό που έχει ρίζες, κορμό και φύλλα) ή όταν συνοδεύεται και από παράδειγμα/ παραδείγματα είναι ένας πλήρης συλλογισμός (δέντρο αποκαλούμε το φυτό που έχει ρίζες, κορμό και φύλλα, όπως για παράδειγμα τη μηλιά, την πορτοκαλιά, τον φοίνικα).
ΣΤ), η αναλογία είναι συλλογισμός, όπως και το επιχείρημα, όπως φυσικά και ο συλλογισμός. Εδώ, μάλιστα, φαίνεται τελείως καθαρά ότι η φράση περιέχει ταυτολογία, λέγοντας ότι η παράγραφος αναπτύσσεται «με αναλογία, επιχείρημα, συλλογισμό/ συλλογισμούς» αφού όλα αυτά είναι είδη συλλογισμού ή αυτό που αποκαλούμε συλλογισμό.
Άρα, η αποδεικτική παράγραφος αναπτύσσεται/ οργανώνεται/ συντάσσεται/ δομείται/ κατασκευάζεται με συλλογισμό, με μια δηλαδή και μόνο μέθοδο.
Αυτό ήδη το είπε εδώ και αιώνες ο Αριστοτέλης στα Αναλυτικά του, όπου αναφέρει «έστι δε απόδειξις συλλογισμός τις» και απλώς δεν το πρόσεξαν όσοι ασχολήθηκαν με την παράγραφο.
=========

-Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
(Ρητορική, μετάφραση Δρ Η. Π. Νικολούδης, έκδοση Οδυσσέας Χατζόπουλος Αριστοτέλης Άπαντα βιβλίο 28 – Σχόλια: φιλολογική ομάδα Κάκτου)
Σελ. 61 . . .Από τις μεθόδους, δυνάμει των οποίων αποδεικνύουμε πραγματικά ή φαινομενικά, καθώς ακριβώς προκειμένου και για τη διαλεκτική το ίδιο και στην περίπτωση της ρητορικής, η μία είναι η επαγωγή και η άλλη ο συλλογισμός πραγματικός ή φαινομενικός, καθότι και εδώ το παράδειγμα είναι επαγωγή, το ενθύμημα συλλογισμός και το φαινομενικό ενθύμημα φαινομενικός συλλογισμός. Ονομάζω ως εκ τούτου ενθύμημα τον ρητορικό συλλογισμό και παράδειγμα τη ρητορική επαγωγή. Όλοι εξάλλου οι ρήτορες δημιουργούν πίστεις χρησιμοποιώντας ως αποδεικτικά μέσα είτε ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ είτε ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ και τίποτα άλλο πέρα από αυτά.
. . . Το τι διαφορά υπάρχει μεταξύ παραδείγματος και ενθυμήματος είναι φανερό από τα Τοπικά (εκεί πράγματι, πρωτοέγινε λόγος για συλλογισμό και επαγωγή, δηλαδή η κατάδειξη επί τη βάσει πολλών και ομοίων περιπτώσεων ότι έτσι έχει το πράγμα στη διαλεκτική είναι επαγωγή και στη ρητορική παράδειγμα ' {Βλέπε Τοπικά Α 12} όταν όμως από την παρουσία ορισμένων πραγμάτων προκύπτει δυνάμει αυτών κάτι διαφορετικό από αυτά με το να είναι αυτά [ αληθή] είτε σε όλες είτε στις περισσότερες περιπτώσεις στη διαλεκτική [καλείται] συλλογισμός και στη ρητορική ενθύμημα.
Σελ. 63 . . . Ενώ όμως δεν είναι λιγότερο πειστικοί οι λόγοι οι οποίοι συγκροτούνται από παραδείγματα, χειροκροτούνται περισσότερο αυτοί που κάνουν χρήση ενθυμημάτων.
Ώστε: ο Αριστοτέλης λέει ότι το ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ είναι ΕΠΑΓΩΓΗ, οι προκείμενες δηλαδή ενός επαγωγικού συλλογισμού.
Βέβαια, μετά από τόσους αιώνες γνώσης που συσσωρεύτηκαν μετά τον Αριστοτέλη, μπορεί ίσως να λεχθεί ότι σε πολλές περιπτώσεις τα παραδείγματα ως προκείμενες μας δίνουν πολλές φορές παραγωγικό συλλογισμό, και όχι πάντοτε μόνον επαγωγικό.
====

