Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2010

6) ΕΠΙΛΟΓΟΣ στις προηγούμενες αναρτήσεις


     ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ: Αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω ορισμένους φιλόλογους που με βοήθησαν με τις απόψεις τους στο να δει το παρόν πόνημα το φως της δημοσιότητας. Τον πανεπιστημιακό καθηγητή κ. Φάνη Ι. Κακριδή που έκρινε θετικά το βιβλίο μου του 2004 "Για την παράγραφο", πάνω στο οποίο στηρίζεται το πόνημα, τον Λυκειάρχη Περικλή Γραμματά που μπήκε στον κόπο να διαβάσει το πρωτόλειο του πρώτου μου βιβλίου, που δημοσιεύθηκε το 1967 με τίτλο "κειμενολογία- η δομή της παραγράφου", τον + Αρχέλαο Κουτσούρη που εισηγήθηκε και επεξεργάστηκε την έκδοση των δυο αυτών βιβλίων μου και τον +Νίκο Γρηγοριάδη που συνέτεινε στην έκδοσή τους. (25/5/2012, Δ. Τ.)

ΕΠΊΛΟΓΟΣ
Πολλά από όσα αναφέρω διαφέρουν από αυτά που λέει η σημερινή θεωρία της δομής της παραγράφου. Πχ εκείνη υποστηρίζει ότι η περιγραφή προχωρεί παραγωγικά, ενώ διακρίνω και συμπεραίνω, ακριβώς από αυτά που λέει η θεωρία δομής, ότι η περιγραφή προχωρεί διαιρετικά.
Το ποιο είναι το σωστό θα το κρίνουν οι καθηγητές και οι φοιτητές της φιλολογίας στους οποίους κυρίως απευθύνομαι. Εάν συμφωνήσουν με τη "νέα" αυτή θεώρηση, τότε πρέπει να φροντίσουν να διορθωθούν τα σχολικά βιβλία για να διδάσκονται οι μαθητές το σωστό και όχι το λάθος, που σκοτίζει το μυαλό.
Και επειδή νομίζω ότι όλους μας μας ενδιαφέρουν οι μαθητές, ας μη διστάσουν οι καθηγητές να στείλουν στο καλάθι της λήθης ορισμένα σημεία της σημερινής θεωρίας που είναι λανθασμένα, έστω και αν αυτά προέρχονται από την αυθεντία της Παράδοσης ή από σημερινές αυθεντίες ξένες ή δικές μας, γιατί προέχουν οι μαθητές.
-(26/12/12) Να συμπληρώσω: Φυσικά, το παρόν πόνημα επιδέχεται βελτιώσεις προς την κατεύθυνση πάντοτε της σύνταξης μιας παραγράφου. Όχι δηλαδή προς την κατεύθυνση της έκφρασης, που αφορά θα έλεγα άλλον τομέα του λόγου. Η σύνταξη σχετίζεται όπως είναι γνωστό με τη Λογική, με τον ορθολογισμό, με την ορθοέπεια όπως είπε ο Παλαμάς. Η λογική έχει τομέα την εξέταση, μεταξύ των άλλων, των Επαγωγικών και Παραγωγικών Συλλογισμών. Τον τομέα αυτό τον καλύπτω κάπως με τα παραρτήματα που πρόσθεσα στον παρόν πόνημα. Μια ενδελέχεστερη προσπάθεια, την ανάρτησα στο μπλοκ μου: Συλλογισμοί όπως και στο μπλοκ μου Λογική (logic ). Εκεί μεταφέρω το τι λένε οι ειδικοί, δηλαδή οι φιλόσοφοι, στα βιβλία τους και προσθέτω και κάποιες δικές μου σκέψεις, όπως και παραδείγματα.
======

  Τα ιστολόγιά μου




5) Παράρτημα 1, 2 και 3


ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ 1
ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ *
Οι φαινομενικά αποδεικτικές παράγραφοι (στην περιγραφή και στην αφήγηση) -Οι λογοτέχνες
Α) Σε αφηγηματικά κείμενα βρίσκουμε μερικές φορές οι συγγραφείς τους να έχουν συντάξει μια παράγραφό σαν να είναι αποδεικτική. Έχει θεματική πρόταση, έχει και αποδεικτικές, αλλά δεν καταλήγει σε συμπέρασμα/ κατακλείδα. Ή, ξαφνικά διακόπτουν την απόδειξη για να προσθέσουν μέσα στην παράγραφο κάτι αφηγηματικό, ή χρησιμοποιούν την παράγραφο για να μας μεταδώσουν κάτι που αισθάνθηκαν οι ίδιοι.. Η θεματική τους πρόταση, σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι ρητορική. Ας δούμε δυο παραδείγματα και τα σχόλια που μπορούμε να κάνουμε για τις παραγράφους τους:

Κείμενο Έλλης Αλεξίου, (η πέρδικα), απόσπασμα από διήγημά της
&1 Θεματική πρόταση: Η πέρδικα ήταν ένα οντάριο, που μέσα του κυριαρχούσε ο φόβος.
&2 Αποδεικτικές 1: Έπεφτε κανένα σκουπίδι από τις ταράτσες, κανένα ξύλο, κανένα κουρέλι τα έχανε. Έτρεχε δεξιά ζερβά σαστισμένο. Όταν άρχιζε ψιχάλα η βροχή, ερχότανε σε απόγνωση.
( Διακοπή της απόδειξης): Ευτυχώς η πηγάδα στον τοίχο χαμηλά έφτιαχνε μια προεξοχή. Την ανακάλυψε και πήγαινε κι απάγκιαζε από κάτω.
Αποδεικτικές 2: Όταν η γριά κρέμαγε τα στρωσίδια της στο παράθυρο για να τα
Αερίσει, η δύσμοιρη πέρδικα βανότανε πάλι να χτυπιέται σαν
βουρλισμένη. Το απότομα άνοιγμα του παραθυριού, τα πολύχρωμα
χιράμια, οι χτύποι της ξεσκονίστρας απάνω τους τρέλαιναν ο ζωντανό.
► Η συγγραφέας «δανείζεται» εδώ, χρησιμοποιεί εδώ, τον τύπο 8 του αποδεικτικού λόγου, όχι για να αποδείξει ότι αυτή η πέρδικα ήταν ένα φοβισμένο οντάριο, αλλά για να μας αφηγηθεί κάτι Εμείς ως αναγνώστες, που ξέρουμε ότι η πέρδικα είναι πάντοτε ένα φοβισμένο οντάριο, δεν ενδιαφερόμαστε να πειστούμε γι’ αυτό, αλλά να «ακούσουμε» τα όσα παραπέρα έχει να μας αφηγηθεί η συγγραφέας. Η θεματική πρόταση είναι ρητορική και η «αποδεικτική παράγραφος» είναι φαινομενικά αποδεικτική, ενώ ουσιαστικά είναι αφηγηματική. Το ότι η παράγραφος είναι φαινομενικά αποδεικτική προκύπτει και από ένα άλλο ουσιαστικό πράγμα: ξαφνικά η συγγραφέας διακόπτει την απόδειξη για να μας πει κάτι που έχει σχέση με την αφήγηση και όχι με την απόδειξη, να μας πει ότι «ευτυχώς η πηγάδα στον τοίχο χαμηλά έφτιαχνε μια προεξοχή. Την ανακάλυψε και πήγαινε κι απάγκιαζε από κάτω». Τέτοιες διακοπές, αφηγηματικής μορφής, δεν βρίσκουμε βέβαια σε έναν πραγματικά αποδεικτικό λόγο. Τις βρίσκουμε μόνον σε αφηγηματικό λόγο που χρησιμοποιεί τον αποδεικτικό τύπο 8 μόνο και μόνο για να αφηγηθεί και όχι να αποδείξει κάτι.

Κείμενο Τατιάνας Γκρίτση- Μιλλιέξ, Η πορεία (απόσπασμα)
&1 Θεματική πρόταση Κι ήτανε κάτι αφάνταστο εκείνη η πορεία μέσα στη μαύρη νύχτα και στην ψιλή βροχή .
Αποδεικτικές Ένα δάσος που κινείται και καίεται από δαδιά, από κεριά, από αφάνες αναμμένες και τα κλάματα κι οι κραυγές των μανάδων που χάνανε τα παιδιά και μέσα σε κείνη τη φωτισμένη κόλαση να τα γυρεύουν, ενώ άλλοι βουλιάζανε μέσα στα ριζοτόπια του Τοματζλού κι άλλοι χάναν το δρόμο και το χέρι των δικών τους. Κι άκουγες σαν τα χαμένα αγρίμια να βγαίνουν ματωμένες από μέσα οι φωνές. Παναγή!! Νικόλα!! από κάτω . . . από δεξιά. . . μ’ ακούς, παιδί μου; Κι ερχότανε η ηχώ, όι . . . όι. . . μανίτσα.
► Κι εδώ η συγγραφέας χρησιμοποιεί τον αποδεικτικό τύπο 8 για να μας αφηγηθεί κάτι (κάτι τραγικό από την Μικρασιατική καταστροφή). Δεν ενδιαφέρεται να μας αποδείξει κάτι, αλλά να μας αφηγηθεί κάτι. Κι εμείς ως αναγνώστες δεν ενδιαφερόμαστε να μας αποδείξει ότι η πορεία ήταν «αφάνταστη» - που βγαίνει βέβαια μέσα από όσα στη συνέχεια αφηγείται η συγγραφέας- αλλά να δούμε τι συνέβηκε κατά τη Μικρασιατική καταστροφή. Στην παράγραφο αυτή, εξάλλου , έχουμε αναμετάδοση συναισθήματος φρίκης και συγκίνησης. Η συγγραφέας, δηλαδή μας μεταφέρει το δικό της συναίσθημα φρίκης και συγκίνησης από την πορεία αυτή και μας κάνει να νιώσουμε κι εμείς το ίδιο: «Κι άκουγες σαν τα χαμένα αγρίμια να βγαίνουν ματωμένες από μέσα οι φωνές. Παναγή!! Νικόλα!! από κάτω . . . από δεξιά. . . μ’ ακούς, παιδί μου; Κι ερχότανε η ηχώ,
όι . . . όι. . . μανίτσα».

Β) στην περιγραφή:
Παράδειγμα :
Κείμενο της Ι. Παπαντωνίου, Περιγραφή της φορεσιάς Νύφη των Μεσογείων (η &5)
&5 Τα κοσμήματα είναι πολλά. Το χρυσό επιμετώπιο κόσμημα και τρία επιστήθια κοσμήματα: το γιορντάνι, δηλαδή δικτυωτό πλέγμα από χρυσές χάντρες που καλύπτει το στήθος, το περιλαίμιο κόσμημα και το κορδόνι, που φοριέται πάνω από το γιορντάνι και αποτελείται από δέκα σειρές αλυσίδες με φλουριά.
► Εδώ η συγγραφέας για να περιγράψει κάτι χρησιμοποιεί τον αριθμητικό αποδεικτικό τύπο. Λέει ότι τα κοσμήματα είναι πολλά και από όσα αναφέρει μετά, βλέπουμε πράγματι ότι είναι πολλά (είναι τέσσερα). Δεν βγάζει συμπέρασμα που να επιβεβαιώνει τη θεματική της πρόταση, δεν λέει δηλαδή στο τέλος της παραγράφου «πράγματι, όπως βλέπουμε τα κοσμήματα είναι πολλά». Και δεν βγάζει συμπέρασμα γιατί ο σκοπός της είναι να μας περιγράψει κάτι και όχι να μας αποδείξει ότι έτσι έχουν τα πράγματα όπως τα λέει. Κι εμείς εξάλλου ως αναγνώστες, δεν ενδιαφερόμαστε για την απόδειξη, αλλά να μάθουμε ποια είναι αυτά τα κοσμήματα.
► Βέβαια, ένας σωστός λογοτέχνης συγγραφέας θα αποδείξει με όσα λέει στην παράγραφό του τη θεματική του πρόταση. Θα την αποδείξει χωρίς να βγάλει συμπέρασμα, γιατί κυρίως θέλει να μας αφηγηθεί ή να μας περιγράψει κάτι, και όχι να μας αποδείξει κάτι.

► ► Γενικά: Ο λόγος είναι ενιαίος. Τον χωρίζουμε σε αφήγηση, σε περιγραφή, σε αποδεικτικό κτλ, για να τον μελετάμε και να ξέρουμε πώς πρέπει να τον συντάσσουμε κάθε φορά. Σαν ενιαίος όμως που είναι, το ένα μέρος του δανείζει στοιχεία στο άλλο για να εκφραστεί, να διατυπωθεί. Έτσι:
Α) Η περιγραφή δανείζει στοιχεία (πχ τα επίθετα) στην αφήγηση και στην απόδειξη.
Β) Η αφήγηση δανείζει στοιχεία στην περιγραφή (πχ τώρα αυτό είναι έτσι, παλαιότερα ήταν αλλιώς) και στην απόδειξη (πχ στην αρχαιότητα η βία ήταν. . στο μεσαίωνα ήταν με τη μορφή της Ιεράς εξέτασης).
Γ) Ο αποδεικτικός λόγος δανείζει κάποιους τύπους του στην περιγραφή και στην αφήγηση, και συγκεκριμένα τον αριθμητικό τύπο και τον τύπο χωρίς κατακλείδα (θεματική πρόταση + αποδεικτικές). Τους δανείζει ακόμα, όπως είδαμε στην πρώτη ενότητα για την ιδιότυπη περιγραφή και την ιδιότυπη αφήγηση, και τον τύπο της ατελούς παραγράφου.

Η ΠΑΡΆΛΛΗΛΗ ΠΑΡΆΓΡΑΦΟΣ
Α) Οι συγγραφείς, και οι πιο αξιόλογοι φυσικά, γράφοντας ένα κείμενο για ένα θέμα, για ένα πρόβλημα, είναι ελεύθεροι να γράψουν και κάτι πέρα από το θέμα αυτό, σχετικό όμως με το θέμα. (Την ελευθερία αυτοί δεν την έχουν οι μαθητές που καλούνται να γράψουν ένα συγκεκριμένο θέμα και δεν πρέπει να παρεκκλίνουν από αυτό, ούτε και πολλοί άλλοι, όπως οι υπάλληλοι κάποιας Υπηρεσίας όταν εισηγούνται κάτι στους ανώτερους τους).
Οι αξιόλογοι συγγραφείς, λοιπόν, ξεφεύγουν καμιά φορά από το κύριο θέμα τους και γράφουν και κάτι άλλο παράλληλο για να μας κατατοπίσουν για κάτι σχετικό που δεν το ξέρουμε, ή που δεν το σκεφτήκαμε. Για να επανέλθουν, επαναλαμβάνουν το θέμα, το πρόβλημα.
Μια τέτοια τους παράγραφο, ή μια σειρά από παραγράφους που περιλαμβάνουν την παρέκκλιση, μπορούμε να την ονομάσουμε «παράλληλη παράγραφο», και για να δούμε τι λένε για το κύριό τους θέμα οι συγγραφείς, πρέπει να την απομονώσουμε
Έτσι, λόγου χάρη, ο Ε. Παπανούτσος στο δοκίμιό του « Η Τέχνη του επιχειρήματος» , γράφει τι είναι επιχείρημα, [ . . ] ότι «η αξία του επιχειρήματος είναι η πειστική του δύναμη . . και μέτρο της αξίας του είναι το κατά πόσο πέτυχε το σκοπό του, έπεισε τους αμφιβάλλοντες ή όχι, και αν τους έπεισε είναι τέλεια ή ατελής η νίκη του;».
> Από εκεί και πέρα γράφει μια σειρά από παράλληλες παραγράφους μιλάει για τις «απορίες» που διακατέχουν τον καθένα μας, και τις απαντήσεις που δίνουνε με τη λογική σ’ αυτές, λέει πως το να απορούμε και το να λύνουμε τις απορίες μας είναι ανθρώπινη ιδιότητα και ότι αυτή είναι η διαφορά μας με τα ζώα.
Μετά για να επανέρθει στο θέμα του γράφει την παράγραφο: «Δεν προχωρώ στην ανάλυση, γιατί θα πήγαινα πολύ μακριά. Περιορίζομαι στο κύριο θέμα μου. Τι είναι εκείνο το προσόν ή το ευτύχημα που κάνει ένα επιχείρημα ισχυρό, δηλαδή πειστικό;».
► Ώστε, διαβάζοντας ένα κείμενο, γραμμένο ακόμα και από έναν πολύ αξιόλογο διανοητή, ενδέχεται να βρούμε ολόκληρες παραγράφους που να περιέχουν πολλά «διάφορα" που μας κατατοπίζουν σε κάτι παράλληλο με το θέμα που διαπραγματεύεται. Ο αξιόλογος βέβαια συγγραφέας, όπως ο Παπανούτσος μετά τις παράλληλες παραγράφους, μετά τα πολλά «διάφορα», επαναλαμβάνει το θέμα του και από εκεί και πέρα ασχολείται μόνο με αυτό.

ΔΙΑΤΎΠΩΣΗ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗ ΡΟΗ ΤΟΥ ΛΌΓΟΥ
Ας παραθέσουμε τώρα απόσπασμα από κείμενο και ας το διαχωρίσουμε στις παραγράφους τους. Ταυτόχρονα θα κάνουμε μερικές παρατηρήσεις, που δεν τις σημειώσαμε σε άλλα κύρια κεφάλαια:
( Συντομογραφίες: όπου Θπ= θεματική πρόταση/ περίοδος, όπου Απ= αποδεικτικές προτάσεις, και όπου Κ= κατακλείδα/ συμπέρασμα)

Απόσπασμα από το δοκίμιο Μορφές της ελευθερίας, του Ε. Παπανούτσου
. . .. (όλοι είμαστε δούλοι μέσα στην ελευθερία μας, στην αυτοτέλειά μας, και ελεύθεροι μέσα στη δουλείας μας, στην υποτέλειά μας), τι νόημα θα δώσουμε στις έννοιες υποτέλεια και ελευθερία από το ένα μέρος, αυτοτέλεια και δουλεία από το άλλο. . .Έτσι, από τα πρώτα κιόλας βήματα το πρόβλημα περιπλέκεται και πολλαπλασιάζονται οι δυσκολίες για τη λύση του. Μια πρώτη απόπειρα να διευθετήσουμε τις ιδέες μας είναι να δεχτούμε
& Θπ: ότι απόλυτη αυτοτέλεια όπως και απόλυτη υποτέλεια στη ζωή του ανθρώπου δεν υπάρχει, ούτε και νοείται.
Απ: ότι (= γιατί ) η ύπαρξή μας (εξωτερική και εσωτερική) πραγματοποιείται μέσα σε ένα ιδιότυπο χώρο που αποτελείται και από τις δυο καταστάσεις, αυτοτέλεια και συνάμα υποτέλεια . .,
Κ : ότι επομένως ούτε πλήρως να ελευθερωθεί ούτε πλήρως να δουλωθεί γίνεται ο άνθρωπος ∙ όλοι είμαστε λίγο ως πολύ ελεύθεροι μέσα στη δουλεία μας και δούλοι μέσα στην ελευθερία μας.
► Σχόλια και παρατηρήσεις: Κάθε συγγραφέας γράφει τον λόγο του σε μια πρόταση με ορισμένες λέξεις και με ορισμένη διατύπωση. Οι λέξεις αυτές τον οδηγούν να διαμορφώσει την παραπέρα διατύπωση ανάλογα ∙ είναι κατά κάποιο τρόπο δέσμιος των λέξεων που χρησιμοποίησε. Έτσι ο Ε. Παπανούτσος, μετά το «να δεχθούμε» χρησιμοποιεί συνέχεια το «ότι», ακόμα και για τις αποδεικτικές. Εκεί το «ότι» χρησιμοποιείται αντί του «γιατί».
===

Η ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΉ ΑΠΌΛΑΥΣΗ
Αν διαβάσουμε το δοκίμιο «Η τέχνη του επιχειρήματος» του Ε. Παπανούτσου, θα βρούμε να αναφέρει τα ακόλουθα σημαντικά, που αφορούν τον αποδεικτικό λόγο. Το απόσπασμα που ακολουθεί παρατίθεται περιληπτικά και με ελεύθερη διατύπωση σε ορισμένα σημεία.
«Το πρώτο και κύριο προσόν σε ένα επιχείρημα είναι το γερό, το στέρεο και άρρηκτο, λογικό δέσιμο των προτάσεών του. . .Η αρχή θα είναι μια αναμφισβήτητα παραδεγμένη, αυτονόητη πρόταση ,θα ακολουθούν καλά δεμένοι μεταξύ τους διαλογισμοί ( σ. σ. οι αποδεικτικές δηλαδή προτάσεις) και το τέλος θα είναι εκείνη ακριβώς η πρόταση που με τους δια λογισμούς μας επιδιώξαμε να τη βεβαιώσουμε ως αληθή, ή να την απορρίψουμε ως ψευδή. . .Αυτόν τον λογικό ειρμό, μπορούμε να τον πούμε γεωμετρικό, γιατί χρησιμοποιείται πολύ στην ευκλείδεια γεωμετρία. Εντελώς διαφορετικός είναι ο ψυχολογικός ειρμός, γιατί αυτός σχηματίζεται τυχαία και με ποικίλλουσες από άτομο σε άτομο υποκειμενικές εμπειρίες.
« Εκτός από το «γεωμετρικό» επιχείρημα, υπάρχει κι ένας άλλος τύπος πολύ συνηθισμένος στην καθημερινή ζωή, που οδηγεί άμεσα στο αποτέλεσμά του με μιαν εύστοχη εικόνα, αλληγορία ή «παραβολή». Δεν τεκμηριώνει τόσο την αλήθεια, όσο κάνει φανερό το ψεύδος ενός ισχυρισμού. Στο είδος αυτό διαπρέπουν οι «θυμόσοφοι».
« Υπάρχει εξάλλου η τεχνική, αλλά και η ηθική του επιχειρήματος, καθώς δεν είναι καθόλου σπάνια και τα ανέντιμα επιχειρήματα. Τα ανέντιμα είναι εκείνα που δόλια, με δεξιοτεχνία και φραστικές ακροβασίες παρουσιάζουν το μικρό σαν μεγάλο και το μεγάλο σαν μικρό (τον ήσσονα λόγον κρείσσονα, και τον κρείσσονα λόγον ήσσονα), την ασθενή θέση ισχυρή και την ισχυρή θέση σαν ασθενή. Κάποια πείρα του ανέντιμου επιχειρήματος έχουμε όλοι από τους δικηγορικούς λόγους, τους πολιτικούς λόγους, ακόμη και από μερικά εκκλησιαστικά κηρύγματα. [. . .] .