Γ)ΤΑ ΔΥΟ ΕΙΔΗ ΤΗΣ ΔΙΑΡΕΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
Ο Αριστοτέλης όπως είναι γνωστό είπε ότι εκτός από τη συλλογιστική κρίση, υπάρχει και διαιρετική κρίση.
Τη διαιρετική κρίση μπορούμε να τη χωρίσουμε σε δυο είδη, στην «απλή διαιρετική κρίση» και στη λεγόμενη «λογική διαίρεση».
Α) Την απλή διαιρετική κρίση την κάνουμε βέβαια με λογική, αλλά όχι με αυστηρή λογική, όχι με αυστηρό ορθολογισμό και τη χρησιμοποιούμε στην περιγραφή και στην αφήγηση. Έτσι πχ όταν περιγράφουμε μια φορεσιά τη χωρίζουμε σε όσα μέρη θεωρούμε σκόπιμο και όχι σε όλα, και αναφέρουμε αυτά που επιλέξαμε παραλείποντας τα υπόλοιπα. Το ίδιο συμβαίνει και στην αφήγηση, όπου λόγου χάρη από τη δράση ενός προσώπου αναφέρουμε τα μέρη (τις ενέργειες) που επιλέγουμε και όχι όλα/ όλες.
Η απλή διαιρετική κρίση δεν είναι εξαντλητική. (Μας αφήνει περιθώρια να επιλέξουμε).
Β) Τη λογική διαίρεση την κάνουμε με ορθολογισμό και τη χρησιμοποιούμε στον αποδεικτικό λόγο. Διαιρούμε ένα αντικείμενο με κάποια βάση και βρίσκουμε τα μέρη (τα είδη) στα οποία χωρίζεται το αντικείμενο με τη συγκεκριμένη διαιρετική βάση. Έτσι, αν πρόκειται να χωρίσουμε τα πλοία με βάση τη δύναμη που τα κινεί, θα πούμε ότι τα πλοία χωρίζονται σε κωπήλατα, ιστιοφόρα, ατμοκίνητα, πετρελαιοκίνητα και σε πυρηνοκίνητα. Αν όμως χωρίσουμε τα πλοία με άλλη διαιρετική βάση, πχ με βάση το σκοπό που τα κατασκευάζουμε, θα τα χωρίσουμε στα είδη: πλοία ψυχαγωγίας, συγκοινωνίας, αλιευτικά, μεταφορικά, ερευνών, και πολέμου (Βλέπε Λογική Ε. Παπανούτσου, κεφάλαιο 6).
Η λογική διαίρεση προσπαθεί να είναι εξαντλητική. Εξαντλητική είναι όταν τα είδη στα οποία χωρίζεται ένα αντικείμενο είναι σχετικά λίγα και μπορούμε να τα εντοπίσουμε με ακρίβεια. Όταν τα είδη είναι πολλά ή υπάρχει διχογνωμία για το ποια ακριβώς είναι, ή δεν μπορούμε να τα εντοπίσουμε εύκολα, τότε η λογική διαίρεση προσπαθεί να είναι εξαντλητική.
Παράδειγμα εξαντλητικής λογικής διαίρεσης είναι το παραπάνω με τα πλοία. Παράδειγμα αδυναμίας η λογική διαίρεση να είναι εξαντλητική, είναι όταν θα προσπαθήσουμε να χωρίσουμε την ποίηση στα είδη της, όπου υπάρχουν διχογνωμίες και λαμβάνοντάς τες υπόψη θα πούμε ότι «η ποίηση μπορεί να χωριστεί αδρομερώς σε επική, λυρική και δραματική».

-Η ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟ
Η διαίρεση μπορούμε να πούμε ότι συμμετέχει στο λόγο συνεχώς και με διάφορες μορφές. Και είδαμε πώς συμμετέχει στην περιγραφή και στην αφήγηση στην ενότητα όπου μιλήσαμε για την περιγραφή και για την αφήγηση. Μάλιστα, εκεί συμμετέχει ως απλή διαιρετική κρίση (πχ διαιρούμε τη φορεσιά σε μέρη με ένα τρόπο λογικό βέβαια, αλλά όχι απόλυτα ορθολογικό- με ένα τρόπο υποκειμενικό και άρα όχι αντικειμενικό).
Στον αποδεικτικό λόγο η διαίρεση συμμετέχει ως λογική διαίρεση, και την χρησιμοποιούμε είτε για να σχηματίσουμε τη θεματική πρόταση, είτε τις αποδεικτικές προτάσεις, είτε τα «διάφορα». Παραδείγματα:
α) ως θεματική πρόταση: Η ποίηση χωρίζεται αδρομερώς σε επική, λυρική και δραματική.
β) ως αποδεικτικό υλικό : Θεματική πρόταση: Η ποίηση μπορεί να χωριστεί σε τρία μέρη
Αποδεικτικές προτάσεις: σε επική, σε λυρική και σε δραματική.
γ) ως διάφορα (Από κείμενο του Χ. Τσολάκη): Θεματική πρόταση: Η φιλία ενώνει όλους τους ανθρώπους του πλανήτη μας .
Αποδεικτικές προτάσεις: Τότε, εντελώς ανεπαίσθητα, εισχωρεί παντού και καλύπτει όλα τα πλάτη και μήκη, φέρνοντας κοντά όλους τους ανθρώπους
«Διάφορα»: μικρούς και μεγάλους, νέους και γέρους, άνδρες και γυναίκες, πλούσιους και φτωχούς
ΣΧΟΛΙΟ για τη γ ΄ περίπτωση: εδώ η λογική διαίρεση των ανθρώπων σε μικρούς και μεγάλους κτλ, χρησιμοποιείται στην παράγραφο ως «διάφορα». Και να έλειπαν τα διάφορα η συλλογιστική πορεία της παραγράφου δεν θα καταστρεφότανε.
======

Δ) Ο ΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟ
Υπάρχουν διάφορα είδη ορισμού και κάθε είδος έχει και μια ονομασία (πχ δεικτικός, συμβατικός, περιγραφικός, γεννητικός, ορισμός κατά πλάτος, ορισμός κατά βάθος κτλ, κτλ).
Ο ορισμός στον αποδεικτικό λόγο είναι συνήθως ένα συμπέρασμα** που εμφανίζεται είτε ως ατελής παράγραφος, είτε ως παράγραφος που εκτός από τη θεματική πρόταση έχει και παραδείγματα, δηλαδή αποδεικτικές προτάσεις. Παραδείγματα:
1ο : Κατανάλωση εννοούμε τη χρησιμοποίηση από μέρους μας αγαθών και υπηρεσιών που παράγουν άλλοι.
2ο : Κατανάλωση εννοούμε τη χρησιμοποίηση από μέρους μας αγαθών και υπηρεσιών που παράγουν άλλοι. Όπως η βρώση ψωμιού, η ένδυση, τα υποδήματα, η χρήση ενός ταξί ή άλλου μεταφορικού μέσου, η εξέτασή μας από έναν γιατρό κτλ.
Γενικά: Για να σχηματίσουμε τη θεματική πρόταση (αυτή που αποτελεί τον ορισμό) χρησιμοποιούμε το ρήμα λέγεται, είναι , ορίζουμε , αποκαλούμε ή κάποιο παρόμοιο. Έτσι λόγου χάρη λέμε: κατανάλωση είναι ή εννοούμε, ή σημαίνει, κτλ. Ή λέμε :με τον όρο κατανάλωση εννοούμε, ορίζουμε, αποκαλούμε , κλπ. Τις αποδεικτικές προτάσεις τις σχηματίζουμε αναφέροντας κάποια παραδείγματα, συνήθως περισσότερα από ένα.