► Διαβάζοντας το κείμενο αυτό όλοι μας, εκτός του ότι μαθαίνουμε κάποια σημαντικά πράγματα, αισθανόμαστε και μια γνωσιολογική απόλαυση. Φυσικά, παρόμοια απόλαυση αισθανόμαστε από πληθώρα αποδεικτικών κειμένων, είτε μαθηματικών, είτε της φυσικής, είτε της χημείας, κοσμολογίας, φιλοσοφίας κτλ, κτλ..
Τα αποδεικτικά κείμενα μας δίνουν συνήθως γνωσιολογική απόλαυση, χωρίς να αποκλείεται η περίπτωση να μας δίνουν ορισμένα και αισθητική απόλαυση.
====

Διαφορές αποδεικτικού λόγου με την περιγραφή και την αφήγηση
Από όσα εκτέθηκαν για τον αποδεικτικό λόγο και από όσα αναφέρθηκαν στις αναρτήσεις για την περιγραφή και την αφήγηση, η διαφορά τους είναι εμφανής και πρόδηλη. Ας τονίσουμε όμως τα κυριότερα σημεία, ιδιαίτερα για όσους αναγνώστες μας είναι ακόμα μαθητές.
1.- Στην περιγραφή και στην αφήγηση κυρίαρχη λογική είναι η διαίρεση. Στην περιγραφή διαιρούμε ένα αντικείμενο στα μέρη του και στις παραγράφους μας αναφέρουμε τα μέρη και τα χαρακτηριστικά τους. Στην αφήγηση, διαιρούμε το χρόνο σε χρονικές περιόδους ή χρονικές στιγμές και αναφέρουμε τα κυριότερα γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διάρκειά τους.
Στην απόδειξη κυρίαρχη λογική είναι η συλλογιστική λογική, ή με άλλα λόγια ο συλλογισμός (σε άλλες περιπτώσεις παραγωγικός, σε άλλες επαγωγικός).
Φυσικά, και στην περιγραφή και στην αφήγηση κάνουμε συνέχεια συλλογισμούς, μια και ό,τι λέμε ή γράφουμε είναι πάντοτε το αποτέλεσμα ενός ή περισσότερων συλλογισμών, αλλά δεν αναφέρουμε ολόκληρο το συλλογισμό παρά μόνο το τελικό συμπέρασμά μας.
Αντίθετα, στην αποδεικτική παράγραφο αναφέρουμε όλη τη σειρά του συλλογισμού μας, δηλαδή αποδεικτικές και συμπέρασμα.
2.- Ακόμα και όταν στην περιγραφή και στην αφήγηση οι επιστήμονες αναφέρουν συμπεράσματα, αναφέρουν μόνο τα συμπεράσματά τους χωρίς καθόλου αποδεικτικές.
3.- Επίσης ο αποδεικτικός λόγος έχει ως θεματική πρόταση κάποιο συμπέρασμα, που πρέπει να το αποδείξουμε. Ενώ στην περιγραφή και στην αφήγηση, η θεματική πρόταση είναι κάτι που προκύπτει από διαίρεση, κάτι που δεν το αποδεικνύουμε, άσχετα αν πρέπει να είναι ορθό και όχι λανθασμένο.
Διαφορετική λοιπόν από άποψη ουσίας, είναι η θεματική πρόταση στην αποδεικτική παράγραφο και διαφορετική στην περιγραφή και στην αφήγηση.
4.- Ένα άλλο σημείο στο οποίο διαφέρουν, είναι ότι η αποδεικτική παράγραφος μπορεί να τελειώνει σε κατακλείδα (σε συμπέρασμα), ενώ στην περιγραφική και αφηγηματική παράγραφο δεν θα βρούμε ποτέ κατακλείδα/ συμπέρασμα. Απλώς, σε ένα περιγραφικό ή σε ένα αφηγηματικό κείμενο θεωρούμε ως κατακλείδα την τελευταία του παράγραφο.
====

Ο ΛΟΓΟΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΕΝΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΗ
Ο λόγος στα χέρια ενός λογοτέχνη γίνεται εργαλείο για να μας αφηγηθεί, ταυτόχρονα να μας περιγράψει, να μας προτρέψει σε στοχασμούς ή να μας αποδείξει κάτι και παράλληλα να μας δώσει μια αισθητική απόλαυση. Όλα αυτά, ή τα περισσότερα από αυτά, μαζί σε ένα κείμενο.
Ένα τέτοιο διήγημα είναι «Τα παιδιά με τα κλωνάρια» του Άγγελου Τερζάκη, που αναφέρεται στο σχολικό βιβλίο της Γ Λυκείου, Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Ξεκινάει σαν αφήγηση, θέτει μετά το πρόβλημα του σεβασμού των νέων προς τους ηλικιωμένους, συγκρίνει τον σεβασμό άλλοτε και τώρα, βγάζει τα συμπεράσματά του και τελειώνει με στοχασμό «οι θρασείς θα φύγουν, θα τους αποβάλει μονάχο του το σώμα της αυριανής κοινωνίας . .», ενώ παράλληλα δίνει μια αξιόλογη αισθητική απόλαυση στον αναγνώστη.
Ένα άλλο τέτοιο διήγημα είναι του Μαρσέλ Προυστ (1871- 1922), που περιλαμβάνεται στο έργο του «Σε αναζήτηση του χαμένου καιρού/ Από τη μεριά του Σουάν» ∙ αναφέρεται χωρίς ιδιαίτερο τίτλο στο σχολικό βιβλίο της Γ Λυκείου «Έκφραση- Έκθεση», διήγημα που μπορούμε να το ονομάσουμε «Η ανάμνηση».
Ο Μαρσέλ Προυστ, ένας από τους μεγαλύτερους λογοτέχνες του 20 αιώνα, στο διήγημα αυτό ξεκινάει με αφήγηση, θυμάται κάτι όταν σε μια στιγμή πίνει τσάι και τρώει ένα γλυκό, - και τότε θέτει πρόβλημα για το από πού του προήλθε αυτή η θύμηση,
- ύστερα, λέει σαν θεματική περίοδο,
«Όταν από ένα μακρινό παρελθόν, τίποτα δεν επιζεί, αφού πεθάνουν οι άνθρωποι, αφού καταστραφούν τα άψυχα, μόνες τους πιο φθαρτές, αλλά πιο μακρόβιες, πιο άυλες, πιο επίμονες, πιο πιστές, η όσφρηση και η γεύση ζουν για καιρό ακόμα, σα τις ψυχές, για να θυμούνται, να περιμένουν, να ελπίζουν, πάνω σε όλα αυτά τα ερείπια, να βαστούν χωρίς να λυγίζουν, πάνω στη μικρή σχεδόν άυλη σταγόνα τους, το τεράστιο οικοδόμημα της ανάμνησης».
- και λύνει το πρόβλημα με τις ακόλουθες αποδεικτικές:
«Και μόλις αναγνώρισα τη γεύση (από το γλυκό, πού έτρωγε και όταν ήταν παιδί στο πατρικό του σπίτι στο Κομπραί) αμέσως το παλιό γκρίζο σπίτι. . .ήρθε σα σκηνικό θεάτρου να στηθεί μπροστά μου . .. και μαζί με το σπίτι, την η πόλη (από την οποία είχε φύγει πριν πολλά χρόνια). . . τους δρόμους . ..τα εξοχικά δρομάκια . . .Και σαν παιχνίδι που διασκεδάζει του Ιάπωνες, όταν μουσκεύουν. . .μικρά κομμάτια χαρτί, αξεχώριστα ως τότε, μόλις βραχούν, τεντώνονται, στρίβουν, χρωματίζονται . .. γίνονται λουλούδια, σπίτια. . πρόσωπα που τα αναγνωρίζεις, έτσι και τώρα όλα τα λουλούδια του κήπου μας και του πάρκου του κυρίου Σουάν, και τα νούφαρα . . και οι καλοί άνθρωποι . . και η εκκλησία κι όλο το Κομπραί, . . .βγήκαν από το φλιτζάνι μου με το τσάι».
► Στα χέρια ενός λογοτέχνη, η αυστηρότητα της θεματικής πρότασης/ περιόδου και των αποδεικτικών προτάσεων χάνεται, εξανεμίζεται, και μένει, χωρίς να παραβιάζονται καθόλου οι κανόνες της αποδεικτικής λογικής, σαν κυρίαρχο στοιχείο μόνον η αισθητική απόλαυση, από το χρώμα των λέξεων, τις εικόνες και τις εκφραστικές διατυπώσεις που περιέχει. Και όμως με αυτό του το κείμενο, που είναι αποδεικτικό, ο συγγραφέας μάς αποδεικνύει πώς δημιουργείται η ανάμνηση από τη γεύση και την όσφρηση, ίσως μάλιστα προτού ακόμα η επιστήμη να διατυπώσει την ίδια άποψη.
========================================================================

=========
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

Ι. Οι παραγωγικοί και οι επαγωγικοί συλλογισμοί
Οι συλλογισμοί χωρίζονται σε δυο μεγάλες γενικές κατηγορίες: στους παραγωγικούς και στους επαγωγικούς. Οι παραγωγικοί παρουσιάζουν το συμπέρασμα ως βέβαιο ενώ οι επαγωγικοί ως πιθανό.
Όλοι οι συλλογισμοί είτε παραγωγικοί είτε επαγωγικοί, εμφανίζονται στον πραγματικό λόγο με κάποιον από τους τύπους παραγράφων που είδαμε στην ενότητα "αποδεικτικός λόγος".
===
-ΟΙ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΙ ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΙ
Οι παραγωγικοί συλλογισμοί γίνονται με πράγματα που ξέρουμε, γι’ αυτό δεν προσθέτουν κάποια καινούργια γνώση στον άνθρωπο. Απλά, βεβαιώνουν μια γνώση που ήδη ξέρουμε, και αυτή είναι η σημαντική τους συνεισφορά. (Πχ ξέρουμε όλοι όσοι πηγαίνουμε στο Λύκειο, ότι βία υπήρχε σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας, το συμπέρασμα ότι βία υπήρχε πάντα δεν προσθέτει κάτι καινούργιο στις γνώσεις μας, μας βεβαιώνει όμως ότι έτσι έχουν τα πράγματα).

-ΟΙ ΕΠΑΓΩΓΙΚΟΙ ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΙ
Οι επαγωγικοί συλλογισμοί ξεκινάν από πράγματα που ξέρουμε και υποθέτουν, πιθανολογούν, για κάτι που δεν ξέρουμε. (Πχ: ξέρουμε ότι όπου υπάρχει στη γη νερό υπάρχει και ζωή ∙ αν στον Άρη υπάρχει νερό, υποθέτουμε/ πιθανολογούμε ότι υπάρχει και εκεί ζωή).
Οι ερευνητές επιστήμονες θεωρούν τον επαγωγικό συλλογισμό ως τον συλλογισμό που τους βοηθάει να πηγαίνουν από το γνωστό στο άγνωστο, και αυτόν κυρίως χρησιμοποιούν στις έρευνές τους. Ξεκινώντας από κάτι γνωστό, υποθέτουν και με επαγωγικούς συλλογισμούς βγάζουν συμπέρασμα για κάτι άγνωστο ακόμα . Ύστερα με πειράματα, πολλές φορές πολύ δαπανηρά, προσπαθούν να ελέγξουν αν το συμπέρασμά τους είναι σωστό, αν δηλαδή αληθεύει η θεωρία τους. Αν δεν αληθεύει την απορρίπτουν. Αν αληθεύει προχωρούν στην εφαρμογή της θεωρίας και βλέπουμε όλοι, τότε, τα τρομερά επιτεύγματά τους.
Αν τα συμπεράσματά τους με τα πειράματα επαληθευτούν, τότε οι επαγωγικοί τους συλλογισμοί μετατρέπονται σε παραγωγικούς, μια και υπάρχουν πλέον αποδεικτικές, τεκμήρια δηλαδή, που τους επιβεβαιώνουν. Τους μαθαίνουμε μετά και όλοι εμείς οι υπόλοιποι μέσα από τα μαθήματά μας ή μέσα από εκλαϊκευμένα επιστημονικά περιοδικά, και τους χρησιμοποιούμε στα αποδεικτικά κείμενά μας.
. / .
Για μια καλύτερη επαφή με τους συλλογισμούς αυτούς, ας αναφέρουμε πολύ περιληπτικά έστω τα ονόματά τους όπως τα παραθέτει σε σύγγραμμά του ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Φίλιππος Β. Καργόπουλος, που τονίζει ότι οι επαγωγικοί συλλογισμοί διακρίνονται σε έξι βασικά είδη :
Α) Επαγωγή από δείγμα σε όλο, που χωρίζεται σε επαγωγική γενίκευση και σε στατιστική γενίκευση.
Β) Επαγωγή από όλο σε δείγμα, που χωρίζεται σε άμεσο στατικό συμπερασμό και σε άμεσο ατομικό συμπερασμό.
Γ) Επαγωγή από δείγμα σε δείγμα, που χωρίζεται σε Κανονική πρόβλεψη, σε στατιστική πρόβλεψη και σε ατομική πρόβλεψη (Σ.Σ.εδώ μάλλον υπάγεται η αναλογία, που τη θεωρεί ο συγγραφέας ασθενές είδος επαγωγής, σελ. 107 υου βιβλίου του).
Δ) Υποθετικοπαραγωγική μέθοδος.
Ε) Συμπερασμός προς την καλύτερη εξήγηση ή απαγωγή.
ΣΤ) Αποκλειστική επαγωγή, που χωρίζεται σε κανονική μέθοδο συμφωνίας, σε αντίστροφη μέθοδο συμφωνίας, σε μέθοδο διπλής συμφωνίας, σε μέθοδο της διαφοράς, σε σύνθετη μέθοδο συμφωνίας και διαφοράς, σε μέθοδο των υπολοίπων, και σε μέθοδο των συνακόλουθων μεταβολών.
=======

ΙΙ. Η ΛΟΓΙΚΗ ΣΤΟΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΛΟΓΟ
-Η επιστήμη της Λογικής εξιχνίασε μέχρι σήμερα πολλά και διάφορα ζητήματα (τις έννοιες, τις κρίσεις, τους συλλογισμούς κλπ) και βοήθησε τον άνθρωπο στις γνωστές σε όλους μας μεγαλειώδεις επιτεύξεις του. Δεν ασχολήθηκε όμως έντονα με τον πραγματικό καθημερινό λόγο και δεν μας μιλάει για πολλά και διάφορα ζητήματα που τον αφορούν. Παραδείγματος χάρη τι είναι παράγραφος, πώς συνδέονται οι παράγραφοι μεταξύ τους, τι είναι κείμενο κλπ. Τα ζητήματα αυτά προσπαθούν να τα λύσουν αιώνες τώρα οι γλωσσολόγοι και οι φιλόλογοι, που έχουν άμεση επαφή και σχέση με τον καθημερινό πραγματικό λόγο, με την παράγραφο δηλαδή και το κείμενο, και πρέπει να ενημερώσουν με τις λύσεις που δίνουν στα ερωτήματα αυτά και όλους εμάς του υπόλοιπους, και κυρίως τους μαθητές τους.
Ας δούμε μερικά από αυτά τα ζητήματα και ας προσπαθήσουμε να τα εξιχνιάσουμε.

-Ο ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Η Λογική μας λέει ότι σε έναν ορθό λόγο επικρατούν οι νόμοι της ταυτότητας, της μη αντίφασης, του αποκλειόμενου τρίτου ή μέσου, του επαρκούς λόγου και της αιτιότητας . Στον πραγματικό καθημερινό λόγο επικρατεί και ένας άλλος νόμος, ο νόμος της οικονομίας, που διαφοροποιεί κάπως τα πράγματα από εκείνα που λέει η Λογική. Έτσι, για παράδειγμα, βρίσκουμε πολλές φορές σε ένα κείμενο να αναφέρεται μια ή περισσότερες αποφάνσεις χωρίς ο συγγραφέας του να αποδεικνύει καμιά από αυτές, γιατί θεωρεί ότι ο αναγνώστης που θα διαβάσει το κείμενο γνωρίζει την αλήθεια αυτών των αποφάνσεων και δεν θέλει αποδείξεις (βλέπε την ατελή παράγραφο, τη διπλή με ατελείς παράγραφο και την πολλαπλή με ατελείς παράγραφο). Ή βρίσκουμε σε μια παράγραφο να λαμβάνεται ως θεματική της πρόταση η κατακλείδα της προηγούμενης παραγράφου, χωρίς αυτή η κατακλείδα να επαναλαμβάνεται στη νέα παράγραφο. Γενικά στον πραγματικό καθημερινό λόγο βρίσκουμε και άλλα φαινόμενα, πέρα από όσα μας λέει η Λογική.

-ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΦΗΓΗΣΗ
Εξάλλου η επιστήμη της Λογικής δεν ασχολήθηκε σχεδόν καθόλου με την περιγραφή και την αφήγηση, γι’ αυτό και δεν λύνει πολλά ζητήματα που τις αφορούν, όπως ότι τόσο στην περιγραφή όσο και στην αφήγηση κυρίαρχη λογική είναι η λογική της διαίρεσης, ότι στην περιγραφή διαιρούμε ένα αντικείμενο στα μέρη του και ότι ο τρόπος να περιγράψουμε είναι να αναφέρουμε τα κυριότερα μέρη του αντικειμένου και τα χαρακτηριστικά τους, και ότι ο τρόπος να αφηγηθούμε είναι να διαιρέσουμε το χρόνο και να αναφέρουμε το τι ουσιαστικό συνέβηκε σε κάθε χρονικό διάστημα ή χρονική στιγμή. Ούτε μίλησε η Λογική πώς συμπλέκεται η περιγραφή και η αφήγηση με την απόδειξη, οπότε δημιουργείται αντίστοιχα η ιδιότυπη περιγραφή και η ιδιότυπη αφήγηση.

-ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟ ΛΟΓΟ
-Οι λεπτομέρειες και οι επεξηγήσεις
Αλλά και ζητήματα του «καθημερινού» αποδεικτικού λόγου που προκαλούν ερωτήματα δεν τα έλυσε η επιστήμη της Λογικής. Για παράδειγμα τι είναι μέσα σε ένα συλλογισμό το παράδειγμα, τι είναι η αιτιολόγηση, η σύγκριση και αντίθεση, και γενικά πώς αναπτύσσουμε/ συντάσσουμε/ δομούμε/ κατασκευάζουμε/ οργανώνουμε μια αποδεικτική παράγραφο;
Η θεωρία δομής, ακολουθώντας μια παλιά παράδοση, λέει τη φράση ότι γενικά η παράγραφος αναπτύσσεται/ οργανώνεται/ δομείται «με ορισμό, διαίρεση, παράδειγμα, αιτιολόγηση, με σύγκριση και αντίθεση, με αναλογία, με επιχείρημα, με συλλογισμό, με επεξηγήσεις ή με συνδυασμό αυτών των μεθόδων», πρόσθεσε μάλιστα για να καλύψει όλη τη γκάμα των περιπτώσεων και «με λεπτομέρειες».
Σε όλα αυτά όμως υπάρχει μια ασάφεια όπως και αρκετή ταυτολογία.
Καταρχήν ο όρος «λεπτομέρειες» είναι τελείως γενικός, περιλαμβάνει τα πάντα, άρα ασαφής και χαοτικός. Πρέπει λοιπόν να τον εξειδικεύσουμε. Στο συντακτικό της παραγράφου τον απομακρύναμε από την περιγραφή και την απόδειξη και τον κρατήσαμε μόνον για την αφήγηση, όπου εκεί ως λεπτομέρειες μπορούμε να εννοούμε οτιδήποτε υπάγεται στο ρήμα.
Δεύτερο σημείο που χρειάζεται διευκρίνιση είναι τι ρόλο διαδραματίζουν οι επεξηγήσεις και αν μπορούνε να θεωρούμε ότι υπάρχει «παράγραφος με επεξηγήσεις». Οι επεξηγήσεις δεν έχουν σχέση με τη λογική πορεία που ακολουθούμε σε μια παράγραφο, αλλά μόνον με την κατανόηση από τον αναγνώστη ορισμένων όρων που βάζουμε μέσα στην παράγραφο και που θεωρούμε ότι ενδέχεται να μην τους γνωρίζει. Με άλλα λόγια, οι επεξηγήσεις πάντοτε μπορούν να λείψουν από μια παράγραφο, περιγραφική, αφηγηματική ή αποδεικτική. Απλά τότε ο αναγνώστης της δεν θα την κατανοήσει ίσως ικανοποιητικά. Άρα οι επεξηγήσεις δεν είναι βασικό μέρος μιας παραγράφου. Επεξηγήσεις βέβαια πρέπει να βάζουμε σε μια παράγραφο, όταν χρειάζεται, αλλά αυτό δεν σημαίνει ανάπτυξη της παραγράφου με επεξηγήσεις.

-Οι ταυτολογίες
Το τρίτο και πιο σημαντικό σημείο που πρέπει να διαλευκάνουμε είναι η ταυτολογία που περιέχουν όλα τα υπόλοιπα που αναφέρονται στη φράση, και που αφορούν κυρίως την αποδεικτική παράγραφο, ότι δηλαδή η (αποδεικτική) παράγραφος αναπτύσσεται/ οργανώνεται «με ορισμό, διαίρεση, παράδειγμα, αιτιολόγηση, με σύγκριση και αντίθεση, με αναλογία, με επιχείρημα, με συλλογισμό, ή με συνδυασμό αυτών των μεθόδων».
Όπως θα δείξουμε αμέσως παρακάτω όλα αυτά αποτελούν στοιχεία συλλογισμού ή και ολόκληρο συλλογισμό, οπότε αρκεί να πούμε ότι η (αποδεικτική) παράγραφος αναπτύσσεται με ένα και μόνο τρόπο: με συλλογισμό.

Ο συλλογισμός αποτελείται από δυο στοιχεία, από δύο τμήματα: από προκείμενες και από συμπέρασμα. Έτσι:
Α), η αιτιολόγηση σε ένα συλλογισμό είναι το ένα στοιχείο και το συμπέρασμα που θα βγάλουμε απ’ αυτή το άλλο στοιχείο (ο Σωκράτης ήταν θνητός, γιατί ήταν άνθρωπος).
Β), Το ίδιο συμβαίνει και με το παράδειγμα/ παραδείγματα : είναι το ένα στοιχείο του συλλογισμού, δηλαδή οι προκείμενες, ενώ το συμπέρασμα είναι το δεύτερό του στοιχείο (θα δούμε στο αμέσως παρακάτω κεφάλαιο τι είπε ο Αριστοτέλης για το παράδειγμα)
Γ), Η σύγκριση και αντίθεση μας δίνει το ένα στοιχείο ενός συλλογισμού, τις προκείμενες, και από αυτές βγάζουμε το δεύτερο στοιχείο, δηλαδή το συμπέρασμα.
Δ), Η διαίρεση εξάλλου όταν υπάρχει σε έναν συλλογισμό μας δίνει τις προκείμενες, το ένα του στοιχείο του δηλαδή, με δεύτερο το συμπέρασμα (η ποίηση μπορεί να χωριστεί σε τρία μέρη, σε επική, λυρική και δραματική).
Όσον αφορά τα υπόλοιπα:
Ε), ο ορισμός ή είναι ένας ατελής συλλογισμός (δέντρο αποκαλούμε το φυτό που έχει ρίζες, κορμό και φύλλα) ή όταν συνοδεύεται και από παράδειγμα/ παραδείγματα είναι ένας πλήρης συλλογισμός (δέντρο αποκαλούμε το φυτό που έχει ρίζες, κορμό και φύλλα, όπως για παράδειγμα τη μηλιά, την πορτοκαλιά, τον φοίνικα).
ΣΤ), η αναλογία είναι συλλογισμός, όπως και το επιχείρημα, όπως φυσικά και ο συλλογισμός. Εδώ, μάλιστα, φαίνεται τελείως καθαρά ότι η φράση περιέχει ταυτολογία, λέγοντας ότι η παράγραφος αναπτύσσεται «με αναλογία, επιχείρημα, συλλογισμό/ συλλογισμούς» αφού όλα αυτά είναι είδη συλλογισμού ή αυτό που αποκαλούμε συλλογισμό.
Άρα, η αποδεικτική παράγραφος αναπτύσσεται/ οργανώνεται/ συντάσσεται/ δομείται/ κατασκευάζεται με συλλογισμό, με μια δηλαδή και μόνο μέθοδο.
Αυτό ήδη το είπε εδώ και αιώνες ο Αριστοτέλης στα Αναλυτικά του, όπου αναφέρει «έστι δε απόδειξις συλλογισμός τις» και απλώς δεν το πρόσεξαν όσοι ασχολήθηκαν με την παράγραφο.
=========

-Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
(Ρητορική, μετάφραση Δρ Η. Π. Νικολούδης, έκδοση Οδυσσέας Χατζόπουλος Αριστοτέλης Άπαντα βιβλίο 28 – Σχόλια: φιλολογική ομάδα Κάκτου)
Σελ. 61 . . .Από τις μεθόδους, δυνάμει των οποίων αποδεικνύουμε πραγματικά ή φαινομενικά, καθώς ακριβώς προκειμένου και για τη διαλεκτική το ίδιο και στην περίπτωση της ρητορικής, η μία είναι η επαγωγή και η άλλη ο συλλογισμός πραγματικός ή φαινομενικός, καθότι και εδώ το παράδειγμα είναι επαγωγή, το ενθύμημα συλλογισμός και το φαινομενικό ενθύμημα φαινομενικός συλλογισμός. Ονομάζω ως εκ τούτου ενθύμημα τον ρητορικό συλλογισμό και παράδειγμα τη ρητορική επαγωγή. Όλοι εξάλλου οι ρήτορες δημιουργούν πίστεις χρησιμοποιώντας ως αποδεικτικά μέσα είτε ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ είτε ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ και τίποτα άλλο πέρα από αυτά.
. . . Το τι διαφορά υπάρχει μεταξύ παραδείγματος και ενθυμήματος είναι φανερό από τα Τοπικά (εκεί πράγματι, πρωτοέγινε λόγος για συλλογισμό και επαγωγή, δηλαδή η κατάδειξη επί τη βάσει πολλών και ομοίων περιπτώσεων ότι έτσι έχει το πράγμα στη διαλεκτική είναι επαγωγή και στη ρητορική παράδειγμα ' {Βλέπε Τοπικά Α 12} όταν όμως από την παρουσία ορισμένων πραγμάτων προκύπτει δυνάμει αυτών κάτι διαφορετικό από αυτά με το να είναι αυτά [ αληθή] είτε σε όλες είτε στις περισσότερες περιπτώσεις στη διαλεκτική [καλείται] συλλογισμός και στη ρητορική ενθύμημα.
Σελ. 63 . . . Ενώ όμως δεν είναι λιγότερο πειστικοί οι λόγοι οι οποίοι συγκροτούνται από παραδείγματα, χειροκροτούνται περισσότερο αυτοί που κάνουν χρήση ενθυμημάτων.
Ώστε: ο Αριστοτέλης λέει ότι το ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ είναι ΕΠΑΓΩΓΗ, οι προκείμενες δηλαδή ενός επαγωγικού συλλογισμού.
Βέβαια, μετά από τόσους αιώνες γνώσης που συσσωρεύτηκαν μετά τον Αριστοτέλη, μπορεί ίσως να λεχθεί ότι σε πολλές περιπτώσεις τα παραδείγματα ως προκείμενες μας δίνουν πολλές φορές παραγωγικό συλλογισμό, και όχι πάντοτε μόνον επαγωγικό.
====

Γ)ΤΑ ΔΥΟ ΕΙΔΗ ΤΗΣ ΔΙΑΡΕΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
Ο Αριστοτέλης όπως είναι γνωστό είπε ότι εκτός από τη συλλογιστική κρίση, υπάρχει και διαιρετική κρίση.
Τη διαιρετική κρίση μπορούμε να τη χωρίσουμε σε δυο είδη, στην «απλή διαιρετική κρίση» και στη λεγόμενη «λογική διαίρεση».
Α) Την απλή διαιρετική κρίση την κάνουμε βέβαια με λογική, αλλά όχι με αυστηρή λογική, όχι με αυστηρό ορθολογισμό και τη χρησιμοποιούμε στην περιγραφή και στην αφήγηση. Έτσι πχ όταν περιγράφουμε μια φορεσιά τη χωρίζουμε σε όσα μέρη θεωρούμε σκόπιμο και όχι σε όλα, και αναφέρουμε αυτά που επιλέξαμε παραλείποντας τα υπόλοιπα. Το ίδιο συμβαίνει και στην αφήγηση, όπου λόγου χάρη από τη δράση ενός προσώπου αναφέρουμε τα μέρη (τις ενέργειες) που επιλέγουμε και όχι όλα/ όλες.
Η απλή διαιρετική κρίση δεν είναι εξαντλητική. (Μας αφήνει περιθώρια να επιλέξουμε).
Β) Τη λογική διαίρεση την κάνουμε με ορθολογισμό και τη χρησιμοποιούμε στον αποδεικτικό λόγο. Διαιρούμε ένα αντικείμενο με κάποια βάση και βρίσκουμε τα μέρη (τα είδη) στα οποία χωρίζεται το αντικείμενο με τη συγκεκριμένη διαιρετική βάση. Έτσι, αν πρόκειται να χωρίσουμε τα πλοία με βάση τη δύναμη που τα κινεί, θα πούμε ότι τα πλοία χωρίζονται σε κωπήλατα, ιστιοφόρα, ατμοκίνητα, πετρελαιοκίνητα και σε πυρηνοκίνητα. Αν όμως χωρίσουμε τα πλοία με άλλη διαιρετική βάση, πχ με βάση το σκοπό που τα κατασκευάζουμε, θα τα χωρίσουμε στα είδη: πλοία ψυχαγωγίας, συγκοινωνίας, αλιευτικά, μεταφορικά, ερευνών, και πολέμου (Βλέπε Λογική Ε. Παπανούτσου, κεφάλαιο 6).
Η λογική διαίρεση προσπαθεί να είναι εξαντλητική. Εξαντλητική είναι όταν τα είδη στα οποία χωρίζεται ένα αντικείμενο είναι σχετικά λίγα και μπορούμε να τα εντοπίσουμε με ακρίβεια. Όταν τα είδη είναι πολλά ή υπάρχει διχογνωμία για το ποια ακριβώς είναι, ή δεν μπορούμε να τα εντοπίσουμε εύκολα, τότε η λογική διαίρεση προσπαθεί να είναι εξαντλητική.
Παράδειγμα εξαντλητικής λογικής διαίρεσης είναι το παραπάνω με τα πλοία. Παράδειγμα αδυναμίας η λογική διαίρεση να είναι εξαντλητική, είναι όταν θα προσπαθήσουμε να χωρίσουμε την ποίηση στα είδη της, όπου υπάρχουν διχογνωμίες και λαμβάνοντάς τες υπόψη θα πούμε ότι «η ποίηση μπορεί να χωριστεί αδρομερώς σε επική, λυρική και δραματική».

-Η ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟ
Η διαίρεση μπορούμε να πούμε ότι συμμετέχει στο λόγο συνεχώς και με διάφορες μορφές. Και είδαμε πώς συμμετέχει στην περιγραφή και στην αφήγηση στην ενότητα όπου μιλήσαμε για την περιγραφή και για την αφήγηση. Μάλιστα, εκεί συμμετέχει ως απλή διαιρετική κρίση (πχ διαιρούμε τη φορεσιά σε μέρη με ένα τρόπο λογικό βέβαια, αλλά όχι απόλυτα ορθολογικό- με ένα τρόπο υποκειμενικό και άρα όχι αντικειμενικό).
Στον αποδεικτικό λόγο η διαίρεση συμμετέχει ως λογική διαίρεση, και την χρησιμοποιούμε είτε για να σχηματίσουμε τη θεματική πρόταση, είτε τις αποδεικτικές προτάσεις, είτε τα «διάφορα». Παραδείγματα:
α) ως θεματική πρόταση: Η ποίηση χωρίζεται αδρομερώς σε επική, λυρική και δραματική.
β) ως αποδεικτικό υλικό : Θεματική πρόταση: Η ποίηση μπορεί να χωριστεί σε τρία μέρη
Αποδεικτικές προτάσεις: σε επική, σε λυρική και σε δραματική.
γ) ως διάφορα (Από κείμενο του Χ. Τσολάκη): Θεματική πρόταση: Η φιλία ενώνει όλους τους ανθρώπους του πλανήτη μας .
Αποδεικτικές προτάσεις: Τότε, εντελώς ανεπαίσθητα, εισχωρεί παντού και καλύπτει όλα τα πλάτη και μήκη, φέρνοντας κοντά όλους τους ανθρώπους
«Διάφορα»: μικρούς και μεγάλους, νέους και γέρους, άνδρες και γυναίκες, πλούσιους και φτωχούς
ΣΧΟΛΙΟ για τη γ ΄ περίπτωση: εδώ η λογική διαίρεση των ανθρώπων σε μικρούς και μεγάλους κτλ, χρησιμοποιείται στην παράγραφο ως «διάφορα». Και να έλειπαν τα διάφορα η συλλογιστική πορεία της παραγράφου δεν θα καταστρεφότανε.
======

Δ) Ο ΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟ
Υπάρχουν διάφορα είδη ορισμού και κάθε είδος έχει και μια ονομασία (πχ δεικτικός, συμβατικός, περιγραφικός, γεννητικός, ορισμός κατά πλάτος, ορισμός κατά βάθος κτλ, κτλ).
Ο ορισμός στον αποδεικτικό λόγο είναι συνήθως ένα συμπέρασμα** που εμφανίζεται είτε ως ατελής παράγραφος, είτε ως παράγραφος που εκτός από τη θεματική πρόταση έχει και παραδείγματα, δηλαδή αποδεικτικές προτάσεις. Παραδείγματα:
1ο : Κατανάλωση εννοούμε τη χρησιμοποίηση από μέρους μας αγαθών και υπηρεσιών που παράγουν άλλοι.
2ο : Κατανάλωση εννοούμε τη χρησιμοποίηση από μέρους μας αγαθών και υπηρεσιών που παράγουν άλλοι. Όπως η βρώση ψωμιού, η ένδυση, τα υποδήματα, η χρήση ενός ταξί ή άλλου μεταφορικού μέσου, η εξέτασή μας από έναν γιατρό κτλ.
Γενικά: Για να σχηματίσουμε τη θεματική πρόταση (αυτή που αποτελεί τον ορισμό) χρησιμοποιούμε το ρήμα λέγεται, είναι , ορίζουμε , αποκαλούμε ή κάποιο παρόμοιο. Έτσι λόγου χάρη λέμε: κατανάλωση είναι ή εννοούμε, ή σημαίνει, κτλ. Ή λέμε :με τον όρο κατανάλωση εννοούμε, ορίζουμε, αποκαλούμε , κλπ. Τις αποδεικτικές προτάσεις τις σχηματίζουμε αναφέροντας κάποια παραδείγματα, συνήθως περισσότερα από ένα.

Σημειώσεις :
1-Ο δεικτικός ορισμός, που είναι αυτός που δείχνουμε ένα αντικείμενο και ταυτόχρονα λέμε το όνομα του αντικειμένου (να, αυτό είναι το φεγγάρι ή να, αυτό το λέμε φεγγάρι) χρησιμεύει για να δείξουμε σε κάποιον, πχ σε ένα παιδί, ένα αντικείμενο και να του πούμε πώς το λέμε. Τέτοιος ορισμός δεν συναντιέται σε αποδεικτικά κείμενα, εκτός ίσως σπανίων περιπτώσεων. Ο συμβατικός εξάλλου ορισμός, που συναντιέται σε ορισμένα επιστημονικά/αποδεικτικά, και που δεν είναι συμπέρασμα, είναι εκείνος με τον οποίο ορίζει ένας συγγραφέας "ότι με το 'τάδε όρο' θα εννοώ από εδώ και πέρα τό τάδε πράγμα"- τέτοιος γνωστός σε όλους μας ορισμός από τα μαθηματικά είναι ο άγνωστος Χ, με τον οποίο συμβατικά εννοούμε όλοι μας τον αριθμό που θα λύσει μιαν αλγεβρική εξίσωση.
2- Υπάρχει ένας ορισμός που ονομάζεται «περιγραφικός», αλλά η ονομασία του δεν πρέπει να μας ξεγελά και να θεωρούμε ότι ανήκει στον περιγραφικό λόγο, γιατί ανήκει στον αποδεικτικό. Αναφέρουμε με αυτόν, όπως και με άλλους ορισμούς, μια γνώμη μας , ένα δηλαδή συμπέρασμά μας και τον διατυπώνουμε είτε ως ατελή παράγραφο, είτε ως παράγραφο και με παραδείγματα. Πχ. «τιμωρία είναι η επιβολή κάποιου είδους δυσάρεστης εμπειρίας από ένα άτομο που έχει κάποια εξουσία σε ένα άλλο άτομο που έχει παραβιάσει κάποιον κανόνα», ή «τιμωρία είναι η επιβολή κάποιου είδους δυσάρεστης εμπειρίας από ένα άτομο που έχει κάποια εξουσία σε ένα άλλο άτομο που έχει παραβιάσει κάποιον κανόνα, πχ το να σταθεί το τιμωρούμενο άτομο όρθιο με το ένα πόδι επί μισή ώρα, ή να μη του δοθεί το μεσημέρι φαγητό κτλ».
3- Πολλοί ορισμοί με την πάροδο των ετών αλλάζουν από διάφορες αιτίες, πχ από τις νεότερες έρευνες της επιστήμης. Έτσι ο ορισμός «κύκνοι είναι λευκά πτηνά που . . .» άλλαξε όταν ανακαλύφθηκαν στην Αυστραλία και μαύροι κύκνοι, οπότε έγινε «κύκνοι είναι πτηνά που . . .».
4. Για τον λεγόμενο συμβατικό ορισμό να πούμε ακόμα τα εξής: Γίνεται συνήθως από επιστήμονες, (αλλά και από κοινούς ανθρώπους). Έτσι ένας μαθηματικός στα παλιά χρόνια καθόρισε σε ένα σύγγραμμά του ότι με το Χ θα εννοεί τον άγνωστο που προσπαθεί να βρει για να λύσει μιαν εξίσωση. Από εκεί και πέρα χρησιμοποίησαν όλοι το Χ με αυτή την έννοια, που καθιερώθηκε. Γνωστά είναι εξάλλου τα παραδείγματα που σήμερα επιστήμονες της πληροφορικής ονομάζουν ένα "πράγμα" του υπολογιστή με ένα όνομα και το όνομα αυτό καθιερώνεται σε όλον τον κόσμο. (Σ.σ. Μάλλον ως συμβατικές ξεκίνησαν όλες οι λέξεις σε κάθε γλώσσα, πχ πέτρα ονόμασε κάποιος Έλληνας μια παλαιότατη εποχή "ένα συγκεκριμένο σκληρό πράγμα", την ονομασία αυτή την αποδέχτηκαν και οι τριγύρω του και έφθασε και σε μας τους σημερινούς Έλληνες).
.     /    .

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3
α)Παραγωγικοί συλλογισμοί (Παραδείγματα και σχόλια)
Οι παραγωγικοί συλλογισμοί, που διακρίνονται σε κατηγορικούς, σε υποθετικούς και σε διαζευκτικούς, στον πραγματικό λόγο εμφανίζονται είτε με τον τύπο 1 (αποδεικτικές + συμπέρασμα), είτε με τον τύπο 2 (θεματική πρόταση + μια αποδεικτική), είτε πολλές φορές σαν κλειστό επιχείρημα (θεματική πρόταση+ αποδεικτικές+ συμπέρασμα).
Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
1, Αποδεικτικές: «τα φάρμακα που έχουν επικίνδυνες παρενέργειες πρέπει να αποσύρονται από την κυκλοφορία. Το φάρμακο Χ αποδείχτηκε ότι έχει επικίνδυνες παρενέργειες». Συμπέρασμα: «Άρα το φάρμακο Χ πρέπει να αποσυρθεί από την κυκλοφορία.»
► Σχόλιο: Ο παραγωγικός αυτός συλλογισμός που από την επιστήμη της Λογικής ονομάζεται κατηγορικός, ξεκινάει με αποδεικτικές και καταλήγει σε συμπέρασμα. Είναι δηλαδή του τύπου 1.
-Μπορεί όμως να εμφανιστεί και ως ενθύμημα, δηλαδή με τον τύπο 2:
«Το φάρμακο Χ πρέπει να αποσυρθεί από την κυκλοφορία, γιατί αποδείχτηκε ότι έχει επικίνδυνες παρενέργειες».
-Μπορεί επίσης να εμφανιστεί με τον τύπο 3 του κλειστού επιχειρήματος:
«Το φάρμακο Χ πρέπει να αποσυρθεί από την κυκλοφορία. Γιατί ο νόμος επιβάλλει όταν ένα φάρμακο έχει επικίνδυνες παρενέργειες να αποσύρεται από την κυκλοφορία και γιατί το φάρμακο Χ αποδείχτηκε ότι έχει επικίνδυνες παρενέργειες. Άρα είναι σωστή η άποψη ότι πρέπει να αποσυρθεί από την κυκλοφορία».
. / .
2. Αποδεικτικές: «Μόνον εάν ο ποινικός νόμος αναφέρει ρητά το αδίκημα Ψ, το δικαστήριο τιμωρεί. Ο ποινικός νόμος δεν αναφέρει ρητά το αδίκημα Ψ».Συμπέρασμα: «Άρα, το αδίκημα Ψ δεν τιμωρείται από το δικαστήριο».
-Σχόλιο: Ο παραπάνω υποθετικός παραγωγικός συλλογισμός ξεκινάει με αποδεικτικές και καταλήγει σε συμπέρασμα, είναι δηλαδή του τύπου 1.
-Μπορεί όμως να εμφανιστεί και ως ενθύμημα, δηλαδή με τον τύπο 2:
«Το αδίκημα Ψ δεν τιμωρείται από το δικαστήριο, γιατί τιμωρούνται μόνον τα αδικήματα που (=εάν) προβλέπονται ρητά από τον ποινικό νόμο».
-Μπορεί εξάλλου, να εμφανιστεί και με τον τύπο 3, ως κλειστό επιχείρημα:
«Το αδίκημα Ψ δεν τιμωρείται από το δικαστήριο. Γιατί εάν ένα αδίκημα δεν αναφέρεται ρητά από τον ποινικό νόμο δεν τιμωρείται και γιατί αυτό συμβαίνει με το αδίκημα Ψ. Άρα σωστή είναι η άποψη ότι το αδίκημα Ψ δεν τιμωρείται από το δικαστήριο».
. / .
3. Αποδεικτικές: «Το έγκλημα που δικάζεται διαπράχθηκε ή με δόλο ή από αμέλεια. Τα τεκμήρια δείχνουν ότι ο δόλος αποκλείεται».Συμπέρασμα: «Άρα, το έγκλημα που δικάζεται διαπράχθηκε από αμέλεια».
-Σχόλιο: Ο παραπάνω διαζευκτικός παραγωγικός συλλογισμός ξεκινάει με αποδεικτικές και καταλήγει σε συμπέρασμα, είναι δηλαδή του τύπου 1.
-Μπορεί όμως να εμφανιστεί και ως ενθύμημα, δηλαδή με το τύπο 2:
«Το έγκλημα που δικάζεται διαπράχθηκε από αμέλεια και όχι από δόλο, γιατί αυτό αποδεικνύεται από τα προσκομισθέντα στο δικαστήριο τεκμήρια».
-Μπορεί, ακόμα, να εμφανιστεί και με τον τύπο 3, ως κλειστό επιχείρημα:
«Το έγκλημα που δικάζεται διαπράχθηκε από αμέλεια. Γιατί τα εγκλήματα διαπράττονται ή από αμέλεια ή από δόλο και γιατί τα τεκμήρια δείχνουν ότι το αδίκημα αυτό δεν διαπράχθηκε από δόλο. Άρα, σωστή είναι η άποψη ότι το έγκλημα διαπράχθηκε από αμέλεια».

ΓΕΝΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ: α) Ένας παραγωγικός συλλογισμός, είτε κατηγορικός είτε υποθετικός είτε διαζευκτικός, στον πραγματικό λόγο εμφανίζεται συνήθως με έναν από τους τύπους 1, 2, η 3. Φυσικά για την μετατροπή του από το ένα είδος στο άλλο, και από τον ένα τύπο στον άλλο, θα αλλάξει η διατύπωση, θα προστεθούν δηλαδή ή θα αφαιρεθούν κάποιες κατάλληλες λέξεις, φράσεις ή και προτάσεις ολόκληρες. β) Πολλές φορές, βέβαια, ένας παραγωγικός συλλογισμός, πέρα από τους τύπους 1,2 και 3, μπορεί να εμφανιστεί με έναν άλλον τύπο, πχ σαν ατελής παράγραφος. 3)Τον ποιο τύπο θα επιλέξουμε κάθε φορά εξαρτάται από το ζήτημα που διαπραγματευόμαστε, από τη ροή και το ύφος του λόγου μας. Αλλά και από το σε ποιον απευθυνόμαστε. Άν απευθυνόμαστε σε ένα παιδί, επιλέγουμε απλούς τύπους, αλλιώς πιο σύνθετους και περίπλοκους.

.   /   .
Β) Επαγωγικοί συλλογισμοί και σχόλια
Και οι επαγωγικοί συλλογισμοί (που είναι όπως και οι παραγωγικοί ή κατηγορικοί, ή διαζευκτικοί, ή υποθετικοί), εμφανίζονται συνήθως στον πραγματικό λόγο με έναν από τους τύπους 1, 2 ή 3. Έστω το παρακάτω παράδειγμα:
1. Αποδεικτικές: «Με βάση την εμπειρία μου, έχω σχηματίσει τη γνώμη ότι οι γυναίκες πολιτικοί υποστηρίζουν τα γυναικεία δικαιώματα». Συμπέρασμα: «Πιστεύω λοιπόν ότι η υποψήφια που επέλεξα να ψηφίσω στις επόμενες εκλογές είναι πιθανόν να ακολουθήσει την ίδια πολιτική».
► Σχόλιο: ο παραπάνω επαγωγικός συλλογισμός είναι του τύπου 1, πρώτα δηλαδή οι αποδεικτικές και μετά το συμπέρασμα.
-Μπορεί όμως να εμφανιστεί και με τον τύπο 2, ως ενθύμημα δηλαδή:
«Πιστεύω ότι η υποψήφια που επέλεξα να ψηφίσω στις επόμενες εκλογές είναι πιθανό να ακολουθήσει την πολιτική υποστήριξης των γυναικείων δικαιωμάτων, γιατί από την εμπειρία μου έχω σχηματίσει τη γνώμη ότι όταν (=εάν) μια γυναίκα εκλέγεται υποστηρίζει τα γυναικεία δικαιώματα».
-Μπορεί επίσης, να παρουσιαστεί με τον τύπο 3, ως κλειστό δηλαδή επιχείρημα:
«Πιστεύω ότι η υποψήφια που επέλεξα να ψηφίσω στις επόμενες εκλογές, είναι πιθανό να υποστηρίξει τα γυναικεία δικαιώματα. Γιατί από την εμπειρία μου έχω σχηματίσει τη γνώμη ότι οι γυναίκες που (=εάν) εκλέγονται υποστηρίζουν τα γυναικεία δικαιώματα, και γιατί αυτό υποσχέθηκε επανειλημμένα αυτή η υποψήφια. Πιστεύω, λοιπόν, ότι θα υποστηρίξει τα γυναικεία δικαιώματα».

ΓΕΝΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ: 1) Όταν μετασχηματίζουμε έναν επαγωγικό συλλογισμό από τύπο σε άλλο τύπο, τότε αλλάζουμε τη διατύπωση, προσθέτουμε δηλαδή ή αφαιρούμε κατάλληλες λέξεις, φράσεις ή και προτάσεις ολόκληρες. 2) Μπορεί όμως να εμφανιστεί με έναν από τους άλλους τύπους. 3)Τον ποιο τύπο θα επιλέξουμε κάθε φορά εξαρτάται από το ζήτημα που διαπραγματευόμαστε, από τη ροή και το ύφος του λόγου μας. Αλλά και από το σε ποιον απευθυνόμαστε. Αν απευθυνόμαστε σε ένα παιδί, επιλέγουμε απλούς τύπους, αλλιώς πιο σύνθετους και περίπλοκους.

(ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παράρτημα 3 προστέθηκε στις 18/5/2011)
======

Τα ιστολόγιά μου

4) ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΛΌΓΟΣ (& οι συγγενικοί του)

ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΡΙΤΗ *
Ο ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ (και οι συγγενικοί του στοχαστικός και λόγος πειθούς)
Εισαγωγικά
Αποδεικτικός λόγος, με πολύ απλά λόγια, είναι αυτός όπου με κάποιο συλλογισμό υποστηρίζουμε ή απορρίπτουμε μια γνώμη δική μας ή ενός άλλου προσώπου.
Αποδεικτική παράγραφος, επομένως, είναι εκείνη στην οποία με κάποιο συλλογισμό υποστηρίζουμε, ή απορρίπτουμε, μια γνώμη δική μας ή κάποιου άλλου.
Με συλλογισμό έστω και λανθασμένο;
Όχι ∙ μόνο με ορθό συλλογισμό.
Άρα, μπορούμε να πούμε ότι: αποδεικτική παράγραφος είναι εκείνη στην οποία με κάποιο ορθό συλλογισμό υποστηρίζουμε, ή απορρίπτουμε, μια γνώμη δική μας ή ενός άλλου προσώπου.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι όταν συντάσσουμε μια αποδεικτική παράγραφο, προσέχουμε ο συλλογισμός που θα βάλουμε σ’ αυτήν να είναι ορθός.
Από δω βγαίνει και ο πρώτος και βασικός κανόνας: Η αποδεικτική παράγραφος που συντάσσουμε πρέπει να περιέχει ορθό συλλογισμό.
Στην ερώτηση ποιος είναι ορθός συλλογισμός, απαντά η επιστήμη της Λογικής και μας λέει ότι: ορθός συλλογισμός είναι εκείνος που διατυπώνεται με ορισμένους υποχρεωτικούς κανόνες και που έχει σχέση με την πραγματικότητα.
Δεν μπορούμε δηλαδή να βάλουμε σε ένα συλλογισμό μας κάτι που δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα, ούτε να διατυπώσουμε ένα συλλογισμό όπως νομίζουμε. Θα τον διατυπώσουμε με ορισμένους κανόνες.
17/9/2017 :Υποσημείωση * Τον αποδεικτικό λόγο μπορούμε να τον χωρίσουμε σε καθαυτό αποδεικτικό λόγο, που περιέχει παραγωγικούς συλλογισμούς, στον αποδεικτικό λόγο που περιέχει επαγωγικούς συλλογισμούς και είναι και μπορούμε να τον ονομάσουμε πιθανολογικό, και στον μεικτό αποδεικτικό λόγο που περιέχει και παραγωγικούς και επαγωγικούς συλλογισμούς. Εδώ μιλάω κυρίως για τον καθαυτό αποδεικτικό λόγο.   

Ο ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΌΣ ΚΑΙ Η ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΉ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ
Κάθε συλλογισμός αναφέρεται σε ένα θέμα.
Ο συλλογισμός διατυπώνεται ορθά όταν βάλουμε στην αρχή του κάποιες γνώσεις μας για το θέμα και μετά όταν γράψουμε το συμπέρασμα που βγάζουμε από αυτές τις γνώσεις.
Α ΄ τύπος συλλογισμού (που ονομάζεται κατηγορικός συλλογισμός): ξεκινάει με αποδεικτικές και έχει το συμπέρασμα στο τέλος.
Πχ:1. Όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί (= γνώσεις από την εμπειρία μας)
2. Ο Σωκράτης ήταν άνθρωπος (= γνώση από το μάθημα της Ιστορίας)
3. Άρα, ο Σωκράτης ήταν θνητός (= συμπέρασμα)
Τις δυο πρώτες προτάσεις από αυτή την αποδεικτική «παράγραφο», η Λογική τις ονομάζει προκείμενες, εμείς θα τις λέμε εδώ (στο συντακτικό της αποδεικτικής παραγράφου δηλαδή) αποδεικτικές προτάσεις. Την τρίτη πρόταση η Λογική την ονομάζει συμπέρασμα, εμείς θα τη λέμε εδώ συμπέρασμα αλλά και κατακλείδα.
Το παραπάνω κείμενο το ονομάσαμε «παράγραφο» (με εισαγωγικά). Για να ονομάζεται παράγραφος χωρίς εισαγωγικά, πρέπει να συνδέεται με μια προηγούμενη ή με μια επόμενη παράγραφο, να είναι δηλαδή μέρος από ένα κείμενο.
Παράγραφος, με άλλο λόγια, είναι ένα τμήμα από ένα κείμενο όπου εξετάζουμε ένα σημείο από ένα θέμα, τμήμα που συνδέεται με άλλα τμήματα (με άλλες παραγράφους) του κειμένου όπου εξετάζουμε άλλα σημεία από το ίδιο θέμα.
. / .
Εάν προσπαθήσουμε να γράψουμε ένα κείμενο, δηλαδή πολλές παραγράφους που να εξετάσουν διάφορες πλευρές από ένα θέμα, τότε θα βάλουμε και λέξεις ή φράσεις ή προτάσεις που θα συνδέουν αυτές τις παραγράφους μεταξύ τους (θα βάλουμε συνδετικές λέξεις ή συνδετικές φράσεις ή συνδετικές προτάσεις που θα συνδέουν αυτές τις παραγράφους), αλλά η ροή του λόγου μας θα μας αναγκάσει να κάνουμε τους συλλογισμούς σε ορισμένες παραγράφους με άλλο τρόπο: Πχ:

Ενδεικτικό κείμενο 1: Θέμα: Ο Σωκράτης και τα κυριότερα χαρακτηριστικά του
& 1 (πρόλογος) Ας εξετάσουμε τα κυριότερα χαρακτηριστικά που είχε ο Σωκράτης.
& 2 Ο Σωκράτης, καταρχήν, ήταν Έλληνας, γιατί γεννήθηκε από Έλληνες γονείς.
&3 Τους ανθρώπους που τους αρέσει να συζητούν και να εξετάζουν τις έννοιες, όπως για παράδειγμα τι είναι ωραίο, οι αρχαίοι Έλληνες τους ονόμαζαν φιλόσοφους.
Ο Σωκράτης συνέχεια συζητούσε και εξέταζε με άλλους τέτοιες έννοιες,
άρα ήταν φιλόσοφος.
&4 Ήταν εξάλλου σαν χαρακτήρας γενναίος.
Όπως μας λένε οι ιστορικές πηγές, και κυρίως οι μαθητές του Πλάτωνας και Ξενοφώντας με τα συγγράμματά τους, ο Σωκράτης πήρε μέρος σε τρεις εκστρατείες και διακρίθηκε σε όλες για το θάρρος του, όπως και ότι αργότερα αρνήθηκε με κίνδυνο της ζωής του να εκτελέσει μια παράνομη διαταγή των τριάκοντα τυράννων.
Από όλα αυτά συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι ήταν και γενναίος.
&5 (ανακεφαλαίωση) Όπως βλέπουμε από όσα αναπτύξαμε, τα κυριότερα χαρακτηριστικά του Σωκράτη είναι ότι ήταν Έλληνας, φιλόσοφος και σαν χαρακτήρας γενναίος.

Σχόλια:
► Στην &2 του παραπάνω ενδεικτικού κειμένου διατυπώσαμε τον συλλογισμό όχι ως κατηγορικό, αλλά αλλιώς. Γράψαμε πρώτα το συμπέρασμα «ο Σωκράτης ήταν Έλληνας» και μετά γράψαμε μια αποδεικτική, «γιατί γεννήθηκε από Έλληνες γονείς». Συντάξαμε την παράγραφο με συλλογισμό τύπου Β ΄ (που η Λογική τον ονομάζει ενθύμημα).
Την &3 τη συντάξαμε με συλλογισμό Α ΄ τύπου (βάλαμε δηλαδή πρώτα αποδεικτικές και μετά το συμπέρασμα).
► Την &4 τη συντάξαμε βάζοντας πρώτα το συμπέρασμα, μετά αποδεικτικές προτάσεις και στο τέλος ξαναγράψαμε το συμπέρασμα. Την παράγραφο αυτή τη συντάξαμε με συλλογισμό τύπου Γ ΄, που μπορούμε να τον ονομάσουμε «κλειστό ή γεωμετρικό επιχείρημα».
► Στην &4 γράψαμε το τελικό συμπέρασμά μας. Αυτή την παράγραφο την ονομάζουμε ανακεφαλαιωτική και περιλαμβάνει τα συμπεράσματα που εξαγάγαμε στις προηγούμενες παραγράφους του κειμένου.

ΟΙ ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ ΤΩΝ ΒΑΣΙΚΩΝ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΡΆΦΟΥ (1)
Ας επαναλάβουμε την &4 από το ενδεικτικό κείμενο 1 για να δούμε ποια ονόματα δίνει το Συντακτικό της Αποδεικτικής Παραγράφου στις διάφορες προτάσεις της.

&4 (Θεματική πρόταση:) Ήταν εξάλλου σαν χαρακτήρας γενναίος.
(Αποδεικτικές προτάσεις:) Όπως μας λένε οι ιστορικές πηγές, και κυρίως οι μαθητές του Πλάτωνας και Ξενοφώντας με τα συγγράμματά τους, ο Σωκράτης πήρε μέρος σε τρεις εκστρατείες και διακρίθηκε σε όλες για το θάρρος του, όπως και ότι αργότερα αρνήθηκε με κίνδυνο της ζωής του να εκτελέσει μια παράνομη διαταγή των τριάκοντα τυράννων.
(Κατακλείδα/ συμπέρασμα) Από όλα αυτά συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι ήταν και γενναίος.

Όταν η παράγραφος, όπως η &4, ξεκινάει με ένα συμπέρασμα, τότε το συμπέρασμα αυτό και την πρόταση που το περιέχει την ονομάζουμε Θεματική πρόταση.
Τις προτάσεις που αποδεικνύουν τη θεματική πρόταση, ή ενδεχομένως την απορρίπτουν, τις ονομάζουμε αποδεικτικές προτάσεις.
Το συμπέρασμα που γράφουμε στο τέλος, όπως και την πρόταση που το περιέχει, τη λέμε συμπέρασμα ή κατακλείδα.
Ώστε μια παράγραφος μπορεί να αποτελείται: Στην αρχή της από μια θεματική πρόταση, μετά να ακολουθούν οι αποδεικτικές προτάσεις, και στο τέλος να τελειώνει με συμπέρασμα παρόμοιο με αυτό που αναφέρει η θεματική πρόταση. Ο τύπος της τότε είναι : Θεματική πρόταση- αποδεικτικές προτάσεις- συμπέρασμα/ κατακλείδα.
Όμως είδαμε στο ίδιο κείμενο, και την παράγραφο & 2 «ο Σωκράτης, καταρχήν, ήταν Έλληνας, γιατί γεννήθηκε από Έλληνες γονείς». Αυτή δεν έχει κατακλείδα. Ο τύπος της είναι θεματική πρόταση- αποδεικτική πρόταση (στο εδώ παράδειγμα: μια μόνον αποδεικτική πρόταση).
Είδαμε, εξάλλου και την &3. Αυτή η παράγραφος δεν έχει θεματική πρόταση - έχει μόνον αποδεικτικές προτάσεις και κατακλείδα/ συμπέρασμα. Ο τύπος της είναι αποδεικτικές προτάσεις - κατακλείδα/ συμπέρασμα.
Είδαμε, επίσης, και την &5 που ονομάζεται ανακεφαλαιωτική. Αυτή δεν είναι καθαυτό αποδεικτική παράγραφος, είναι περιγραφική, γιατί σ’ αυτήν περιγράφουμε τα συμπεράσματα των προηγούμενων αποδεικτικών παραγράφων μας. Έχει βοηθητική θεματική πρόταση, μια πρόταση δηλαδή που μας βοηθάει να ανακεφαλαιώσουμε/ περιγράψουμε τα συμπεράσματα των προηγούμενων παραγράφων μας. Τη θεωρούμε όμως ως παράγραφο που ανήκει στον αποδεικτικό λόγο γιατί μόνον σ’ αυτόν τη χρησιμοποιούμε.
Και οι τέσσερις αυτές παράγραφοι είναι απλές, είναι μονές.
Είδαμε, βέβαια, και την &1 που ονομάζεται πρόλογος. Γι’ αυτήν και τις μορφές που παίρνει θα μιλήσουμε αργότερα, αφού πρώτα πούμε και για τους άλλους τύπους αποδεικτικών παραγράφων.

ΤΥΠΟΙ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΓΡΑΦΩΝ (1-4)
Ανακεφαλαιώνοντας, θα πούμε ότι είδαμε μέχρι τώρα τους εξής τέσσερις τύπους αποδεικτικών παραγράφων:
Τύπος 1 : Πρώτα οι αποδεικτικές (μία ή περισσότερες *) και μετά το συμπέρασμα/ κατακλείδα, ή για συντομία Απ + ΣΚ.
Τύπος 2 ( ενθύμημα): Πρώτα το συμπέρασμα ως θεματική πρόταση και μετά μια αποδεικτική πρόταση, ή για συντομία Θπ + Απ.
Τύπος 3 (κλειστό ή γεωμετρικό επιχείρημα): Πρώτα το συμπέρασμα ως θεματική πρόταση, μετά οι αποδεικτικές και στο τέλος ξανά το συμπέρασμα ως κατακλείδα, ή για συντομία Θπ + Απ + ΣΚ.
Τύπος 4 (ανακεφαλαιωτική): Πρώτα μια βοηθητική θεματική πρόταση και μετά τα συμπεράσματα των προηγούμενων παραγράφων, ή για συντομία Βοηθητική Θπ + Συμπεράσματα.

{-Υποσημείωση * : μία αποδεικτική όπως στον άμεσο συλλογισμό [πχ 'υποστηρίζετε ότι δεν είναι όλες οι επικερδείς εργασίες έντιμες/ άρα δέχεστε ό υπάρχουν επικερδείς εργασίες ανέντιμες'], ή περισσότερες όπως στον έμμεσο συλλογισμό [πχ 'τους ανθρώπους που τους αρέσει να συζητούν και να εξετάζουν τις έννοιες, όπως για παράδειγμα τι είναι ωραίο, οι αρχαίοι Έλληνες τους ονόμαζαν φιλόσοφους. Ο Σωκράτης συνέχεια συζητούσε και εξέταζε με άλλους τέτοιες έννοιες, άρα ήταν φιλόσοφος']}.

ΔΙΠΛΕΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΙ τύποι (5- 6)
Στις προηγούμενες παραγράφους του κειμένου 1 εξετάσαμε σε κάθε μια από ένα σημείο για τον Σωκράτη και αυτό αποδείξαμε.
► Όταν γράψουμε στη θεματική πρόταση δυο σημεία που πρέπει να εξετάσουμε/ αποδείξουμε, τότε κατασκευάζουμε διπλή παράγραφο. Πχ
> (Τύπος 5α):
&1 Θεματική πρόταση/ περίοδος: Ο Σωκράτης ήταν φιλόσοφος και σαν χαρακτήρας γενναίος άνθρωπος.
Αποδεικτικές: Από την αρχαιότητα ακόμα έως και σήμερα, τους ανθρώπους που ενδιαφέρονται να εξετάζουν τη σημασία των λέξεων, όπως πχ τι σημαίνει η έννοια ωραίος, τους ονομάζουμε φιλοσόφους. Τον Σωκράτη αυτό κυρίως τον ενδιέφερε και με αυτό απασχολείτο στις συζητήσεις με άλλους κάθε μέρα. Ήταν λοιπόν φιλόσοφος. Ήταν, εξάλλου, σαν χαρακτήρας γενναίος. Μας το βεβαιώνουν αυτό αρχαίες πηγές από τις οποίες μαθαίνομε ότι και στους τρεις πολέμους που πήρε μέρος φέρθηκε με θάρρος, όπως και ότι με κίνδυνο της ζωής του αρνήθηκε στην εποχή των τριάκοντα τυράννων να εκτελέσει μια παράνομη διαταγή τους.
Κατακλείδα/ συμπέρασμα: Από όσα αναπτύξαμε βλέπουμε, ότι ο Σωκράτης ήταν φιλόσοφος και σαν χαρακτήρας γενναίος άνθρωπος.

> (Τύπος 5β) [Διαγράφτηκε την 2/5/2011 γιατί επαναλάμβανε τον τύπο 5α].
. / .
► Και η παρακάτω παράγραφος, που ξεκινάει με αποδεικτικές προτάσεις, είναι διπλή γιατί εξετάζουμε και αποδεικνύουμε δυο σημεία:
(Τύπος 6)
Αποδεικτικές προτάσεις: Τον Σωκράτη τον ενδιέφερε και με αυτό ασχολούνταν όλη μέρα στις συζητήσεις του με άλλους, η σημασία των εννοιών, πχ τι είναι καλό κι αγαθό ή τι είναι ωραίο. Σαν χαρακτήρας εξάλλου ήταν όπως μας βεβαιώνουν ιστορικές πηγές, γενναίος.
Συμπέρασμα/ κατακλείδα. Ήταν δηλαδή ένας φιλόσοφος, και σαν χαρακτήρας ένας γενναίος άνθρωπος.
► Η διπλή παράγραφος είτε με τον τύπο 5 είτε με τον τύπο 6, είναι μια σύνθετη παράγραφος.

ΜΟΝΕΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΙ (συνέχεια), τύποι 7- 16
Τύπος 7, μονή παράγραφος με δυο κατακλείδες
-Έστω η παρακάτω μονή παράγραφος 1:
&1 Θεματική πρόταση: Βία υπήρχε πάντα.
Αποδεικτικές: Στην αρχαιότητα με τη μορφή της δουλείας, στο μεσαίωνα με τη μορφή της Ιεράς Εξετάσεως και στην νεότερη εποχή ως αποικιοκρατία, ιμπεριαλισμός, ναζισμός, φασισμός, σταλινισμός κτλ.
Κατακλείδα/ συμπέρασμα Α: Βία υπήρχε, πράγματι, πάντοτε
Κατακλείδα/συμπέρασμα Β : και οφείλεται σε πολλές αιτίες.
► Η παραπάνω παράγραφος τελειώνει σε δυο συμπεράσματα/ κατακλείδες Α και Β., από τα οποία το Α είναι παρόμοιο με τη θεματική πρόταση. Το συμπέρασμα Β βγαίνει αμυδρά από τις αποδεικτικές προτάσεις, και δεν αποδεικνύεται με επάρκεια απ’ αυτές. Γι’ αυτό το λόγο πρέπει να κατασκευάσουμε μια επόμενη παράγραφο στην οποία θα το αποδείξουμε με επάρκεια. Στην επόμενη παράγραφο δεν θα γράψουμε μια νέα θεματική πρόταση, αλλά θα θεωρήσουμε ως θεματική της πρόταση το Β συμπέρασμα της προηγούμενης παραγράφου.
-Έστω, λοιπόν, ότι μετά τη &1 ακολουθεί η εξής παράγραφος &2:
&2 Θεματική πρόταση - (εννοείται το Β συμπέρασμα, γι' αυτό δεν ξαναγράφεται)
Αποδεικτικές: Σε οικονομικά κυρίως αίτια, όπως στην δουλεία, στην αποικιοκρατία και στον ιμπεριαλισμό, αλλά και σε θρησκευτικούς φανατισμούς όπως στην Ιερά Εξέταση, σε φυλετικές εξαλλοσύνες όπως στον ναζισμό, σε πολιτικές μισαλλοδοξίες όπως στον ναζισμό. Και παραπέρα σε άλλα αίτια, λόγου χάρη στη βαρβαρότητα ορισμένων ανδρών, ενήλικων σε παιδιά κτλ.
Κατακλείδα: (δεν γράφουμε τίποτα)
&3 πχ: ας μιλήσουμε τώρα για τα αποτελέσματα που φέρνει η βία . . . .

-Σχόλια: Τώρα στην &2 αποδείξαμε με αρκετή επάρκεια το Β συμπέρασμα της πρώτης παραγράφου. (Μετά πηγαίνουμε σε μια άλλη &3 ).
► Όπως βλέπουμε, υπάρχει περίπτωση να πάρουμε την κατακλείδα μιας προηγούμενης παραγράφου ως θεματική πρόταση στην επόμενη παράγραφο. Τις παραγράφους &1 και &2 τις γράφουμε σαν μια παράγραφο, δεν παύει όμως στην ουσία να είναι δυο ξεχωριστές παράγραφοι η μια από την άλλη.

ΑΛΛΟΙ ΤΥΠΟΙ ΜΟΝΩΝ ΚΑΙ ΔΙΠΛΩΝ ΠΑΡΑΓΡΑΦΩΝ (8- 16)
Στο υποκεφάλαιο αυτό θα δούμε και τους άλλους μονούς τύπους παραγράφων που τους χρησιμοποιούμε όλοι μας.
Θα ξεκινήσουμε με έναν τύπο που είδαμε, με τον τύπο 2. Αυτός έχει δυο μορφές, μιλήσαμε όμως μόνο για τη μια του, που η Λογική την ονομάζει ενθύμημα. Ας την επαναλάβουμε:
«& Ο Σωκράτης, καταρχήν, ήταν Έλληνας, γιατί γεννήθηκε από Έλληνες γονείς».
Η δεύτερη μορφή του ξεκινάει και αυτή με το συμπέρασμα, έχει όμως όχι μόνο μια αλλά περισσότερες αποδεικτικές. Πχ:
█ Τύπος 8, του αντιστραμμένου συλλογισμού
Θεματική πρόταση: Ο Σωκράτης ήταν Έλληνας.
Αποδεικτικές:: Όσοι γεννιόνταν στην Ελλάδα από Έλληνες γονείς οι αρχαίοι μας πρόγονοι τους ονόμαζαν Έλληνες. Ο Σωκράτης γεννήθηκε στην Ελλάδα από Έλληνες γονείς».
-Σχόλια: Στο τέλος αυτού του τύπου δεν γράφουμε κανένα συμπέρασμα. Το συμπέρασμά του είναι γραμμένο ως θεματική πρόταση.

█ Τύπος 9 όπου παραλείπεται η πρώτη κατακλείδα.
Είδαμε τον τύπο 7 που τελειώνει σε δυο κατακλείδες. Α και Β. Πολλές φορές όμως παραλείπουμε την πρώτη κατακλείδα και γράφουμε μόνο τη δεύτερη.
-Παράδειγμα η παρακάτω &1:
&1 Θεματική πρόταση: Βία υπήρχε πάντα.
Αποδεικτικές: Στην αρχαιότητα με τη μορφή της δουλείας, στο μεσαίωνα με τη μορφή της Ιεράς Εξετάσεως και στην νεότερη εποχή ως αποικιοκρατία, ιμπεριαλισμός, ναζισμός, φασισμός, σταλινισμός κτλ.
Κατακλείδα/συμπέρασμα Β : Όπως βλέπουμε από όσα εκτέθηκαν η βία οφείλεται σε πολλές αιτίες.

► Σχόλια: Στο τέλος της &1 δεν γράψαμε το Α συμπέρασμα (ότι βία υπήρχε πάντα, όπως κάναμε στον τύπο 7)), γιατί εύκολα εννοείται και γιατί απευθυνόμαστε σε ώριμους αναγνώστες. Γράψαμε μόνο το Β συμπέρασμα.

█ Τύπος 10 , Ο αριθμητικός τύπος
Πολλές φορές χρησιμοποιούμε μια πρόταση με το ρήμα είναι, ή κάποιο ανάλογο, για να προσδιορίσουμε έναν αριθμό ή μια ποσότητα από κάτι, και στη συνέχεια γράφουμε τόσα από αυτό το κάτι, όσα προσδιορίσαμε.
-Παράδειγμα 1.- Θεματική πρόταση: Η ποίηση μπορεί διαιρεθεί, αδρομερώς, σε τρία μέρη.
Αποδεικτικές : Στην επική, στη λυρική και στη δραματική.

-Παράδειγμα:2.- Θεματική πρόταση: Τα αίτια της βίας μπορούν να χωριστούν σε τέσσερις κυρίως κατηγορίες.
Αποδεικτικές: Στα οικονομικά αίτια και συμφέροντα, στις διακρίσεις (φυλετικές, θρησκευτικές), σε ιδεολογικά και πολιτικά αίτια, και τέλος, στο αδιαπαιδαγώγητο ορισμένων χαρακτήρων ( βία ανδρών κατά γυναικών, βία ενηλίκων κατά παιδιών κτλ).
► Σχόλια: . Η περίπτωση του αριθμητικού τύπου είναι πολύ συνηθισμένη. (Τον χρησιμοποιούμε και τον βρίσκουμε όχι μόνο στον αποδεικτικό, αλλά και στον περιγραφικό λόγο, πχ περιγράφοντας η Ι. Παπαντωνίου την παραδοσιακή φορεσιά Νύφη των Μεσογείων, γράφει σε μια παράγραφο του κειμένου της: Τα κοσμήματα είναι πολλά, το χρυσό επιμετώπιο κόσμημα, το γιορντάνι, το περιλαίμιο κόσμημα και το κορδόνι με τα φλουριά).

█ Τύπος 11, Ο προσαυξημένος τύπος
Όταν στην παράγραφο αποδεικνύουμε μιαν αποδεικτική πρόταση με άλλη αποδεικτική, τότε γράφουμε με αυτόν τον τύπο.
Ο τύπος αυτός χρησιμοποιείται και στον συνήθη λόγο και στον μαθηματικό (στα μαθηματικά θεωρήματα, στις μαθηματικές ασκήσεις που λύνουμε). Παραδείγματα:
-Παράδειγμα πρώτο. Κείμενο Ν. Γρηγοριάδη, Το καλό κατάστημα
Θεματική πρόταση: Το κατάστημα Χ είναι καλό κατάστημα.
Αποδεικτική Α : Γιατί είναι μοντέρνο,
(αποδεικτική, για την αποδεικτική Α) και είναι μοντέρνο γιατί διαθέτει σύστημα κλιματισμού, χώρους ξεκούρασης και αναψυχής για τους πελάτες του.
Αποδεικτικές Β-Δ : Γιατί είναι καθαρό, γιατί οι υπάλληλοί του είναι ευγενικοί και πρόθυμοι, γιατί τέλος, έχει ποικιλία ειδών και σε καλές τιμές.
Κατακλείδα Γι’ αυτούς τους λόγους το θεωρώ καλό κατάστημα.
-Παράδειγμα δεύτερο. Κείμενο από τα μαθηματικά (από τη γεωμετρία)
Θεματική πρόταση : Σε κάθε τρίγωνο απέναντι από ίσες πλευρές βρίσκονται ίσες γωνίες.
( επεξήγηση=) : Δηλαδή αν ΑΒ= ΑΓ, συνεπάγεται γωνία Β = γωνία Γ.
Αποδεικτική : Ας θεωρήσουμε ένα τρίγωνο ΑΒΓ με ΑΒ= ΑΓ. Αν φέρουμε τη διχοτόμο του ΑΔ, έχουμε τρίγωνο ΑΒΔ = τρίγωνο ΑΓΔ, (αποδεικτική για την αποδεικτική=) γιατί ΑΒ= ΑΓ, ΑΔ= ΑΔ, γωνία Α1 = γωνία Α2.
Συμπέρασμα: και άρα, γωνία Β= γωνία Γ.
► Σχόλια: Στα παραπάνω παραδείγματα αποδείξαμε μιαν αποδεικτική με άλλη αποδεικτική, που μπορούμε να την ονομάσουμε «βοηθητική αποδεικτική, ή αποδεικτική της αποδεικτικής». Υπάρχει όμως περίπτωση να αποδείξουμε και δεύτερη και τρίτη αποδεικτική την κάθε μια με βοηθητική αποδεικτική. Τότε η παράγραφος δεν είναι απλώς προσαυξημένη, αλλά πολυπροσαυξημένη.

█ Τύπος 12, όπου οι αποδεικτικές αντικαθίστανται από τη φράση «όπως είναι γνωστό» ή άλλη παρόμοια.
-Παράδειγμα η παρακάτω παράγραφος &1:
&1 Βία, όπως είναι γνωστό, υπήρχε πάντα.
&2 Ας εξετάσουμε τώρα σε ποιες αιτίες οφείλεται [..]
► Σχόλια: Τον τύπο που έχει η &1 τον χρησιμοποιούμε όταν απευθυνόμαστε σε ώριμους αναγνώστες πού ξέρουν αυτό που λέμε (πχ ότι βία υπήρχε πάντα) και δεν χρειάζεται να τους το αποδείξουμε. Μετά, πηγαίνουμε σε άλλη παράγραφο όπου θα εξετάσουμε κάτι άλλο από το θέμα μας, πχ τις αιτίες.

█ Τύπος 13. Η ατελής παράγραφος
(= παράγραφος που αποτελείται μόνο από θεματική πρόταση ή θεματική περίοδο)
Πολλές φορές γράφουμε μια γνώμη μας (μια θεματική δηλαδή πρόταση ή περίοδο), χωρίς να την αποδεικνύουμε, γιατί θεωρούμε ότι αυτός που θα τη διαβάσει γνωρίζει αυτή τη γνώμη και τη θεωρεί σωστή. Μετά προχωράμε σε μιαν άλλη παράγραφο. Παραδείγματα:
-Παράδειγμα πρώτο : -Παράγραφος από μαθητή (ορισμός για τον ρυθμό):
&1 Ρυθμό λέμε την εντύπωση που μας προκαλεί η επανάληψη σε κανονικά χρονικά διαστήματα ενός κιναισθητικού ερεθίσματος. &2 . . .
-Παράδειγμα δεύτερο: Από το δοκίμιο του Ε. Παπανούτσου, η Τέχνη του Επιχειρήματος
&1 Μια από τις πολλές σημασίες της ελληνικής λέξης «λόγος», που με διάφορες μορφές έχει περάσει στις γλώσσες όλων των πολιτισμένων λαών του κόσμου, είναι εκείνη που την ταυτίζει με μιαν άλλη, πολύχρηστη κι αυτήν στην κοινή ομιλία: με το «επιχείρημα». &2 . .
► Σχόλια: Μια ατελής παράγραφος μπορεί να είναι γραμμένη και κολλημένη ή με μια άλλη ατελή , ή γραμμένη και κολλημένη μπροστά ή πίσω από μια άλλη παράγραφο άλλου τύπου. Να είναι δηλαδή κολλημένη σε μια άλλη παράγραφο έτσι που να μη γίνεται αντιληπτό ότι είναι ξεχωριστή παράγραφος.
-Ας δούμε τώρα τη διπλή παράγραφο με ατελείς και στο κεφάλαιο για τους σύνθετους τύπους θα δούμε την πολλαπλή με ατελείς, ενώ σε διάφορες αναλύσεις κειμένων που θα κάνουμε θα δούμε τις περιπτώσεις που η ατελής είναι κολλημένη μπροστά ή πίσω σε μια άλλη παράγραφο.

█ Τύπος 14, διπλή με ατελείς
Στο παρακάτω κείμενο έχουμε δυο ατελείς παραγράφους γραμμένες σαν μια:
-Παράδειγμα από το δοκίμιο του Ε. Παπανούτσου, η Τέχνη του Επιχειρήματος
&1 (διπλή με ατελείς):«Μια από τις πολλές σημασίες της ελληνικής λέξης «λόγος», που με διάφορες μορφές έχει περάσει στις γλώσσες όλων των πολιτισμένων λαών του κόσμου, είναι εκείνη που την ταυτίζει με μιαν άλλη, πολύχρηστη κι αυτήν στην κοινή ομιλία: με το «επιχείρημα»// Τα εγχειρίδια της Λογικής ορίζουν το επιχείρημα ως διαλογισμό ή σειρά αλληλένδετων διαλογισμών, που συντίθεται για να αποδείξει την αλήθεια ή το ψεύδος μιας πρότασης». &2 . . .
► Σχόλια: Με τις δυο καθέτους (//), χωρίσαμε παραπάνω τις δυο ατελείς από τις οποίες αποτελείται η διπλή αυτή παράγραφος &1. Καμιά από αυτές τις ατελείς δεν αποδεικνύει ο συγγραφέας, γιατί θεωρεί ότι γνωρίζει ο αναγνώστης του και θα αποδεχθεί την αλήθεια της κάθε μιας, οπότε προχωράει σε άλλη παράγραφο (την &2).
► Για να γράψουμε δυο ατελείς τη μια κολλημένη στην άλλη, πρέπει οπωσδήποτε να είναι σχετικές μεταξύ, τους και όχι άσχετες.

█ Τύπος 15, Η παράγραφος με το γενικό συμπέρασμα
Πολλές φορές τα συμπεράσματα που γράφουμε στην ανακεφαλαιωτική παράγραφο, μάς βοηθάνε να βγάλουμε ένα ακόμα συμπέρασμα, το τελικό συμπέρασμά μας. Τότε τα συμπεράσματα των προηγούμενων παραγράφων μας λειτουργούν σαν αποδεικτικές προτάσεις για το τελικό μας συμπέρασμα. Αυτή η ανακεφαλαιωτική μας παράγραφος είναι, συνήθως, η τελευταία μας αποδεικτική παράγραφος στο αποδεικτικό κείμενό μας.
-Πχ: «Τα συμπεράσματα που βγάλαμε στις προηγούμενες παραγράφους είναι πρώτο. . . δεύτερο . . . τρίτο. Από αυτά συνάγουμε ότι τελικό συμπέρασμά είναι ότι . . .».

█ Τύπος 16. Ο ελλειπτικός τύπος
Συνηθίζεται από πολύ ώριμους συγγραφείς που απευθύνονται σε ώριμους αναγνώστες. Ο συγγραφέας παραλείπει να αναφέρει τις όσες πρέπει αποδεικτικές προτάσεις ∙ αναφέρει μόνον μια ή έστω δυο, γιατί ξέρει ότι ο ώριμος αναγνώστης που θα διαβάσει την παράγραφο έχει υπόψη του τις αποδεικτικές που λείπουν.
- Παράδειγμα από Κείμενο του Ευτύχη Μπιτσάκη,(Η πυρηνική ενέργεια)
Αποδεικτικές προτάσεις: Η πυρηνική ενέργεια αντιπροσωπεύει σήμερα περίπου το 15% του συνόλου της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Μάλιστα . . . ορισμένες χώρες της Ε Ο Κ, κυρίως η Γαλλία, στηρίζονται σε σημαντικό βαθμό στην εκμετάλλευση της ενέργειας του πυρήνα.
Κατακλείδα/ συμπέρασμα: Έτσι είναι δύσκολο να ελπίσουμε στο άμεσο μέλλον, να απαλλαγούμε από τους αντιδραστήρες ισχύος [ . . ].
► Από την παράγραφο αυτή λείπουν αποδεικτικές προτάσεις, όπως ότι «και η Γαλλία είναι ισχυρή χώρα και επειδή δεν είναι καθόλου εύκολο να εξαναγκάσεις μια ισχυρή χώρα να υπακούσει σε κάτι άλλο από εκείνο που θέλει», άρα «είναι δύσκολο να ελπίσουμε στο άμεσο μέλλον, να απαλλαγούμε από τους αντιδραστήρες ισχύος».
Το συμπέρασμα του συγγραφέα είναι σωστό. Παραλείπει κάποιες αποδεικτικές, γιατί ξέρει ότι δεν χρειάζονται για έναν ώριμο αναγνώστη, ότι θα κατανοήσει το συμπέρασμα με όσες αποδεικτικές έχει γράψει.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ 14/2/2019: Εκτός από τους παραπάνω τύπους μονών παραγράφων που περικλείουν κυρίως κατηγορικούς συλλογισμούς, υπάρχουν παράγραφοι που περικλείουν υποθετικούς συλλογισμούς, όπως και διαζευκτικούς συλλογισμούς. Σχετικά βλέπε το μπλοκ μου "Συλλογισμοί και είδη παραγράφων" όπου αναφέρω τους τύπους αυτών των συλλογισμών, αυτών των παραγράφων και όπου κάνω και μερικές σχετικές παρατηρήσεις}.   

ΤΑ ΑΛΛΑ ΕΙΔΗ ΤΩΝ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟ (2)
-Προτού προχωρήσουμε να δούμε τους σύνθετους τύπους των αποδεικτικών παραγράφων, ας μιλήσουμε και για τα άλλα είδη προτάσεων που χρησιμοποιούμε σε μια αποδεικτική παράγραφο.
Τα είδη προτάσεων η φράσεων που υπάρχουν στις αποδεικτικές παραγράφους μπορεί να είναι έξι.
- Μέχρι τώρα μιλήσαμε για τα τέσσερα είδη, για:
- Τις συνδετικές λέξεις, ή φράσεις ή προτάσεις, που χρησιμοποιούμε για να συνδέουμε τη μια παράγραφο με την άλλη,
- Για τις θεματικές προτάσεις, τις αποδεικτικές προτάσεις και τις προτάσεις κατακλείδες/ συμπεράσματα.
-Υπάρχουν ακόμα (ως πέμπτο είδος προτάσεων ή φράσεων) οι επεξηγήσεις που βάζουμε μερικές φορές στις παραγράφους μας.
- Και τέλος, ως έκτο είδος προτάσεων, υπάρχουν «διάφορα πληροφοριακά στοιχεία» που ενδεχομένως γράφουμε στην παράγραφό μας. Ας δούμε δυο κείμενα, ένα για τις επεξηγήσεις και ένα για τα «διάφορα», και να κάνουμε κάποια πρώτα σχόλια:

Κείμενο 1 από τα μαθηματικά (από τη γεωμετρία)
Θεματική πρόταση : Σε κάθε τρίγωνο απέναντι από ίσες πλευρές βρίσκονται ίσες γωνίες.
"Επεξήγηση": Δηλαδή αν ΑΒ= ΑΓ, συνεπάγεται γωνία Β = γωνία Γ.
Αποδεικτική : Ας θεωρήσουμε ένα τρίγωνο ΑΒΓ με ΑΒ= ΑΓ.
Αν φέρουμε τη διχοτόμο του ΑΔ, έχουμε τρίγωνο ΑΒΔ = τρίγωνο ΑΓΔ,
Αποδεικτική για την αποδεικτική: (γιατί ΑΒ= ΑΓ, ΑΔ= ΑΔ, γωνία Α1 = γωνία Α2).
Συμπέρασμα: και άρα, γωνία Β= γωνία Γ.
► Στο παραπάνω κείμενο υπάρχουν επεξηγήσεις. Στο παράδειγμά μας μπαίνουν ανάμεσα στη θεματική πρόταση και στις αποδεικτικές, ή με άλλα λόγια διασπούν τη θεματική πρόταση από τις αποδεικτικές.
-Οι επεξηγήσεις δεν μπορούν να λείψουν συνήθως από μια παράγραφό μας, γιατί πχ είναι ανάγκη να κατανοήσει ο αναγνώστης το τι εννοούμε με μια λέξη που χρησιμοποιήσαμε.

-Κείμενο 2:  Ι. Θ. Κακριδή, Τα άλογα της Ιλιάδας
Θεματική πρόταση, περίοδος: Όπως και να έχει το πράγμα, το βέβαιο είναι ότι οι αρχαίοι Έλληνες αγαπούσαν το άλογο περισσότερο από κάθε άλλο ζώο. Ειδικά στον Όμηρο που αναπαρασταίνει την ηρωική εποχή,
Αποδεικτικές 1: το άλογο είναι ο σύντροφος του πολεμιστή. Σε βαριές δουλειές δεν το βάζουν ποτέ. Όταν είναι για κουβάλημα, ζεύουν μουλάρια στο αμάξι. Για το όργωμα χρησιμοποιούν βόδια. Τα άλογα είναι μόνο για να σέρ-νουν το άρμα την ώρα της μάχης,
(Διάφορα) : κυβερνημένα από τον ηνίοχο, ένα δευτερότερο ήρωα, ενώ ο κύριός του πολεμάει πάνω στο άρμα, εξόν αν προτιμήσει να κατεβεί και να χτυπηθεί με τον αντίμαχο πεζός.
Αποδεικτικές 2: Καβάλα πάνω στο άλογό τους δεν πολεμούσαν ποτέ οι ομηρικοί ήρωες.
► Σχόλια: Εδώ τώρα βλέπουμε «κάποια διάφορα πληροφοριακά στοιχεία», το ποιος δηλαδή κυβερνούσε το άλογο. Στο παράδειγμα αυτό τα «διάφορα» μπαίνουν ανάμεσα στις αποδεικτικές και τις διασπούν σε δυο μέρη, σε αποδεικτικές 1 και σε αποδεικτικές 2.
► Αντίθετα με τις επεξηγήσεις, τις περισσότερες φορές τα «διάφορα πληροφοριακά στοιχεία» μπορούν να λείψουν. Στο παραπάνω κείμενο ο συγγραφέας του Ι. Θ. Κακριδής αν ήθελε μπορούσε να τα παραλείψει, χωρίς να καταστραφεί η αποδεικτική συλλογιστική της παραγράφου του. Τα έβαλε απλώς, για να μας πει κάτι που διαπίστωσε από τις μελέτες του, κάτι που εμείς δεν το ξέραμε. Από αυτήν την άποψη σωστά έκανε και τα έβαλε.
► Κανόνας: Φυσικά, όταν γράφουμε «διάφορα», α) πρέπει να προσέχουμε πολύ πώς θα τα βάλουμε, για να μπορεί ο αναγνώστης μας να παρακολουθεί τη συλλογιστική διαδικασία της παραγράφου μας. Και β) εάν βάλουμε «διάφορα», πρέπει να τα αναφέρουμε με πολύ συντομία.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΟΝΟΥΣ ΚΑΙ ΔΙΠΛΟΥΣ ΤΥΠΟΥΣ
Ας επαναλάβουμε περιληπτικά και με άλλη σειρά, πρώτα τους μονούς και μετά τους διπλούς τύπους των αποδεικτικών παραγράφων με τα ονόματά τους:
Α) Τύποι μονών παραγράφων:
* Τύπος του κατηγορικού συλλογισμού
-δύο ή περισσότερες αποδεικτικές και στο τέλος το συμπέρασμα.,
* Τύπος του αντιστραμμένου συλλογισμού (αντίστροφος του παραπάνω τύπου)
- πρώτα το συμπέρασμα ως θεματική πρόταση, και μετά δυο ή περισσότερες αποδεικτικές
* Τύπος με ενθύμημα
-πρώτα το συμπέρασμα ως θεματική πρόταση, και μετά μια αποδεικτική πρόταση,
* Τύπος του κλειστού ή γεωμετρικού επιχειρήματος
-Πρώτα το συμπέρασμα ως θεματική πρόταση, μετά οι αποδεικτικές και στο τέλος ξανά το συμπέρασμα ως κατακλείδα,
* Τύπος μονής παραγράφου με δυο κατακλείδες
-ξεκινάει με θεματική πρόταση, συνεχίζεται με αποδεικτικές και τελειώνει σε δυο κατακλείδες που η πρώτη είναι παρόμοια στο νόημα με τη θεματική πρόταση, ενώ η δεύτερη επειδή δεν αποδεικνύεται με επάρκεια μας εξαναγκάζει να γράψουμε μιαν επόμενη παράγραφο, όπου θα την αποδείξουμε με επάρκεια,
* Τύπος όπου παραλείπεται η πρώτη κατακλείδα
Ξεκινάει με θεματική πρόταση, συνεχίζεται με αποδεικτικές και ενώ θα μπορούσε να τελειώσει σε δυο κατακλείδες, παραλείπουμε αυτή που είναι όμοια με τη θεματική μας πρόταση και γράφουμε μόνον τη δεύτερη.
* Τύπος με τη φράση «ως γνωστό» ή άλλη παρόμοια
- Αντικαθιστούμε τις αποδεικτικές με τη φράση «ως γνωστό».
* Η ατελής παράγραφος
-Αποτελείται μόνο από θεματική πρόταση (δεν έχει ούτε αποδεικτικές, ούτε κατακλείδα). Μπορεί να είναι κολλημένη με μια ίδια παράγραφο, ή με οποιαδήποτε άλλη παράγραφο.
* Ο προσαυξημένος τύπος
-Αποδεικνύουμε μιαν αποδεικτική με (βοηθητική) αποδεικτική,
* Ο πολυπροσαυξημένος τύπος
-Αποδεικνύουμε δυο ή περισσότερες αποδεικτικές την κάθε μια με (βοηθητική) αποδεικτική.
* Ο αριθμητικός τύπος
- Στη θεματική πρόταση γράφουμε ότι τα είδη από ένα πράγμα είναι «τόσα», και σαν αποδεικτικές παραθέτουμε τόσα είδη, όσα προσδιορίσαμε στη θεματική μας πρόταση.
* Ο ελλειπτικός τύπος
-Χρησιμοποιείται από ώριμους συγγραφείς, όταν απευθύνονται σε ώριμους αναγνώστες. Παραλείπουν οι συγγραφείς κάποια αποδεικτική που θεωρούν ότι εύκολα οι αναγνώστες θα την αντιληφθούν, γι’ αυτό και δεν τη γράφουν.
* Τύπος με ανακεφαλαίωση των συμπερασμάτων μας
-Πρώτα μια βοηθητική θεματική πρόταση και μετά τα συμπεράσματα των προηγούμενων παραγράφων μας.
* Η παράγραφος με το γενικό συμπέρασμα
-Γράφουμε τα συμπεράσματα των προηγουμένων παραγράφων μας, που λειτουργούν ως αποδεικτικές για γενικό συμπέρασμα, και μετά γράφουμε το γενικό μας συμπέρασμα.

Β) ΟΙ ΔΙΠΛΕΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΙ (περίληψη)
* Θεματική πρόταση ή περίοδος που έχει δυο σημεία προς απόδειξη
-Ξεκινάει με θεματική πρόταση ή περίοδο που έχει δυο σημεία που πρέπει να αποδείξουμε, συνεχίζεται με αποδεικτικές και για τα δυο σημεία, και τελειώνει σε κατακλείδα όπου αναφέρονται και τα δυο σημεία που αποδείξαμε.
* Κατακλείδα που αναφέρει δυο σημεία που αποδείξαμε
-Ξεκινάει με αποδεικτικές που αποδεικνύουν δυο σημεία από ένα θέμα και τελειώνει με συμπέρασμα που αναφέρει και τα δυο αυτά σημεία που αποδείξαμε.
* Διπλή με ατελείς
-Γράφουμε δυο θεματικές θέσεις και η παράγραφος αποτελείται μόνο από αυτές (δεν έχει ούτε αποδεικτικές, ούτε κατακλείδα).

ΟΙ ΣΥΝΘΕΤΟΙ ΤΥΠΟΙ ΤΗΣ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ
Είδαμε στα προηγούμενα κεφάλαια τις διπλές παραγράφους, που είναι σύνθετες.
Τώρα θα δούμε και άλλες πιο σύνθετες παραγράφους, τις πολλαπλές παραγράφους, που κάθε μια τους αποτελείται από πολλές μονές παραγράφους.

17) Πολλαπλή που αποτελείται από πολλές ατελείς παραγράφους (από θεματικές προτάσεις/ περιόδους που δεν τις αποδεικνύουμε).

-Κείμενο Μανόλη Ανδρόνικου, Η προστασία του περιβάλλοντος
(Ο πρόλογος στο κείμενο του)
&1 Η αλόγιστη καταστροφή του φυσικού χώρου, μέσα στον οποίο και από τον οποίο ζούμε, έχει προχωρήσει πολύ με ρυθμό επικίνδυνο.&2 Την ίδια στιγμή και παράλληλα μ’ αυτήν, συντελείται και η καταστροφή . . . των μνημείων που ο πολιτισμός των αιώνων έχει κληρονομήσει στον τόπο μας. &3 Εταιρείες και άτομα προσπαθούν με διακηρύξεις και θεωρητικές αναλύσεις να πείσουν – ποιους; - για την ανάγκη και υποχρέωση που έχουμε να σεβαστούμε και να προφυλάξουμε το «φυσικό περιβάλλον» και τα ιστορικά μας μνημεία. &4 Η πρόθεση είναι αναντίρρητα ορθή, όμως φοβούμαι πως υπάρχει κίνδυνος να εξαντληθεί σε σχήματα λόγου, αν δεν συζητηθούν οι αιτίες του κακού και δεν ανατραπούν από τη ρίζα τους. [ . . .].
► Σε κάθε μια από τις παραγράφους αυτές ο συγγραφέας λέει και από μια γνώμη του για το ίδιο θέμα, χωρίς να αποδεικνύει καμιά. Το σύνολο αυτό είναι μια πολλαπλή παράγραφος που αποτελείται από τέσσερις ατελείς παραγράφους.
Οι ατελείς παράγραφοι είναι σχετικές μεταξύ τους και όχι άσχετες η μια με την άλλη. Αν γράψουμε λοιπόν εμείς ως μαθητές μια τέτοια πολλαπλή παράγραφο, οι γνώμες που θα ανα-φέρουμε σ’ αυτήν πρέπει να είναι σχετικές μεταξύ τους, να αναφέρονται δηλαδή στο ίδιο θέμα, και όχι άσχετες.

18) Πολλαπλή με θεματική περίοδο που έχει πολλά σημεία προς απόδειξη.
Σ’ αυτό το είδος η πολλαπλή έχει θεματική περίοδο κοινή για όλες τις παραγράφους της, περίοδο που περικλείει προς απόδειξη περισσότερα από δυο σημεία.
-Πχ: Η βία υπήρχε πάντα, οφείλεται σε πολλές αιτίες και φέρνει μόνο άσχημα αποτελέματα.
Στην πρώτη παράγραφο της πολλαπλής θα θεωρήσουμε ως θεματική πρόταση ότι «η βία υπήρχε πάντα», στη δεύτερη παράγραφο ότι « οφείλεται σε διάφορες αιτίες» και στην τρίτη ότι «φέρνει μόνο άσχημα αποτελέσματα». Όλες μαζί οι παράγραφοι θα αποτελούν μια πολλαπλή παράγραφο, αφού θα έχουν κοινή θεματική περίοδο, ή με άλλη διατύπωση: θα αποτελούν ενότητα παραγράφων.
-Ας δούμε όμως μια τέτοια θεματική πρόταση/ περίοδο από ένα κείμενο.
Κείμενο Ι. Ε. Μανωλεδάκη, Λαϊκότητα και λαϊκισμός
Θεματική περίοδος (γραμμένη ως υποπαράγραφος): Ο λαϊκισμός απορρέει από την ελλιπή λαϊκή συμμετοχή στη δημόσια ζωή, καλλιεργείται από αυτούς που εκμεταλλεύονται αυτή την έλλειψη, προτείνοντας το πατερναλιστικό τους πρότυπο, συντηρείται με την υποκολτούρα και την εμπορευματοποίηση της συλλογικής ψυχής από ιδιωτικά συμφέροντα, καθιερώνεται ως δήθεν δημοκρατική κοινωνική κατάσταση ενώ είναι στην ουσία αντιδημοκρατική.
►ΣΧΟΛΙΑ: Στις παραγράφους που θα ακολουθήσουν, ο συγγραφέας είναι «υποχρεωμένος» να αποδείξει κάθε μια από τις γνώμες αυτές, κάθε ένα από τα τέσσερα σημεία της θεματικής του περιόδου (απορρέει, καλλιεργείται, συντηρείται, καθιερώνεται). Στη μια παράγραφο θα αποδείξει μια δυο από τις γνώμες του, στην επόμενη μια δυο από τις άλλες γνώμες του και στις υπόλοιπες , τις υπόλοιπες γνώμες του. Οι παράγραφοι του θα είναι πολύ σύνθετες γιατί θα αποδεικνύουν και δυο και τρία σημεία από αυτήν ή εκείνη τη γνώμη. Γιατί θα παίρνουν ως θεματική τους περίοδο διάφορα σημεία από τη θεματική περίοδο, που είναι γραμμένη στην αρχή του κειμένου του σαν υποπαράγραφος.
-Χρειάζεται πολύ ωριμότητα για να αντιμετωπίσεις μια τόσο πολυσύνθετη θεματική περίοδο. Βέβαια ο συγγραφέας Ι. Ε. Μανωλεδάκης διαθέτει μεγάλη ωριμότητα και αντιμετωπίζει με επιτυχία το ζήτημα στις επόμενες παραγράφους του κειμένου του, που εδώ δεν παρατίθενται.
► Όσον αφορά εμάς τους μαθητές, καλό είναι να αποφεύγουμε μια τέτοια πολλαπλή. Να αποφεύγουμε δηλαδή να θέσουμε μια θεματική περίοδο που έχει τρία προς απόδειξη σημεία, ή και περισσότερα. Μπορούμε στην παράγραφό μας να θέσουμε δυο σημεία προς απόδειξη (οπότε θα κατασκευάσουμε διπλή παράγραφο), και στην επόμενη παράγραφό μας το τρίτο σημείο (πχ: στη μια παράγραφό μας «η βία υπήρχε πάντα και οφείλεται σε πολλές αιτίες» και στην επόμενη «η βία φέρνει μόνον άσχημα αποτελέσματα»).

 (ΣΗΜΕΙΩΣΗ: 16/5/2011: Άλλαξα στα παραπάνω 'Σχόλια'τη διατύπωση, για να την κάνω πιο απλή και κατανοητή).

19) Πολλαπλή με κοινή θεματική πρόταση , θεματική πρόταση που έχει σχέση με τη διαίρεση.
Ας δούμε πολύ συνοπτικά , εξαιτίας του μεγάλου μεγέθους του, ένα κείμενο του Μ. Πλωρίτη, όπου ο συγγραφέας λέει πρώτα τι υποστήριζε ο Μαρσάλ Μ. Λουάν και μετά κρίνει αν αυτά που υποστήριζε είναι σωστά.

-Κείμενο Μ. Πλωρίτη, Ο Μαρσάλ Μακ Λουάν και η επικοινωνία
Θεματική πρόταση: Ο Μ. Μ. Λουάν χώριζε την ανθρώπινη ιστορία σε τρεις μεγάλες εποχές.
Πρώτη η ακουστική εποχή . . . , όταν μοναδικό μέσο επικοινωνίας ήταν η φωνή του ανθρώπου.
& 1 Και επειδή ο λόγος και ο ήχος έχουν περιορισμένη εμβέλεια, οι άνθρωποι ζούσαν σε φυλές, όπου ο τρόπος επικοινωνίας και επίδρασης στην κοινωνία ήταν η φωνή του αρχηγού που ρητόρευε ή διάταζε τον λαό του. . . [ . . ].
Η επαναστατική επινόηση της γραφής εγκαινιάζει τη δεύτερη, την οπτική εποχή της επικοινωνίας.
& 2 Τώρα δεν επικοινωνούν ένας ή περισσότεροι άμεσα, ταυτόχρονα και ηχητικά. . . τώρα με γραφτό λόγο επικοινωνεί ένας, έμμεσα και οπτικά, με έναν και πάμπολλους πέρα από τόπο και χρόνο. Όλη η επιστήμη, όλος ο πολιτισμός υποστηρίζει ο Μαρκ Λαυάν . . ., είναι αποτέλεσμα της οπτικοποίησης που ακολούθησε την εφεύρεση του αλφάβητου.
& 3 Την αποφασιστική ώθηση σ’ αυτή την εξέλιξη την έδωσε η εφεύρεση της τυπογραφίας από τον Γουτεμβέργιο . [ . . .]
Η Τρίτη εποχή – η δική μας – είναι φυσικά η «ηλεκτρονική εποχή». [. . .]
-(Ο Μ. Πλωρίτης, αφού παραθέσει αυτά που λέει ο Μ. Λουάν για την τρίτη εποχή, μετά με άλλες παραγράφους κρίνει τη γνώμη του Μ. Λουάν και λέει ότι δεν είναι μόνον η οπτικοποίηση και το αλφάβητο που δημιούργησε τον πολιτισμό, αλλά και άλλα πράγματα).

► Όσον αφορά τον τρόπο σύνταξης αυτής της πολλαπλής παραγράφου να πούμε ότι: στη θεματική πρόταση χωρίζουμε, διαιρούμε, κάτι σε μέρη.(στο κείμενο αυτό αναφέρεται ότι ο Μ. Λουάν χώριζε την ανθρώπινη ιστορία σε τρία μέρη). Μετά αναφέρουμε το πρώτο μέρος και σε παραγράφους όσα το αφορούν. Στη συνέχεια αναφέρουμε το δεύτερο μέρος, και σε παραγράφους τα όσα το αφορούν. Το ίδιο κάνουμε και για το τρίτο και λοιπά μέρη αν υπάρχουν.
Οι παράγραφοι που γράφουμε κάτω από κάθε μέρος αποτελούν ενότητα παραγράφων.
-Τον τρόπο αυτό σύνταξης θα τον βρούμε σε πολλά κείμενα, πχ σε έγγραφα δικηγόρων προς ένα δικαστήριο, σε αποφάσεις δικαστηρίων, σε επιστημονικά συγγράμματα κτλ. .
-Χρησιμοποιείται μάλιστα όχι μόνο στον αποδεικτικό λόγο αλλά ευρύτερα, πχ σε εγκυκλίους Οργανισμών που δίνουν μ’ αυτές οδηγίες ή και διαταγές στους υπαλλήλους τους.

20) Πολλαπλή εξαιτίας της ιδιομορφίας της κατακλείδας (κατακλείδες με πρόσθετες αποδεικτικές)
-Το παρόν υποκεφάλαιο προστέθηκε στις 13/6/2011:

-{τι είναι Δομή, George Mounin, Κλειδιά για τη Γλωσσολογία}:
ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ
-Εισαγωγή:Ας πάρουμε το τετριμμένο και απλό παράδειγμα ενός τραπεζιού.
-Θπ: Ανάλυση της δομής αυτού του τραπεζιού είναι η αναζήτηση των αληθινών μονάδων της κατασκευής του, η αποσύνδεσή του στα κομμάτια από τα οποία αποτελείται, έτσι ώστε να είναι δυνατό να ξανασυρμολογηθεί σε τραπέζι.
-Επεξηγήσεις: (Γιατί μπορώ να το διαλύσω . . για καυσόξυλα. Τότε όμως . . δεν θα μπορέσω να ξανακατασκευάσω ένα τραπέζι με λειτουργία τραπεζιού).
-Απ: Έτσι βρίσκουμε 4 μονάδες τύπου Ι, τα πόδια, 2 μονάδες τύπου ΙΙ, που αποτελούν το λαιμό του τραπεζιού [. . ].
-Σ/Κ 1: Υπάρχει δομή εκ πρώτης όψεως,
-απ: γιατί υπάρχουν μονάδες με διαφορετικές μορφές, που χρησιμοποιούνται σύμφωνα με διαφορετικούς κανόνες συναρμολόγησης και όχι με οποιοδήποτε τρόπο.
-Σ/Κ 2: Υπάρχει δομή
-απ: γιατί υπάρχει επιλογή στη διευθέτηση των μονάδων.
-Σ/Κ3: Ποιο είναι το κριτήριο αυτής της επιλογής; Είναι η λειτουργία...

ΣΧΟΛΙΟ: Το παρόμοιο με τη θεματική πρόταση/περίοδο συμπέρασμα δεν επαναλαμβάνεται στην κατακλείδα. Αντίθετα, υπάρχουν τρία νέα συμπεράσματα, που τα δυο πρώτα υποστηρίζονται με ξεχωριστές το καθένα αποδεικτικές, ενώ το τρίτο είναι το τελικό συμπέρασμα. (Η παράγραφος αυτή είναι πολλαπλή, όχι εξαιτίας της θεματικής της πρότασης ή περιόδου, αλλά εξαιτίας της ιδιομορφίας της "κατακλείδας της", που έχει δυο κατακλείδες με πρόσθετες αποδεικτικές, πέραν από τις όσες αποδεικτικές αναφέρονται προηγουμένως).

ΠΩΣ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΙ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ (τα συνδετικά)
Όπως οι προτάσεις μιας αποδεικτικής παραγράφου συνδέονται μεταξύ τους με λέξεις ή φράσεις, έτσι και οι αποδεικτικές παράγραφοι μεταξύ τους συνδέονται με λέξεις, ή φράσεις, αλλά επιπλέον και με προτάσεις ολόκληρες.
Αυτές τις λέξεις, φράσεις ή προτάσεις τις ονομάζουμε ή διαρθρωτικές ή συνοχής δυο παραγράφων μεταξύ τους, ή απλώς συνδετικά.
-Ας δώσουμε μερικά παραδείγματα για να γίνουν κατανοητοί μερικοί από τους τρόπους της σύνδεσης.
-Πολλές φορές οι παράγραφοι συνδέονται με την επανάληψη μιας λέξης. Παράδειγμα:
«&1 Μια από τις πολλές σημασίες της ελληνικής λέξης ‘’λόγος’’ είναι εκείνη που την ταυτίζει με . . . . το επιχείρημα. &2 Τα εγχειρίδια της Λογικής ορίζουν το επιχείρημα διαλογισμό . . που συντίθεται για να αποδείξει την αλήθεια ή το ψεύδος [ενός ισχυρισμού]».
-Άλλες φορές χρησιμοποιούμε μια συνώνυμη λέξη. Στο παρακάτω παράδειγμα η λέξη «κατασκευή» χρησιμοποιείται στην &3 ως συνώνυμη της λέξης «επιχείρημα»:
«&1 Μια από τις πολλές σημασίες της ελληνικής λέξης ‘’λόγος’’ είναι εκείνη που την ταυτίζει με . . . . το επιχείρημα. &2 Τα εγχειρίδια της Λογικής ορίζουν το επιχείρημα διαλογισμό . . που συντίθεται για να αποδείξει την αλήθεια ή το ψεύδος [ ενός ισχυρισμού]. & 3 Πρόκειται . . . για μια λογική κατασκευή που γίνεται για να βεβαιώσει ή για να ανασκευάσει ‘’έναν ισχυρισμό’’, ‘’ μια γνώμη’’».
-Αλλά είναι δυνατό και με ένα επίρρημα να συνδεθεί η μια παράγραφος με την άλλη. Η παρακάτω &4 συνδέεται με την προηγούμενη με το επίρρημα «όταν», αλλά και με την επανάληψη της λέξης «γνώμη»:
«&1 Μια από τις πολλές σημασίες της ελληνικής λέξης ‘’λόγος’’ είναι εκείνη που την ταυτίζει με . . . . το επιχείρημα. &2 Τα εγχειρίδια της Λογικής ορίζουν το επιχείρημα διαλογισμό . . που συντίθεται για να αποδείξει την αλήθεια ή το ψεύδος [ ενός ισχυρισμού]. & 3 Πρόκειται . . . για μια λογική κατασκευή που γίνεται για να βεβαιώσει ή για να ανασκευάσει ‘’έναν ισχυρισμό’’, ‘’ μια γνώμη’’. &5 Όταν δεν πείθουμε το ακροατήριό μας, λόγου χάρη το πλήθος σε μια συνέλευση, η ερώτηση που προβάλλεται ή υπονοείται, είναι: Ποιόν ή ποιους λόγους έχεις για να υποστηρίζεις αυτή τη γνώμη;»
-Άλλες φορές συνδέονται δυο παράγραφοι με την παράλειψη μιας ολόκληρης πρότασης. Παράδειγμα παράλειψης ολόκληρης πρότασης είναι ο τύπος 7, όπου σε μια παράγραφο καταλήγουμε σε δυο συμπεράσματα και στην επόμενη παράγραφο θεωρούμε ως θεματική της πρόταση το δεύτερο συμπέρασμα της προηγούμενης παραγράφου, χωρίς να το ξαναγράψουμε.
-Σε πολλές περιπτώσεις εξάλλου για να έρθουμε σε μια νέα παράγραφο, χρησιμοποιούμε ολόκληρες προτάσεις, που τις ονομάζουμε βοηθητικές θεματικές προτάσεις. Η νέα παράγραφος συνδέεται τότε με την προηγούμενη ή και με όλες τις προηγούμενες με αυτή την ολόκληρη πρόταση, με αυτή τη βοηθητική θεματική πρόταση. Παραδείγματα:
-Έστω ότι εξετάζουμε σε μια παράγραφο τα αίτια της βίας και για να πάμε στην επόμενη όπου θα εξετάσουμε τα αποτελέσματα της βίας, αρχίζουμε την επόμενη με την πρόταση «ας εξετάσουμε τώρα ποια αποτελέσματα φέρνει η βία».
-Ή έστω ότι τελειώσαμε το αποδεικτικό μας κείμενο και θέλουμε να ανακεφαλαιώσουμε τα συμπεράσματα στα οποία καταλήξαμε στις διάφορες προηγούμενες παραγράφους, οπότε την ανακεφαλαιωτική μας παράγραφο την ξεκινάμε λόγου χάρη με την πρόταση «Ας ανακεφαλαιώσουμε τώρα τα συμπεράσματα στα οποία καταλήξαμε στις προηγούμενες παραγράφους μας».
-Άλλοι τρόποι σύνδεσης δυο παραγράφων μεταξύ τους είναι:
Α, λέξεις ή εκφράσεις ή προτάσεις που αντιθέτουν (αν και, εντούτοις, εξάλλου κτλ), που δηλώνουν χρονικές σχέσεις (πχ όταν αναλύσουμε αυτό, τότε συμπεραίνουμε το άλλο).
Β. η αντικατάσταση μιας λέξης με αντωνυμία, με συνεπώνυμη ή υπερώνυμη, ή με άλλη γενικότερου όρου (πχ φοιτητής> σπουδάζουσα νεολαία), ή που παρουσιάζει νοηματική συγγένεια (πχ συνολικό ποσό, συνολική αμοιβή).
Ας σημειωθεί ότι ένας όρος (λέξη ή φράση) μπορεί ορισμένες φορές να υπαχθεί σε περισσότερους από έναν τρόπους σύνδεσης.
Ας σημειωθεί επίσης, ότι οι τρόποι σύνδεσης των αποδεικτικών παραγράφων μεταξύ τους, διαφέρουν από τους τρόπους σύνδεσης των περιγραφικών και των αφηγηματικών παραγράφων. Εκεί οι τρόποι σύνδεσης είναι λιγότεροι και πιο απλοί. Στην (καθαυτό) περιγραφική παράγραφο οι παράγραφοι συνδέονται μεταξύ τους κυρίως με τους τοπικούς προσδιορισμούς και στην περιγραφή διαδικασιών με αναφορά των φάσεων με σειρά ∙ όσον αφορά στην (καθαυτό) αφήγηση, οι παράγραφοι συνδέονται μεταξύ τους κυρίως με χρονικούς προσδιορισμούς ή στην αφήγηση μιας διαδικασίας με αναφορά της κυριότερης φάσης της και του αποτε-λέσματός της. Ενώ στην απόδειξη οι τρόποι σύνδεσης των παραγράφων μεταξύ τους είναι περισσότεροι και όπως είδαμε πιο πολύπλοκοι.

Συμπεράσματα από τους τύπους
Με την παράθεση των τύπων, απλών, διπλών και πολλαπλών, ολοκληρώσαμε το κύριο μέρος για το Συντακτικό της αποδεικτικής παραγράφου. Από εδώ και πέρα θα ασχοληθούμε με διευκρινήσεις.
Οι τύποι τις αποδεικτικές παραγράφου είναι λίγοι, και όχι πολλοί ή ατέλειωτοι όπως θα νόμιζε κανείς.
Είναι 13 μονοί τύποι, 3 διπλοί και 3 πολλαπλοί.
Επομένως, είναι αρκετά εύκολο να τους μελετήσει κανείς και να ξέρει όταν γράφει ή μιλάει, τι τύπο χρησιμοποιεί και ποιους κανόνες πρέπει να ακολουθήσει.
- Όπως με τα λίγα ψηφία από το 1 έως το 9 κατασκευάζουμε μια άπειρη σειρά από αριθμούς, έτσι και με τους λίγους τύπους του αποδεικτικού λόγου, κατασκευάζουμε έναν άπειρο αριθμό από αποδεικτικά κείμενα (δοκίμια, επιστημονικές θεωρίες, μελέτες, πραγματείες, διατριβές, μονογραφίες αποφάσεις δικαστηρίων, επιστημονικά βιβλία κάθε φύσεως, κείμενα με στατιστικό περιεχόμενο και δειγματοληψίες, κτλ, κτλ).

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ
1. Ποιους τύπους χρησιμοποιούμε συνήθως
Όταν γράφουμε ένα αποδεικτικό κείμενο, χρησιμοποιούμε συνήθως κάποιους από τους τύπους που είδαμε, και όχι όλους βέβαια. Χρησιμοποιούμε κάποιους τύπους, ανάλογα με τη ροή και τις ανάγκες του λόγου μας, ανάλογα με το ύφος μας και ανάλογα με το θέμα.
Οι πολύ ώριμοι συγγραφείς χρησιμοποιούν κάποιους από τους ίδιους τύπους, αλλά και τον ελλειπτικό όπως και κάποιους σύνθετους τύπους, κάποιες δηλαδή πολλαπλές παραγράφους.

2. Πού και πότε χρησιμοποιούμε τους τύπους
Για το πού και πότε χρησιμοποιούμε σε ένα αποδεικτικό κείμενο αυτόν ή εκείνον τον τύπο, δεν υπάρχει κανόνας γιατί τα αποδεικτικά κείμενα είναι πολλά και διαφόρων ειδών, πχ αποδεικτικά δοκίμια, μελέτες που χωρίζονται κι αυτές σε διάφορα είδη (λόγου χάρη σε μελέτες για τη γλώσσα, σε στατικές μελέτες για τις οικοδομές κλπ, κλπ), .σε μονογραφίες, σε πραγματείες, και σε πολλά άλλα είδη.
Όσον αφορά το αποδεικτικό δοκίμιο, μπορούμε να πούμε ότι: Συνήθως στην αρχή (στον πρόλογο) ενός αποδεικτικού δοκιμίου οι συγγραφείς βάζουν τύπους που δεν κουράζουν τον αναγνώστη, που δεν καταλήγουν σε συμπέρασμα. Βάζουν δηλαδή ατελείς παραγράφους {μια διπλή με ατελείς, ή μια πολλαπλή με ατελείς), ή μια παράγραφο χωρίς κατακλείδα/ συμπέρασμα (θεματική πρόταση + αποδεικτικές)}.
Στο κύριο μέρος βάζουν παραγράφους από όλα τα είδη, ανάλογα με το ύφος που έχει κάθε συγγραφέας, ανάλογα με το θέμα του, ανάλογα με τη ροή του λόγου του. Βάζουν και από αυτές που έχουν κατακλείδα, και από αυτές που δεν έχουν κατακλείδα, και απλές και σύνθετες.
Στο τέλος (στον επίλογο) μπορεί να βάλουν μια ανακεφαλαιωτική παράγραφο, και αν θέλουν να προτείνουν ή να συμβουλέψουν κάτι, βάζουν μια παράγραφο όπου επικρατεί το ρήμα «πρέπει», το μόριο «θα» ή κάποιες ανάλογες εκφράσεις. Αυτές οι παράγραφοι με τα «πρέπει και θα» ανήκουν στο στοχαστικό λόγο. Μπορεί δηλαδή η τελευταία παράγραφος σε ένα αποδεικτικό δοκίμιο να είναι στοχαστική παράγραφος.

3. Η λογική στην αποδεικτική παράγραφο
Η λογική που κυριαρχεί στην αποδεικτική παράγραφο είναι η συλλογιστική. Στην περιγραφή και στην αφήγηση, όπως είδαμε στην πρώτη ενότητα, κυριαρχεί η διαίρεση, η λογική δηλαδή της διαίρεσης.
Στην αποδεικτική παράγραφο χρησιμοποιούμε φυσικά και τη διαίρεση, αλλά για να βοηθήσει την αποδεικτική συλλογιστική, για να σχηματίσουμε σε ορισμένες περιπτώσεις την αποδεικτική συλλογιστική.

4. Η λειτουργία των προτάσεων σε μια αποδεικτική παράγραφο
Κάθε είδος προτάσεων μιας αποδεικτικής παραγράφου ασκεί μιαν ορισμένη λειτουργία.
Η θεματική πρόταση αναφέρει τη γνώμη μας, οι αποδεικτικές την αποδεικνύουν και το συμπέρασμα/ κατακλείδα, αν υπάρχει, την επιβεβαιώνει. Οι προτάσεις αυτές σχηματίζουν την αποδεικτική συλλογιστική.
Οι επεξηγήσεις δεν συμμετέχουν στην αποδεικτική συλλογιστική, βοηθούν όμως τον αναγνώστη μας να κατανοήσει κάτι, λειτουργούν δηλαδή στο να κατανοήσει ο αναγνώστης κάτι που ίσως του είναι δυσνόητο.
Τα «διάφορα πληροφοριακά στοιχεία», που κι αυτά δεν συμμετέχουν στην αποδεικτική συλλογιστική, λειτουργούν αν είναι σύντομα και σωστά, στο να μαθαίνει κάτι ο αναγνώστης, κάτι που ίσως δεν το ξέρει και που έχει σχέση με το θέμα της παραγράφου.
Τέλος, οι συνδετικές φράσεις ή προτάσεις λειτουργούν στο να συνδέουν δυο ή και περισσότερες παραγράφους μεταξύ τους.

5. Κύριες, βοηθητικές και ρητορικές θεματικές προτάσεις
Τις θεματικές προτάσεις τις χωρίζουμε σε τρεις κατηγορίες, σε βοηθητικές, σε κύριες και σε ρητορικές θεματικές προτάσεις.
Βοηθητικές (ή διευκολυντικε΄ς) είναι αυτές που μας βοηθάνε, μας διευκολύνουνε, να έρθουμε σε μια νέα παράγραφο. Αυτές τις λέμε και συνδετικές προτάσεις. Πχ «ας δούμε τώρα σε τι οφείλεται η βία», «ας ανακεφαλαιώσουμε τώρα τα συμπεράσματα που βγάλαμε στις προηγούμενες παραγράφους μας», κτλ.
Κύριες είναι όσες γεννάνε απορία στον αναγνώστη εάν είναι αληθείς ή ψευδείς, εάν δηλαδή ανταποκρίνονται ή όχι στην πραγματικότητα, και περιμένει να δει τα επιχειρήματα μας για να πειστεί αν έχουμε δίκαιο ή όχι ( πχ: «σε κάθε τρίγωνο απέναντι από ίσες πλευρές βρίσκονται ίσες γωνίες», «βία υπήρχε πάντα», «η βία οφείλεται σε πολλές αιτίες», , «το βέβαιο είναι ότι οι αρχαίοι Έλληνες αγαπούσαν το άλογο περισσότερο από κάθε άλλο ζώο», «ο τύπος ελέγχει και οδηγεί και το λαό να ελέγχει» κτλ).
Ρητορικές είναι όσες φαίνονται σαν κύριες, αλλά ο αναγνώστης τους δεν ενδιαφέρεται να πειστεί αν είναι αληθείς ή λιγότερο αληθείς. Περισσότερο τον ενδιαφέρει να δει τα όσα παραπέρα έχουνε να του πουν οι συγγραφείς. Τις ρητορικές τις βρίσκουμε σε διαφόρων ειδών κείμενα, και ιδιαίτερα στα λογοτεχνικά. Βοηθάνε τον λογοτέχνη συγγραφέα να μας αφηγηθεί κάτι, ή να μας περιγράψει κάτι
Θα δούμε στο επόμενο υποκεφάλαιο κείμενα από λογοτέχνες με τέτοιες ρητορικές θεματικές προτάσεις.

6. Τα πολλά «διάφορα» σε μια αποδεικτική παράγραφο
Υπάρχουν συγγραφείς που βάζουν πολλά «διάφορα μέσα σε μια αποδεικτική παράγραφο,, πληροφορίες δηλαδή πάνω στις πληροφορίες, ή επεξηγήσεις πάνω σε επεξηγήσεις, με αποτέλεσμα να μην τους κατανοούμε εύκολα.
Πρέπει τότε να απομακρύνουμε όλα αυτά τα «διάφορα» και τις πολλές επεξηγήσεις, για να βρούμε τι θέλει να πει ο συγγραφέας. Ας δούμε ένα κείμενο.

Κείμενο Λουκά Κούσουλα, Ένα δευτερότερο Καβαφικό ποίημα
&1 Κακό ποίημα «Τα παράθυρα» δεν είναι. Είναι απλώς δευτερότερο. Αν αγνοώ λοι-πόν σε έναν βαθμό το ερώτημα της έρευνας, για το πιο αδύνατο ποίημα του corpus , δεν είναι γιατί δε βρίσκω . . .κάποιο κακό ποίημα – βρίσκω ίσα ίσα – αλλά γιατί επιθυ-μώ πιο πολύ να πάω κόντρα στους πολλούς θαυμαστές . . . των «Παραθύρων». Ού-τως ή άλλως τα λιγότερα πετυχημένα ποιήματα του Καβάφη, τα λιγότερο ‘’ καβαφικά ‘’ πιο καλά, εκείνα της συμβολικής περιόδου του, . . .είναι τα περισσότερο σχολιασμένα και, βέβαια, δημοφιλέστερα.
Τους αξιολογικούς εξάλλου αυτούς χαρακτηρισμούς, κακό ή δευτερότερο ποίημα, παίρνω από το Ζήσιμο Λορεντζάτο : ‘’ σε μερικά δευτερότερα ή κακά ποιήματά του, ας ανήκουν στα corpus ‘’.
Δευτερότερο λοιπόν ποίημα, σίγουρα όχι κακό – πώς αλλιώς – θεωρούσε, νομίζω «Τα Παράθυρα» κι ο Καβάφης. Δεν έχω στα χέρια μου άλλα, έξω από εκείνα του Λεχωνίτη, αυτοσχόλια του ποιητή, όπου ούτε λέξη για «Τα παράθυρα», έχω όμως την ‘’ Ποιητική ‘’ του, το κείμενο που βάφτισε έτσι ο Μιχ. Περίδης [ . . .] παρουσιασμένα και σχολιασμέ-να από τον Μιχ. Περίδη [ . . .]
Γράφει εκεί:
. . . το ποίημα θεμελιώνεται σε μιαν αλήθεια, μια βραχύβια αλήθεια.
Σίγουρα λοιπόν, μια ‘’ βραχύβιος αλήθεια’’ ( a short- lived έχει γράψει ο Καβάφης. [ . . .]. Μακρόβια όμως αλήθεια δεν είναι [. . ]. Δεν είναι ούτε καν η ‘’μερικότητα της Πόλης’’ του άλλου συμβολικού ποιήματος, καθώς σχολιάζει ό ίδιος.
&2 Ας έρθουμε ωστόσο κι αλλιώς κοντά στο ποίημα. [ . . . ]

► ΣΧΟΛΙΑ: 1) Αν απομακρύνουμε όλα τα διάφορα και τις επεξηγήσεις, τότε μόνο βρίσκουμε τη συλλογιστική πορεία που ακολουθεί ο συγγραφέας στην παράγραφο &1, τότε μόνο βρίσκουμε τον συλλογισμό του, που είναι ο εξής:
&1 Θεματική πρόταση: Κακό ποίημα τα παράθυρα δεν είναι. Είναι απλώς δευτερότερο.
Αποδεικτικές: Τους αξιολογικούς αυτούς χαρακτηρισμούς, κακό ή δευτερότερο ποίημα, παίρνω από το Ζήσιμο Λορεντάζτο, από την ‘’ Ποιητική του’’. Δευτερότερο ποίημα, σίγουρα όχι κακό, θεωρούσε «Τα παράθυρα» κι ο Καβάφης που έγραψε (σ.σ γι’ αυτό το ποίημά του ότι περικλείει) μια βραχύβια αλήθεια. Μακρόβια όμως αλήθεια δεν είναι.
&2 Ας έρθουμε ωστόσο κι αλλιώς κοντά στο ποίημα. [ . . .]
► Σχόλιο 2 : Ο μαθητής καλό είναι να αποφεύγει τα πολλά διάφορα στην αποδεικτική του παράγραφο, γιατί μπορεί να τον ξεστρατίσουν από την αποδεικτική συλλογιστική.

7. Η μεταπήδηση της σκέψης, λάθος-(η ανάγκη της παρένθεσης)
Ένα λάθος στο οποίο μπορούμε να υποπέσουμε όλοι, είναι όταν αφήνουμε να μεταπηδήσει η σκέψη μας σε άλλο θέμα , προτού τελειώσουμε το θέμα που διαπραγματευόμαστε στην παράγραφό μας. Πχ:
Ας πούμε ότι εξετάζουμε σε μια παράγραφο ότι «η βία υπήρχε πάντα». Αν μεταπηδήσει η σκέψη μας, παρασυρμένη από το συναίσθημά μας, στο ότι « κόσμος μας θα ήταν καλύτερος, αν δεν υπήρχε βία», αυτή τη σκέψη μας , αυτή τη δεύτερη γνώμη μας δεν πρέπει να τη βάλουμε πουθενά στην παράγραφο μας. Γιατί στην παράγραφο εξετάζουμε τη γνώμη μας ότι «η βία υπήρχε πάντα», και η δεύτερη γνώμη μας θα καταστρέψει τη συλλογιστική πορεία της παραγράφου.
► Αν πάντως θέλουμε να τη βάλουμε οπωσδήποτε, πρέπει να τη βάλουμε μέσα σε παρένθεση. Πχ:
«&1 Βία υπήρχε πάντα. Μας το μαρτυρούν η δουλεία που υπήρχε στην αρχαιότητα και σχεδόν μέχρι τα μέσα του 19 αιώνα, η Ιερά εξέταση που υπήρχε στο μεσαίωνα, ο ναζισμός, φασισμός, σταλινισμός και άλλες πολλές και διάφορες περιπτώσεις που δι-αδραματίστηκαν στη μετέπειτα εποχή, και διαδραματίζονται και στη δική μας. Βία, λοι-πόν, υπήρχε πάντοτε και δυστυχώς υπάρχει και σήμερα. (Ο κόσμος μας θα ήταν καλύτερος βέβαια αν δεν υπήρχε. Αλλά ας προχωρήσουμε να δούμε και άλλα ζητήματα σχετικά με τη βία). &2 Η βία οφείλεται σε πολλές αιτίες [ . . .}».
-Σχόλια: Τη γνώμη μας ότι ο κόσμος θα ήταν καλύτερος αν δεν υπήρχε βία, τη βάλαμε στο τέλος της παραγράφου &1 μέσα σε παρένθεση, έτσι ο οποιοσδήποτε αναγνώστης που θα διαβάσει την παράγραφο, θα καταλάβει ότι εκφράζουμε παρενθετικά μια δεύτερη γνώμη, που δεν θα την αποδείξουμε.
-Σημείωση :Ανάγκη παρένθεσης υπάρχει και όταν βάζουμε πολλά «διάφορα, που σχεδόν από μόνα τους θα αποτελούν μια ολόκληρη παράγραφο. Τότε αυτά πρέπει να τα βάλουμε όλα μέσα σε παρένθεση, κάτω από την παράγραφο από την οποία εξαρτώνται, στην οποία αναφέρονται.

8. Το μέγεθος της αποδεικτικής παραγράφου
Η αποδεικτική παράγραφος είναι συνήθως πιο μεγάλη από την περιγραφική ή αφηγηματική παράγραφο. Ιδιαίτερα όταν περιλαμβάνει πολλές αποδεικτικές προτάσεις.
Μεγεθύνεται και μπορεί να πιάσει ολόκληρη σελίδα, αν οι αποδεικτικές είναι πολλές, ή όταν σαν αποδεικτική προσκομίζει ο συγγραφέας ένα παράδειγμα που χρειάζονται πολλές προτάσεις για να το παρουσιάσει. Ας δούμε πχ την πρώτη παράγραφο από ένα κείμενο.

-Κείμενο σε διασκευή, του Έριχ Φρομ, Ψυχανάλυση και Θρησκεία
{σελίδα 78} <Θεματική περίοδος:> Ενώ είναι σχετικά εύκολο να αποφασίσουμε ποιος είναι ο στόχος της θεραπείας όταν πρόκειται για υστερικούς εμετούς ή για έμμονες ιδέες, εντούτοις δεν είναι εξίσου εύκολο να αποφασίσουμε ποιος πρέπει να είναι ο στόχος της θεραπείας όταν πρόκειται για νεύρωση χαρακτήρα. [ . . .]
<Αποδεικτικές:> Η ακόλουθη περίπτωση μας επεξηγεί τι εννοούμε μ’ αυτό τον ισχυρισμό. (σ.σ. Να δηλαδή ένα παράδειγμα που αποδεικνύει αυτόν τον ισχυρισμό).
Ένας νέος 24 ετών επισκέπτεται έναν ψυχαναλυτή. Αναφέρει ότι από τον καιρό που αποφοίτησε πριν δυο χρόνια, νιώθει ότι είναι δυστυχισμένος.[ . . ] Δυσκολεύεται να παίρνει αποφάσεις ακόμα και τις πιο απλές. Ενδιαφερόταν πολύ για τη φυσική. [ . .] Ο πατέρας του . . ιδιοκτήτης ενός μεγάλου εργοστασίου επέμενε ότι
{σελ. 79} έπρεπε να αναλάβει την επιχείρηση [ . . ] γιατί ο γιατρός του τον είχε συμβουλέψει να μην εργάζεται εντατικά και ο γιος θα ήταν αχάριστος αν . . .δεν ήταν πρόθυμος να εκπληρώσει την επιθυμία του πατέρα. Ο γιος ενέδωσε και μπήκε στην επιχείρηση . . Και τότε άρχισαν οι παραπάνω περιγραφόμενες ανωμαλίες. [. . .]
► Σχόλια: Η &1 εξαιτίας της μιας και μόνον αποδεικτικής που περιέχει, είναι μεγάλη έως πολύ μεγάλη.

ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΕΤΑΡΤΗ
Αποδεικτικός λόγος, λόγος πειθούς και στοχαστικός λόγος
Ο λόγος πειθούς όπως και ο στοχαστικός λόγος, παρότι διαφέρουν από τον αποδεικτικό λόγο σε ορισμένα σημεία που θα τα τονίσουμε αμέσως παρακάτω, χρησιμοποιούν τους τύπους του αποδεικτικού λόγου, τους τύπους δηλαδή που είδαμε στις προηγούμενες σελίδες.

Α) Διαφορές αποδεικτικού λόγου και λόγου πειθούς:
Ο αποδεικτικός λόγος χρησιμοποιεί αποκλειστικά τον ορθολογισμό, δηλαδή τη λογική, και με πολύ περίσκεψη σε ορισμένες περιπτώσεις την αυθεντία (πχ αν επικαλεστεί τον Αϊνστάιν, θα τον επικαλεστεί μόνο για θέματα φυσικής όπου θεωρείται αυθεντία, όχι όμως για ιστορικά λόγου χάρη θέματα). Δεν χρησιμοποιεί εξάλλου καθόλου το συναίσθημα.
Ο λόγος πειθούς χρησιμοποιεί επιπλέον, εκτός από τον ορθολογισμό και την αυθεντία:
- και το συναίσθημα (= ο πομπός προσπαθεί να διεγείρει το συναίσθημα του δέκτη για να σκεφθεί με το συναίσθημα και όχι με τη λογική και να δεχθεί τα όσα λέει ο πομπός),
- χρησιμοποιεί επίσης και την επίκληση στο ήθος του πομπού (= ο πομπός επικαλείται σαν επιχείρημα το ήθος του για να δεχθεί ο δέκτης αυτά που ισχυρίζεται ή προτείνει ο πομπός).
-Ο αποδεικτικός λόγος είναι ταυτόχρονα και λόγος πειθούς, ενώ ο λόγος πειθούς μόνον όταν χρησιμοποιεί τον ορθολογισμό και με πολύ περίσκεψη και την αυθεντία, είναι ταυτόχρονα και αποδεικτικός. Στις άλλες περιπτώσεις, που χρησιμοποιεί και το συναίσθημα ή την επίκληση στο ήθος, απομακρύνεται από τον αποδεικτικό. Πχ στον λόγο ορισμένων δικηγόρων, ορισμένων πολιτικών, στη διαφήμιση, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, στην προπαγάνδα, εκτός πάλι από ελάχιστες εξαιρέσεις, κτλ, κτλ.

Β) Διαφορές αποδεικτικού και στοχαστικού λόγου:
Ο αποδεικτικός λόγος είναι ορθολογικός (χρησιμοποιεί τη λογική, με πολύ περίσκεψη την αυθεντία και καθόλου το συναίσθημα), έχει λογική οργάνωση από την αρχή μέχρι το τέλος και δίνει λύση στο θέμα/ πρόβλημα με το οποίο ασχολείται . Ο στοχαστικός λόγος είναι κυρίως συνειρμικός και οργανώνεται από τον πομπό σαν ένα είδος περιήγησης στο θέμα με το οποίο ασχολείται, χωρίς να δίνει τελικά μια συγκεκριμένη λύση.
{15/1/2013: Βλέπε νεότερη έρευνά μου για τον στοχαστικό λόγο στο μπλοκ μου Προβληματισμοί φιλολόγων για το συλλογισμό, και στην εκεί 18η ανάρτηση}
Ας δούμε ένα κείμενο με στοχασμό, για να φανεί η διαφορά του με το αποδεικτικό κείμενο:
-Κείμενο Καίτης Τσιτσέλη
Τίτλος: Απόπειρα κατεδάφισης
Πιάνω αυτό το βαρύ βιβλίο με το μαύρο εξώφυλλο ΄ τίτλος «Μεθοδικός οδηγός εκθέσεων», μαύρο ματ εξώφυλλο που θυμίζει παλιό λεξικό, το ίδιο και τα χρυσά γράμματα. Μια ελαφριά μυρουδιά πλήξης, μούχλας.
Έπειτα παρατηρώ μια φράση με μικρότερα γράμματα, σαν υπότιτλος: «σύμβουλος επιτυχίας». Μια μικρή πονηρή φράση. Μου χτυπάει αμέσως η λέξη «επιτυχία» αταίριαστη εδώ, σαν από άλλο ανέκδοτο [. . . ]
Πιο πάνω από τον τίτλο, μια ανάγλυφη παράσταση ή έμβλημα, σε στιλ πιο γνώριμο. Θα πρέπει να είναι το σήμα κατατεθέν του εκδοτικού οίκου, ένα λυχνάρι αρχαιοπρεπές, με καμπυλωτό χερούλι, και μια μικρή φλόγα στη μύτη, και καπνός που αναδύεται σε ωραίες μπούκλες. (Αναλογίζομαι πως πολλά εκδοτικά σήματα έχουν σχέση με το φως: Ο «Πυρσός», ο «Ήλιος», η «Εστία», κ τ λ, . . . )
Βαρύ μαύρο βιβλίο, κοτρόνα, τετράγωνος ογκόλιθος, απωθητικός και απαγορευτικός. Βλέπω τώρα πόσο λίγο αντικειμενική είναι η περιγραφή που έκανα. Ξεκίνησα, όπως φαντάζομαι ξεκινούν οι Δον Κιχώτιδες της περιγραφής, για να οικειοποιηθώ αυτό το βιβλίο σαν να ήταν οποιοδήποτε αντικείμενο, ήρεμα, ουδέτερα, ανώνυμα ΄ καταγραφή περισσότερο παρά περιγραφή. Να τα’ αφήσω δηλαδή να μιλήσει μόνο του, να δηλώσει την ιδιότητά του, να φανερωθεί, χωρίς τη δική μου επέμβαση. Αλλά από την πρώτη φράση που έγραψα προδόθηκα ‘ κοτσάρισα το επίθετο «βαρύ» (τα επίθετα, τα επίθετα, αυτά μας παίρνουν πάντα στο λαιμό τους), νόμιζα πως ήμουν εντάξει γιατί το βιβλίο είναι ογκώδες, άρα βαρύ, αλλά το βαρύ είναι βεβαρυμμένο –το βαρύ πεπόνι, ο καφές (και ο άντρας) ο πολλά βαρύς, η βαρυσήμαντη δήλωση, το βάρος της παράδοσης- δεν παίζουμε. Παρακάτω μια φράση πιο καθοριστική: «μυρουδιά μούχλας» και τρεις γραμμές μετά ο χαρακτηρισμός «πονηρή φράση» [ . . . ] Δε συνεχίζω, το κλίμα είναι εμφανές, η πρόθεση ολοφάνερη. Καλύτερα έτσι ίσως ΄ τα χαρτιά στο τραπέζι ΄ ας μην αρχίσω κι εγώ τις πονηριές.
Τώρα βέβαια που ο πόλεμος κηρύχτηκε ανάμεσά μας, μου ‘ρχεται αφάνταστα δύσκολο να ανοίξω το βιβλίο. Η κίνησή μου δεν μπορεί να είναι τυχαία και ανέμελη. Η σύγκρουση πρέπει να είναι μετωπική, δε χωράνε αιφνιδιασμοί και ελιγμοί.
Πού θα μπει η πρώτη σφήνα σ’ αυτό το μαύρο συμπαγές τείχος; Πού θα βρω χαραμάδα να εισχωρήσω; Γυρίζω τα φύλλα και με πιάνει πανικός. Είναι ο πανικός των λέξεων. Λέξεις, τελειωμένο και τελειωτικό προϊόν ‘ ‘ομοιόμορφες παρατεταγμένες, μαυρόασπρο πλεκτό. Πώς διασπάται αυτό το πράγμα;
Πρέπει να πάρω τη βουτιά, κι όπου με βγάλει. Σταματώ (τυχαία; πόσο τυχαία;) στην έκθεση με τίτλο «Το Σχολείο μου». . .
-ΣΧΟΛΙΑ:
1) Το κείμενο της Κ. Τσιτσέλη είναι στοχαστικό. Αρχίζει και τελειώνει με αφήγηση, αλλά αυτό είναι το πλαίσιο, ο σκελετός, για να μας πει η συγγραφέας τους στοχασμούς της γύρω από την περιγραφή, δηλαδή αν μια περιγραφή μπορεί να είναι αντικειμενική, ή μήπως κάθε περιγραφή είναι υποκειμενική; Τελικά δεν δίνει λύση, δεν λέει, δεν ισχυρίζεται ότι κάθε περιγραφή είναι αντικειμενική ή υποκειμενική, ούτε επεξεργάζεται πότε είναι αντικειμενική και πότε υποκειμενική. Αφήνει το θέμα/ το πρόβλημα μετέωρο για στοχαστούμε/ προβληματιστούμε κι εμείς πάνω σ’ αυτό και να δώσει ο καθένας μας τη δική του απάντηση.
2) Σε ένα αποδεικτικό κείμενο για την περιγραφή ο συγγραφέας του θα προσπαθούσε να δώσει λύση, να μας πει δηλαδή πότε μια περιγραφή είναι υποκειμενική και πότε αντικειμενική.

* προσθήκη στις 18/5/2011: ή σωστότερα ψυχολογικά. (ψυχολογικά σημαίνει ότι ο νους δεν έχει επεξεργαστεί με αυστηρότητα αυτά που λέει, αλλά τα λέει με τη σειρά που τα ένιωσε σε μια συγκεκριμένη στιγμή, ενώ ορθολογικά σημαίνει ότι ο νους έχει επεξεργαστεί αυτά που λέει, και ότι έχει αφαιρέσει οτιδήποτε περιττό). 
=========

Τα ιστολόγιά μου