Σημειώσεις :
1-Ο δεικτικός ορισμός, που είναι αυτός που δείχνουμε ένα αντικείμενο και ταυτόχρονα λέμε το όνομα του αντικειμένου (να, αυτό είναι το φεγγάρι ή να, αυτό το λέμε φεγγάρι) χρησιμεύει για να δείξουμε σε κάποιον, πχ σε ένα παιδί, ένα αντικείμενο και να του πούμε πώς το λέμε. Τέτοιος ορισμός δεν συναντιέται σε αποδεικτικά κείμενα, εκτός ίσως σπανίων περιπτώσεων. Ο συμβατικός εξάλλου ορισμός, που συναντιέται σε ορισμένα επιστημονικά/αποδεικτικά, και που δεν είναι συμπέρασμα, είναι εκείνος με τον οποίο ορίζει ένας συγγραφέας "ότι με το 'τάδε όρο' θα εννοώ από εδώ και πέρα τό τάδε πράγμα"- τέτοιος γνωστός σε όλους μας ορισμός από τα μαθηματικά είναι ο άγνωστος Χ, με τον οποίο συμβατικά εννοούμε όλοι μας τον αριθμό που θα λύσει μιαν αλγεβρική εξίσωση.
2- Υπάρχει ένας ορισμός που ονομάζεται «περιγραφικός», αλλά η ονομασία του δεν πρέπει να μας ξεγελά και να θεωρούμε ότι ανήκει στον περιγραφικό λόγο, γιατί ανήκει στον αποδεικτικό. Αναφέρουμε με αυτόν, όπως και με άλλους ορισμούς, μια γνώμη μας , ένα δηλαδή συμπέρασμά μας και τον διατυπώνουμε είτε ως ατελή παράγραφο, είτε ως παράγραφο και με παραδείγματα. Πχ. «τιμωρία είναι η επιβολή κάποιου είδους δυσάρεστης εμπειρίας από ένα άτομο που έχει κάποια εξουσία σε ένα άλλο άτομο που έχει παραβιάσει κάποιον κανόνα», ή «τιμωρία είναι η επιβολή κάποιου είδους δυσάρεστης εμπειρίας από ένα άτομο που έχει κάποια εξουσία σε ένα άλλο άτομο που έχει παραβιάσει κάποιον κανόνα, πχ το να σταθεί το τιμωρούμενο άτομο όρθιο με το ένα πόδι επί μισή ώρα, ή να μη του δοθεί το μεσημέρι φαγητό κτλ».
3- Πολλοί ορισμοί με την πάροδο των ετών αλλάζουν από διάφορες αιτίες, πχ από τις νεότερες έρευνες της επιστήμης. Έτσι ο ορισμός «κύκνοι είναι λευκά πτηνά που . . .» άλλαξε όταν ανακαλύφθηκαν στην Αυστραλία και μαύροι κύκνοι, οπότε έγινε «κύκνοι είναι πτηνά που . . .».
4. Για τον λεγόμενο συμβατικό ορισμό να πούμε ακόμα τα εξής: Γίνεται συνήθως από επιστήμονες, (αλλά και από κοινούς ανθρώπους). Έτσι ένας μαθηματικός στα παλιά χρόνια καθόρισε σε ένα σύγγραμμά του ότι με το Χ θα εννοεί τον άγνωστο που προσπαθεί να βρει για να λύσει μιαν εξίσωση. Από εκεί και πέρα χρησιμοποίησαν όλοι το Χ με αυτή την έννοια, που καθιερώθηκε. Γνωστά είναι εξάλλου τα παραδείγματα που σήμερα επιστήμονες της πληροφορικής ονομάζουν ένα "πράγμα" του υπολογιστή με ένα όνομα και το όνομα αυτό καθιερώνεται σε όλον τον κόσμο. (Σ.σ. Μάλλον ως συμβατικές ξεκίνησαν όλες οι λέξεις σε κάθε γλώσσα, πχ πέτρα ονόμασε κάποιος Έλληνας μια παλαιότατη εποχή "ένα συγκεκριμένο σκληρό πράγμα", την ονομασία αυτή την αποδέχτηκαν και οι τριγύρω του και έφθασε και σε μας τους σημερινούς Έλληνες).
.     /    .

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3
α)Παραγωγικοί συλλογισμοί (Παραδείγματα και σχόλια)
Οι παραγωγικοί συλλογισμοί, που διακρίνονται σε κατηγορικούς, σε υποθετικούς και σε διαζευκτικούς, στον πραγματικό λόγο εμφανίζονται είτε με τον τύπο 1 (αποδεικτικές + συμπέρασμα), είτε με τον τύπο 2 (θεματική πρόταση + μια αποδεικτική), είτε πολλές φορές σαν κλειστό επιχείρημα (θεματική πρόταση+ αποδεικτικές+ συμπέρασμα).
Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
1, Αποδεικτικές: «τα φάρμακα που έχουν επικίνδυνες παρενέργειες πρέπει να αποσύρονται από την κυκλοφορία. Το φάρμακο Χ αποδείχτηκε ότι έχει επικίνδυνες παρενέργειες». Συμπέρασμα: «Άρα το φάρμακο Χ πρέπει να αποσυρθεί από την κυκλοφορία.»
► Σχόλιο: Ο παραγωγικός αυτός συλλογισμός που από την επιστήμη της Λογικής ονομάζεται κατηγορικός, ξεκινάει με αποδεικτικές και καταλήγει σε συμπέρασμα. Είναι δηλαδή του τύπου 1.
-Μπορεί όμως να εμφανιστεί και ως ενθύμημα, δηλαδή με τον τύπο 2:
«Το φάρμακο Χ πρέπει να αποσυρθεί από την κυκλοφορία, γιατί αποδείχτηκε ότι έχει επικίνδυνες παρενέργειες».
-Μπορεί επίσης να εμφανιστεί με τον τύπο 3 του κλειστού επιχειρήματος:
«Το φάρμακο Χ πρέπει να αποσυρθεί από την κυκλοφορία. Γιατί ο νόμος επιβάλλει όταν ένα φάρμακο έχει επικίνδυνες παρενέργειες να αποσύρεται από την κυκλοφορία και γιατί το φάρμακο Χ αποδείχτηκε ότι έχει επικίνδυνες παρενέργειες. Άρα είναι σωστή η άποψη ότι πρέπει να αποσυρθεί από την κυκλοφορία».
. / .
2. Αποδεικτικές: «Μόνον εάν ο ποινικός νόμος αναφέρει ρητά το αδίκημα Ψ, το δικαστήριο τιμωρεί. Ο ποινικός νόμος δεν αναφέρει ρητά το αδίκημα Ψ».Συμπέρασμα: «Άρα, το αδίκημα Ψ δεν τιμωρείται από το δικαστήριο».
-Σχόλιο: Ο παραπάνω υποθετικός παραγωγικός συλλογισμός ξεκινάει με αποδεικτικές και καταλήγει σε συμπέρασμα, είναι δηλαδή του τύπου 1.
-Μπορεί όμως να εμφανιστεί και ως ενθύμημα, δηλαδή με τον τύπο 2:
«Το αδίκημα Ψ δεν τιμωρείται από το δικαστήριο, γιατί τιμωρούνται μόνον τα αδικήματα που (=εάν) προβλέπονται ρητά από τον ποινικό νόμο».
-Μπορεί εξάλλου, να εμφανιστεί και με τον τύπο 3, ως κλειστό επιχείρημα:
«Το αδίκημα Ψ δεν τιμωρείται από το δικαστήριο. Γιατί εάν ένα αδίκημα δεν αναφέρεται ρητά από τον ποινικό νόμο δεν τιμωρείται και γιατί αυτό συμβαίνει με το αδίκημα Ψ. Άρα σωστή είναι η άποψη ότι το αδίκημα Ψ δεν τιμωρείται από το δικαστήριο».
. / .
3. Αποδεικτικές: «Το έγκλημα που δικάζεται διαπράχθηκε ή με δόλο ή από αμέλεια. Τα τεκμήρια δείχνουν ότι ο δόλος αποκλείεται».Συμπέρασμα: «Άρα, το έγκλημα που δικάζεται διαπράχθηκε από αμέλεια».
-Σχόλιο: Ο παραπάνω διαζευκτικός παραγωγικός συλλογισμός ξεκινάει με αποδεικτικές και καταλήγει σε συμπέρασμα, είναι δηλαδή του τύπου 1.
-Μπορεί όμως να εμφανιστεί και ως ενθύμημα, δηλαδή με το τύπο 2:
«Το έγκλημα που δικάζεται διαπράχθηκε από αμέλεια και όχι από δόλο, γιατί αυτό αποδεικνύεται από τα προσκομισθέντα στο δικαστήριο τεκμήρια».
-Μπορεί, ακόμα, να εμφανιστεί και με τον τύπο 3, ως κλειστό επιχείρημα:
«Το έγκλημα που δικάζεται διαπράχθηκε από αμέλεια. Γιατί τα εγκλήματα διαπράττονται ή από αμέλεια ή από δόλο και γιατί τα τεκμήρια δείχνουν ότι το αδίκημα αυτό δεν διαπράχθηκε από δόλο. Άρα, σωστή είναι η άποψη ότι το έγκλημα διαπράχθηκε από αμέλεια».

ΓΕΝΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ: α) Ένας παραγωγικός συλλογισμός, είτε κατηγορικός είτε υποθετικός είτε διαζευκτικός, στον πραγματικό λόγο εμφανίζεται συνήθως με έναν από τους τύπους 1, 2, η 3. Φυσικά για την μετατροπή του από το ένα είδος στο άλλο, και από τον ένα τύπο στον άλλο, θα αλλάξει η διατύπωση, θα προστεθούν δηλαδή ή θα αφαιρεθούν κάποιες κατάλληλες λέξεις, φράσεις ή και προτάσεις ολόκληρες. β) Πολλές φορές, βέβαια, ένας παραγωγικός συλλογισμός, πέρα από τους τύπους 1,2 και 3, μπορεί να εμφανιστεί με έναν άλλον τύπο, πχ σαν ατελής παράγραφος. 3)Τον ποιο τύπο θα επιλέξουμε κάθε φορά εξαρτάται από το ζήτημα που διαπραγματευόμαστε, από τη ροή και το ύφος του λόγου μας. Αλλά και από το σε ποιον απευθυνόμαστε. Άν απευθυνόμαστε σε ένα παιδί, επιλέγουμε απλούς τύπους, αλλιώς πιο σύνθετους και περίπλοκους.

.   /   .
Β) Επαγωγικοί συλλογισμοί και σχόλια
Και οι επαγωγικοί συλλογισμοί (που είναι όπως και οι παραγωγικοί ή κατηγορικοί, ή διαζευκτικοί, ή υποθετικοί), εμφανίζονται συνήθως στον πραγματικό λόγο με έναν από τους τύπους 1, 2 ή 3. Έστω το παρακάτω παράδειγμα:
1. Αποδεικτικές: «Με βάση την εμπειρία μου, έχω σχηματίσει τη γνώμη ότι οι γυναίκες πολιτικοί υποστηρίζουν τα γυναικεία δικαιώματα». Συμπέρασμα: «Πιστεύω λοιπόν ότι η υποψήφια που επέλεξα να ψηφίσω στις επόμενες εκλογές είναι πιθανόν να ακολουθήσει την ίδια πολιτική».
► Σχόλιο: ο παραπάνω επαγωγικός συλλογισμός είναι του τύπου 1, πρώτα δηλαδή οι αποδεικτικές και μετά το συμπέρασμα.
-Μπορεί όμως να εμφανιστεί και με τον τύπο 2, ως ενθύμημα δηλαδή:
«Πιστεύω ότι η υποψήφια που επέλεξα να ψηφίσω στις επόμενες εκλογές είναι πιθανό να ακολουθήσει την πολιτική υποστήριξης των γυναικείων δικαιωμάτων, γιατί από την εμπειρία μου έχω σχηματίσει τη γνώμη ότι όταν (=εάν) μια γυναίκα εκλέγεται υποστηρίζει τα γυναικεία δικαιώματα».
-Μπορεί επίσης, να παρουσιαστεί με τον τύπο 3, ως κλειστό δηλαδή επιχείρημα:
«Πιστεύω ότι η υποψήφια που επέλεξα να ψηφίσω στις επόμενες εκλογές, είναι πιθανό να υποστηρίξει τα γυναικεία δικαιώματα. Γιατί από την εμπειρία μου έχω σχηματίσει τη γνώμη ότι οι γυναίκες που (=εάν) εκλέγονται υποστηρίζουν τα γυναικεία δικαιώματα, και γιατί αυτό υποσχέθηκε επανειλημμένα αυτή η υποψήφια. Πιστεύω, λοιπόν, ότι θα υποστηρίξει τα γυναικεία δικαιώματα».

ΓΕΝΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ: 1) Όταν μετασχηματίζουμε έναν επαγωγικό συλλογισμό από τύπο σε άλλο τύπο, τότε αλλάζουμε τη διατύπωση, προσθέτουμε δηλαδή ή αφαιρούμε κατάλληλες λέξεις, φράσεις ή και προτάσεις ολόκληρες. 2) Μπορεί όμως να εμφανιστεί με έναν από τους άλλους τύπους. 3)Τον ποιο τύπο θα επιλέξουμε κάθε φορά εξαρτάται από το ζήτημα που διαπραγματευόμαστε, από τη ροή και το ύφος του λόγου μας. Αλλά και από το σε ποιον απευθυνόμαστε. Αν απευθυνόμαστε σε ένα παιδί, επιλέγουμε απλούς τύπους, αλλιώς πιο σύνθετους και περίπλοκους.

(ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παράρτημα 3 προστέθηκε στις 18/5/2011)
======

Τα ιστολόγιά μου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου